Quantcast
Channel: ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Viewing all 5835 articles
Browse latest View live

Η 8η Οικουμενική Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Α΄)

$
0
0

Εισαγωγή του blog μας:Στο χώρο αυτό, πρώτα ο Θεός, θα αναδημοσιεύσουμε κείμενα που τεκμηριώνουν, κατά τη γνώμη μας, την οικουμενικότητα των συνόδων του 879-880 (Η΄Οικουμενική) και 1341-1351 (Θ΄ Οικουμενική), και μάλιστα την άποψή μας ότι οι σύνοδοι αυτές είναι ήδη αναγνωρισμένες από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως Οικουμενικέςκαι περιττεύει μια σύγχρονη επίσημη αναγνώριση.
Ο λόγος, για τον οποίο δεν κυριαρχεί στην Εκκλησία η τιμή τους ως οικουμενικών συνόδων θεωρούμε ταπεινά ότι είναι μια κάποια δειλία απέναντι στον πανίσχυρο παπικό θεσμό, εναντίον των σφαλμάτων του οποίου έχουν αποφασίσει οι εν λόγω σύνοδοι.
Από τη θέση αυτή, αν και κατοικούμε μια ασήμαντη μπλογκονησίδα, συντασσόμαστε με την καθιέρωση του εορτασμού τους από την Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς [την Β΄ Κυριακή του Φεβρουαρίου (μετά την εορτή του Μ. Φωτίου) και τη Β΄ Κυριακή των νηστειών (μαζί με την εορτή του αγ. Γρηγορίου Παλαμά) αντίστοιχα] και ευχόμαστε την εξάπλωση της εορτής αυτής σε όλη την Ορθοδοξία. Ένας επίσκοπος μπορεί να πρωτοπορήσει, ακόμη και συγκρουόμενος με την πλειοψηφία, και είναι δυνατόν να έχει δίκιο εκείνος και όχι η πλειοψηφία. Η Ιστορία θα το κρίνει.
Στο όνομα του Αγίου & Τριαδικού Θεού, ξεκινάμε:

1. Η Ογδόη Οικουμενική Σύνοδος [ή, 4η της Κωνσταντινουπόλεως (879/880)] και η Καταδίκη της Προσθήκης και του Δόγματος του «Filioque»

Του π. Γεωργίου Διον. Δραγά (ΟΟΔΕ)

Το άρθρο αυτό αρχικά εμφανίσθηκε στο έντυπο «The Greek Orthodox Theological Review» (Ελληνορθόδοξη Θεολογική Επιθεώρηση), Τόμος. 44, αριθ. 1-4, 1999, σελίδες 357-369.

Εικ. από εδώ
 
* Το άρθρο έχει μεταφραστεί από την Αγγλική στην Ελληνική. Τα σημειούμενα αποσπάσματα Πρακτικών κλπ. που έχουν επίσης δημοσιευθεί στην Αγγλική γλώσσα έχουν αποδοθεί σε απλά Ελληνικά. Όταν εντοπισθούν τα κανονικά/πρωτότυπα κείμενα των αποσπασμάτων, θα εισαχθούν και στο παρόν άρθρο, χάριν ακριβείας.

Προοίμιο


Καταδίκασε η Ογδόη Οικουμενική Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολης (879/880) την προσθήκη του «Φιλιόκβε» στο Οικουμενικό Σύμβολο της Πίστεως ως κάτι Κανονικά απαράδεκτο και θεολογικά εσφαλμένο;

Αυτό είναι το ερώτημα στο οποίο αυτό το δοκίμιο προσπαθεί να δώσει μια απάντηση, υπό το φως των πρόσφατων συζητήσεων μεταξύ Ορθοδόξων και Λουθηρανών στην Αμερική. Αποτελείται από τρία μέρη:
(α) διευκρινίσεις που αφορούν την «Ογδόη Οικουμενική Σύνοδο»
(β) η σημασία του Όρου αυτής της Συνόδου για το ζήτημα του Φιλιόκβε, και
(γ) μια επανεξέταση του ιδίου τον Όρου.
 
α) Διευκρινίσεις σχετικά με την Ογδόη Οικουμενική Σύνοδο
 
Σε ό,τι αφορά τις Οικουμενικές Συνόδους, η Ελληνορθόδοξη Ανατολή και η Λατινική Δύση φαίνεται να διαφοροποιούνται, στο σημείο εκείνο όπου εμφανίζεται η Ογδόη Οικουμενική Σύνοδος. Αμφότεροι οι Ελληνορθόδοξοι και οι Ρωμαιοκαθολικοί αποδέχονται τις πρώτες Επτά Οικουμενικές Συνόδους.1Πέραν όμως αυτών των Επτά Συνόδων, οι Ρωμαιοκαθολικοί απαριθμούν αρκετές άλλες (συνόδους), με τις οποίες το σύνολό τους αριθμεί 21, η δε ονομαζόμενη Βατικανού Β’ είναι εξ αυτών η πιο πρόσφατη.2
Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αναγνωρίζει άλλες Συνόδους πέραν της Εβδόμης, αν και αποδέχεται κάποιες που έλαβαν χώρα μετά από αυτήν και που ονομάσθηκαν «Οικουμενικές» (όπως φαίνεται από τα Πρακτικά τους). Μία από αυτές είναι η λεγόμενη Ογδόη Οικουμενική, ή η 4η Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως ( 879-880).3
Οι Ρωμαιοκαθολικοί ακαδημαϊκοί έχουν επανειλημμένως σχολιάσει πως οι Ορθόδοξοι δεν έχουν συγκαλέσει –και μάλιστα πως δεν θα μπορούσαν να έχουν συγκαλέσει- άλλες Οικουμενικές Συνόδους πέραν της Εβδόμης, μετά από τον χωρισμό τους από την Έδρα της Ρώμης το 1054. Αυτό το σχόλιο είναι εντελώς αδικαιολόγητο και παραπλανητικό. Η έλλειψη αρίθμησης δεν συνεπάγεται και έλλειψη πραγματοποίησης. Η Ορθόδοξη ιστορική διαδρομή των Συνόδων, καθώς και τα σχετικά συνοδικά έγγραφα, αποδεικνύουν ξεκάθαρα την ύπαρξη ορισμένων Οικουμενικών Συνόδων μετά από τις πρώτες Επτά Συνόδους, οι οποίες συνεχίζουν να διατηρούν την συνοδική ζωή της Εκκλησίας μέσα στην Ιστορία, με ένα τρόπο πολύ πιο ακριβή από εκείνο της Λατινικής Εκκλησίας.
Οι Σύνοδοι αυτοί [συμπεριλαμβανομένης εκείνης της Κωνσταντινουπόλεως του 879/880 ή «Ογδόη Οικουμενική» όπως αναφέρεται στον Τόμο Χαράς του Πατριάρχου Δοσιθέου, ο οποίος εξέδωσε τα Πρακτικά της για πρώτη φορά το 1705 4και επίσης από τον Μητροπολίτη Νείλο της Ρόδου, το κείμενο του οποίου επικαλείται η έκδοση Mansi 5] δεν έχουν απαριθμηθεί στην Ανατολή, λόγω της Ορθοδόξου ελπίδας για πιθανή επούλωση του Σχίσματος του 1054, κάτι που επεδιώκετο από τους Ορθοδόξους μέχρι την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453.
Υπάρχουν και άλλοι, προφανείς λόγοι που εμπόδισαν την απαρίθμηση, οι περισσότεροι των οποίων σχετίζονται με τα δύσκολα χρόνια που η Ορθόδοξη Εκκλησία είχε να αντιμετωπίσει, μετά από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και την διάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας που την υποστήριζε. Όμως, αυτό δεν είναι ζήτημα που χρειάζεται να συζητηθεί εδώ.
Η περίπτωση της Ογδόης Οικουμενικής Συνόδου όχι μόνο μας παρέχει την ευκαιρία να διευκρινισθεί αυτή η εκτροπή, αλλά επίσης για να αναδειχθεί η αυθαίρετη συνοδική εξέλιξη της Εκκλησίας της Ρώμης, μετά από την αποκοπή της από τις Ανατολικές Ορθόδοξες Εκκλησίες. Σύμφωνα με τους Ρωμαιοκαθολικούς, η Ογδόη Οικουμενική Σύνοδος είναι μια Σύνοδος που έλαβε χώρα στην Κωνσταντινούπολη το 869/870 – επίσης γνωστή ως ‘Σύνοδος του Ιγνατίου’ επειδή επανέφερε τον Ιγνάτιο στον Πατριαρχικό θρόνο – και η οποία, μεταξύ άλλων, εξασφάλισε την καταδίκη του Οικουμενικού Πατριάρχου Φωτίου.6Όμως, έχει επιβεβαιωθεί περίτρανα και από νεώτερους ακαδημαϊκούς πως αυτή η Σύνοδος του Ιγνατίου απερρίφθη από μια άλλη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης, η οποία έλαβε χώρα ακριβώς δέκα χρόνια αργότερα, το 879/880. Η Σύνοδος αυτή είναι επίσης γνωστή ως Σύνοδος του Φωτίου, επειδή αθώωσε και επανέφερε στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον Άγιο Φώτιο και τους συν-Ιεράρχες του, και η οποία υπεγράφη από τους Ανατολικούς και τους Δυτικούς.7
Πώς έγινε, και οι Ρωμαιοκαθολικοί κατέληξαν να αψηφούν αυτό το συνοδικό γεγονός; Μετά από τον Παπαδόπουλο Κεραμέα, ο Γιόχαν Μέγιερ – συγγραφέας μιας πολύ λεπτομερούς μελέτης της Συνόδου της Κωνσταντινούπολης του 879/880 – επισήμανε πως οι Ρωμαιοκαθολικοί κανονιολόγοι αναφέρθηκαν για πρώτη φορά στην δική τους Ογδόη Οικουμενική Σύνοδο (του Ιγνατίου) στις αρχές του δωδέκατου αιώνα. Ευθυγραμμισμένος με τον Ντβόρνικ και με άλλους, ο Μέγιερ επί πλέον διευκρίνισε πως αυτό έγινε και επίτηδες, επειδή οι κανονιολόγοι αυτοί είχαν τότε ανάγκη τον Κανόνα 22 της συγκεκριμένης Συνόδου. Στην ουσία όμως, παρέβλεψαν το γεγονός ότι «αυτή η Σύνοδος είχε ακυρωθεί από μια άλλη, την Σύνοδο του Φωτίου το 879/880, οι πράξεις της οποίας Συνόδου ήσαν επίσης φυλασσόμενες στα παπικά αρχεία».8Έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε πως οι Ρωμαιοκαθολικοί αργότερα ονόμασαν αυτή την Σύνοδο του Φωτίου «Ψεύδο-ογδόη Οικουμενική Σύνοδος» (Conciliabulum Oecumenicum Pseudooctavum), αναγνωρίζοντας -με αυτόν τον αδιαμφισβήτητο τρόπο- πως όντως υπάρχει μια άλλη Ογδόη Σύνοδος, αντίπαλη εκείνης της δικής τους προτίμησης!! 9
Η ιστορία αυτής της Κωνσταντινουπολίτικης Συνόδου, η οποία άφησε το σημάδι της στην καριέρα του Οικουμενικού Πατριάρχη Φωτίου (έναν από τους πιο σπουδαίους Πατριάρχες της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας) έχει μελετηθεί εκτενέστατα από τους νεώτερους ιστορικούς. Η πρωτοπόρος εργασία του Ντβόρνικ έχει αποκαταστήσει τα βασικά δεδομένα.10Ο Μέγιερ το 1975, 11ο Φειδάς το 1994 12και ο Σιαμάκης το 1995 13 : όλοι τους εμπλούτισαν τα δεδομένα αυτά. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, σε οποιονδήποτε επιθεωρήσει τις εργασίες αυτών, πως η θέση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας είναι εντελώς αστήρικτη.
Η σύνοδος του Φωτίου το 879/880 είναι εκείνη που:
(1) ακύρωσε την Σύνοδο του Ιγνατίου (869/870),
(2) αναγνώρισε την Εβδόμη (787), προσθέτοντάς την στις προηγούμενες 6 Συνόδους,
(3) αποκατάστησε την ενότητα στην ίδια την Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και τις Εκκλησίες της Παλαιάς και της Νέας Ρώμης – ενότητα που είχε διασπαστεί από την αυθαίρετη παρέμβαση των παπών της Ρώμης στη ζωή της Ανατολικής Εκκλησίας, ειδικά μέσω της Συνόδου του Ιγνατίου, και
(4) κατέγραψε την κανονική και θεολογική βάση για την ένωση της Εκκλησίας στην Ανατολή και την Δύση, μέσω του Όρου της.
 
β) Η σημασία του Όρου της Συνόδου αυτής για το ζήτημα του Φιλιόκβε
 
Πρόκειται ακριβώς για την θεολογική βάση αυτής της Συνόδου που θα εστιάσουμε ειδικά το ενδιαφέρον μας εδώ. Είχε άραγε κάποια σχέση με το ζήτημα του Φιλιόκβε, ο Όρος της πίστεως αυτής της Συνόδου, ο οποίος διατυπώθηκε κατά την έκτη συνεδρία, παρόντος του Βασιλέα; Ο Λουθηρανός θεολόγος Δρ. Μπρους Μάρσαλ έχει την εντύπωση πως δεν είχε σχέση. Μάλιστα, κατ’ αυτόν, «το Φιλιόκβε σαν θεολογικό ζήτημα δεν έπαιξε κανένα ουσιαστικό ρόλο, είτε στην διακοπή της επικοινωνίας ανάμεσα στην Κωνσταντινούπολη και την Ρώμη, είτε στην αποκατάσταση της επικοινωνίας τους. Δεν ήταν παρά μετά από πολύ καιρό που τέθηκαν καν σε συζήτηση μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας τα θεολογικά κριτήρια που περιέβαλαν το Φιλιόκβε14Επί πλέον, ο Δρ. Μάρσαλ δήλωσε πως το Φιλιόκβε έπαιξε κάποιο ρόλο, μόνο σαν κανονικό ζήτημα εκείνη την εποχή, επειδή είχε κριθεί απαράδεκτη η προσθήκη του στο Σύμβολο της Πίστεως, και πως αυτό μονάχα αιτιολογούσε την διακοπή κοινωνίας. Το επακόλουθο αυτού του ισχυρισμού, που υποστηρίζεται από κάποιους Δυτικούς μελετητές, είναι πως οι σύγχρονοι διάλογοι ανάμεσα στους Ορθόδοξους και τους Δυτικούς Χριστιανούς δεν θα πρέπει να εκλαμβάνουν ως κριτήριο της αποκατάστασης της κοινωνίας τους το θεολογικό υπόβαθρο του Φιλιόκβε.
Απαντώντας στην θέση αυτή, επιθυμώ να υπενθυμίσω τις απόψεις των Ορθοδόξων μελετητών οι οποίοι έχουν ασχοληθεί με αυτή την Σύνοδο του Φωτίου - και γενικότερα με τις Συνόδους του 9ουαιώνα - στις οποίες οφείλεται η υπέρβαση μιας μεγάλης κρίσεως στην κοινωνία ανάμεσα στην Ανατολή και την Δύση. Προτίθεμαι με αυτόν τον τρόπο να αποδείξω πως, από Ορθόδοξης απόψεως, η διάκριση ανάμεσα στο τι θεωρείται «κανονικό» και τι θεωρείται «θεολογικό» είναι νομικής φύσεως, και δεν έχει κάποιο πραγματικό βάρος. Δεν είναι διόλου εξυπηρετική, και μάλιστα γίνεται και εργαλείο διαιώνισης μιας αυθαίρετης κατάστασης, η οποία δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε άκαρπες και επισφαλείς συμφωνίες.
Το 1974 ο Αμερικανός Ορθόδοξος μελετητής Richard Haugh, σε μια μελέτη της ιστορίας της Τριαδικής αντίφασης μεταξύ Ανατολής και Δύσης με ειδική αναφορά στο Φιλιόκβε, δήλωσε πως «η έκτη συνεδρία της Συνόδου το 879/880 είχε τεράστια σχέση με την Τριαδολογική αντίφαση.»15Την άποψη αυτή την υποστήριξε, παραθέτοντας την συζήτηση του Όρου της πίστεως όπως αυτός είχε διατυπωθεί εκείνη την εποχή.
Ο Haugh εξέτασε τις ειδικές, λεπτές αποχρώσεις του Όρου της Συνόδου αυτής υπό το φως των μετέπειτα συγγραμμάτων του Φωτίου, που αναφέρονταν στο δόγμα του Φιλιόκβε, 16— ειδικότερα την Επιστολή προς τον Πατριάρχη της Ακυλείας (Aquileia) 17και την Μυσταγωγία περί του Αγίου Πνεύματος, 18τα οποία αμφότερα εξέλαβαν τον Όρο ως μια ισχυρότατη απόκρουση του Φράγκικου δόγματος για το Φιλιόκβε, το οποίο διαμόρφωσε το θεολογικό υπόβαθρο της θεολογικής αντίφασης ανάμεσα στους τότε Ορθοδόξους και Δυτικούς.
Αν ο Όρος του 879/880 δεν είχε καμία θεολογική βαρύτητα για το Φιλιόκβε, τότε γιατί να αναφερθεί ο Αγ. Φώτιος στο ζήτημα αυτό, και μάλιστα στα δύο του αυτά γραπτά; Σε καμία περίπτωση – είτε πριν, είτε μετά την Σύνοδο του 879/880 – δεν απέρριψε το Φιλιόκβε για λόγους απλώς κανονικούς. Στην πραγματικότητα, είχε δηλώσει ξεκάθαρα, πως οι λόγοι του ήσαν και Ευαγγελικοί, και θεολογικοί. Ευαγγελικοί, επειδή εδράζουν στην διδασκαλία του Ευαγγελίου του Αγ. Ιωάννου και την ξεκάθαρη δήλωση πως «το Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός» (τελεία και παύλα!). Θεολογικοί, επειδή το Φιλιόκβε εισήγαγε δύο αιτίες και δύο αρχές μέσα στην Τριάδα, συντρίβοντας έτσι την Μοναρχία της Αγίας Τριάδος. Γιατί λοιπόν να συγγράψει ο Αγ. Φώτιος μια τόσο πλήρη θεολογική κριτική όπως είναι η «Μυσταγωγία», λίγα μόλις χρόνια μετά από την Σύνοδο, αν η μοναδική του έγνοια ήταν απλώς μια επιβεβαίωση της αρχικής λεκτικής διατύπωσης του Συμβόλου της Πίστεως; Δεν θα ήταν αρκετό, αν είχε απλώς αναφερθεί στην κανονική απαγόρευση του Όρου του 879/880;
Το 1975 ο Μέγιερ εξέδωσε την λεπτομερέστατη μελέτη του για την Σύνοδο του Φωτίου το 879/880, προβάλλοντας την θέση πως –όπως δηλώνει άλλωστε και ο τίτλος του βιβλίου του– η Σύνοδος αυτή ήταν «μια επιτυχής Σύνοδος ενότητας». Το 3ομέρος της μελέτης του, με τίτλο «Συλλογισμός», καταλήγει: «Ο λόγος της σύγκλησης της Συνόδου το 879/880 ήταν η αποκατάσταση της ενότητας. Πιθανώς, πιο συγκεκριμένα να ήταν ένας εορτασμός για την επαναφορά της ειρήνης μέσα στην Εκκλησία του Θεού.» 19Όμως, συνεχίζει με την παρατήρηση πως η βάση αυτής της ενότητας ήταν θεολογική. Με τα δικά του λόγια: «Αυτή η ενότητα σημαίνει πρωτίστως μια ενότητα στην ίδια πίστη. Ο Φώτιος ήταν ένας σθεναρός υποστηρικτής της καθαρότητας του δόγματος». Πράγματι, «…σε ό,τι αφορούσε την Ορθοδοξία, ο Φώτιος ήταν ένας αληθινός ομιλητής-εκπρόσωπος των Βυζαντινών Επισκόπων.» 20Και συνεχίζει ο Μέγιερ: «…και η Δύση παρομοίως απέδιδε μεγάλη αξία στην καθαρότητα της πίστεως, αλλά στην πράξη επικεντρωνόταν περισσότερο στο ζήτημα της αφοσίωσης στην Εκκλησία της Ρώμης. Στην Σύνοδο του 879/880, η έγνοια των Πατέρων για την καθαρότητα του δόγματος αναδύθηκε μέσα από τον Όρο (την διατύπωση της πίστεως της Συνόδου) τον οποίο διακήρυξαν. Ο Όρος δεν μπορεί να εκληφθεί ως δογματικός ορισμός… αλλά μάλλον ως αληθινή έκφραση του εκκλησιαστικού συναισθήματος της Συνόδου… εκπεφρασμένη δια του Συνοδικού Συμβόλου της Πίστεως της Νικαίας-Κωνσταντινουπόλεως… Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ο Φώτιος είχε εναντιωθεί στην προσθήκη του Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως για λόγους δογματικούς. Στην περίφημη εγκύκλιό του προς τους Ανατολικούς Πατριάρχες είχε διαμαρτυρηθεί για την προσθήκη αυτή από τους Φράγκους μισσιονάριους που εργάζονταν στην Βουλγαρία, επειδή το θεωρούσε θεολογικάαπαράδεκτο. Ολόκληρος ο ισχυρισμός του βασίζεται πάνω στην πεποίθηση πως αυτή η προσθήκη υπέσκαπτε την ενότητα του Θεού. Την ίδια λογική την βρίσκουμε και στην Μυσταγωγία του και στην επιστολή του προς τον Αρχιεπίσκοπο της Ακυλείας.»"21
Φυσικά, ο Φώτιος γνώριζε πως η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είχε εγκρίνει το Φράγκικο Φιλιόκβε και πως για τον λόγο αυτό είχε συμφωνήσει με την Συνοδική άρνηση να προστεθεί το Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως. Γνώριζε όμως εξ ίσου, πως οι Φράγκοι ακριβώς επεδίωκαν να εισάγουν το Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως πάνω σε θεολογικήβάση – κάτι που εν καιρώ κατόρθωσαν να κάνουν. Έτσι, καταλήγει ο Μέγιερ: «Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Όρος της Συνόδου του Φωτίου επισήμως αποδοκίμαζε την (θεολογική - και έτσι κι αλλιώς κανονική) χρήση του Φιλιόκβε από τους Φράγκους μισσιονάριους στην Βουλγαρία [σημ.: η φράση που παραθέτει εδώ «τηδιανοίακαιγλώσσαστέγομεν» θυμίζει την Εγκύκλιο του 867 του Αγ. Φωτίου] και δεν απευθυνόταν γενικά εναντίον της Εκκλησίας της Ρώμης, μιας και αυτή δεν χρησιμοποιούσε το Φιλιόκβε εκείνη την εποχή.» 22
Το 1985 ο Δρ. Κωνσταντίνος Σιαμάκης δήλωνε την ίδια ακριβώς άποψη, μέσα στην εκτενή εισαγωγή του στην νέα έκδοση του Τόμου Χαράς του Πατριάρχου Δοσιθέου: «Στην Οικουμενική αυτή Σύνοδο καταδικάστηκε το Φιλιόκβε, σαν διδασκαλία αλλά και σαν προσθήκη μέσα στο Σύμβολο της Πίστεως.» 23Μέσα στην περιγραφή του της 6ηςσυνεδρίας της Συνόδου, δηλώνει: «Το Φιλιόκβε καταδικάζεται….κλπ.» και πιο κάτω: «χωρίς να αναφέρεται στο Φιλιόκβε, ο Αυτοκράτωρ ζητά έναν Όρο από την Σύνοδο, και τα συνοδικά μέλη που παρίσταντο στην συνεδρίαση αυτή, και εκείνοι προτείνουν τον Όρο των πρώτων δύο Οικουμενικών Συνόδων, ήτοι, το Σύμβολο της Πίστεως - αλλά χωρίς καμία προσθήκη - και με τον όρο πως οποιαδήποτε προσθήκη ή αφαίρεση σ’ αυτό θα πρέπει να επισύρει το ανάθεμα της Εκκλησίας. Αυτό έγινε αποδεκτό από τον Αυτοκράτορα, ο οποίος το υπογράφει, και από τα συνοδικά μέλη, τα οποία εκφράζουν την ικανοποίησή τους.» 24
Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως ο Σιαμάκης επεδίωξε μια κριτική έρευνα του κειμένου των Πρακτικών και εξέθεσε την πρόθεση διαφόρων Δυτικών χειρογράφων (π.χ. Κώδικας Βατικανού Graecus 1892 του 16ουαιώνα) καθώς και διαφόρων άλλων Δυτικών συγγραφέων των Πράξεων της Συνόδου αυτής (π.χ. η έκδοση Rader του 1604) να αποκρύψουν το γεγονός πως ο Όρος είναι στην πραγματικότητα μια υπονοούμενη αλλά ολοφάνερη καταδίκη του Φράγκικου Φιλιόκβε.
Πιο πρόσφατα, το 1994, ο Καθηγητής Φειδάς του Πανεπιστημίου Αθηνών δήλωσε την ίδια άποψη στο νέο και εντυπωσιακό εγχειρίδιό του για την Ιστορία της Εκκλησίας. Στον σχολιασμό του για την Σύνοδο του Φωτίου του 879/880 έγραψε πως «η αντίθεση ανάμεσα στην Παλαιά και την Νέα Ρώμη έχει σχέση και με την θεολογικήδιαφωνία για το ‘Φιλιόκβε’ – διαφωνία που τότε δεν είχε αποτελέσει εμπόδιο για την αποκατάσταση της κοινωνίας ανάμεσα στην Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη, αφού δεν είχε εισαχθεί μέσα στο Σύμβολο της Πίστεως από τον Παπικό θρόνο, αλλά είχε πάντως αποκτήσει την εποχή εκείνη δογματικό χαρακτήρα, σε μια εμφανή προσπάθεια να διαφοροποιηθεί η Δύση από την Ανατολή.» Ο Φειδάς επίσης προτείνει πως: «…προφανώς, οι Παπικοί εκπρόσωποι δεν θα είχαν αντιληφθεί τον σκοπό της προτεινόμενης επανάληψης του παραδοσιακού Συμβόλου της Πίστεως μέσα στον Όρο της Συνόδου, η οποία (επανάληψη) είχε ξεκάθαρη σχέση με την καταδίκη της προσθήκης του Φιλιόκβε στο Σύμβολο αυτό – προσθήκη που είχε ήδη υιοθετηθεί στην Δύση από τους Φράγκους… Και όμως, όλοι οι συμμετέχοντες Επίσκοποι είχαν καταλάβει πως (η επανάληψη) εννοείτο ως καταδίκη της προσθήκης του Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως…»25Επί πλέον, ο Φειδάς τονίζει πως η αποδοχή του Όρου από τον Πάπα Ιωάννη Η’ οφειλόταν στην επιρροή του Ζαχαρία Ανάγνων, βιβλιοθηκάριου του Βατικανού, Παπικού απεσταλμένου στην Σύνοδο, και φίλου και συμπαθούντος του Αγ. Φωτίου, στο οποίον αργότερα είχε απευθύνει μια επιστολή ως έκφραση ευχαριστίας.
Οι ανωτέρω αναφορές δείχνουν καθαρά πως η σύγχρονη Ορθόδοξη ακαδημαϊκή αντίληψη είναι ομόφωνη ως προς την κατανόηση του Όρου της Συνόδου του Φωτίου το 879/880, δηλαδή, ότι είχε άμεση αναφορά στην διαμάχη για το Φιλιόκβε. Ο Όρος καταδικάζει το Φιλιόκβε, όχι μόνο σαν προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως, αλλά και σαν διδασκαλία. Φυσικά, γίνεται αντιληπτό πως αυτή η καταδίκη είναι υπονοούμενη, και όχι ρητά εκπεφρασμένη, μέσα στην σαφή και σφοδρή καταδίκη του Όρου για οποιοδήποτε είδος προσθήκης στο Σύμβολο της Πίστεως.
Το ότι αυτή η εμπλοκή είναι αναπόφευκτη, στηρίζεται από το ιστορικό πλαίσιο αυτής της Συνόδου, ήτοι, την σύγκρουση ανάμεσα στον Φώτιο και τους Φράγκους θεολόγους, η οποία (σύγκρουση) βρίσκεται στο προσκήνιο και το παρασκήνιο αυτής της Συνόδου. Το να περιορισθεί αυτή η εμπλοκή σε ένα απλό «κανονικό ζήτημα», που δεν έχει κανένα θεολογικό υπόβαθρο, δεν δικαιολογείται από το κείμενο και το δογματικό-ιστορικό (dogmengeschichtlich) πλαίσιό του, το οποίο προϋποθέτει την αντίθεση του Φωτίου στην Φράγκικη διδασκαλία του Φιλιόκβε. Αυτό μπορεί να γίνει πιο εμφανές, όταν επανεξετασθεί ο ίδιος ο Όρος.
 
γ) Μια επανεξέταση του ιδίου του Όρου της 8ης Οικουμενικής Συνόδου
 
Απ’ όσα γνωρίζω, το ακόλουθο κείμενο είναι η πρώτη, ολοκληρωμένη μετάφραση του Όρου της Ογδόης Οικουμενικής Συνόδου, η οποία εμφανίζεται και στα Πρακτικά της Έκτης και της Έβδομης Συνεδρίας:26
*«Από κοινού καθαγιάζοντες και διατηρούντες ακέραιη την σεβάσμια και θεία διδασκαλία του Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού η οποία έχει θεμελιωθεί στους κόλπους του νοός μας με αδίστακτη αποφασιστικότητα και καθαρότητα πίστεως, καθώς και τις ιερές διατάξεις και τα θεσπίσματα των κανόνων των αγίων Αποστόλων Του με ακλόνητη πεποίθηση, και μάλιστα τις Επτά εκείνες άγιες και οικουμενικές Συνόδους, οι οποίες καθοδηγήθηκαν εμπνεόμενες από το ένα και αυτό Άγιο Πνεύμα και διαμόρφωσαν την (Χριστιανική) διδασκαλία, και από κοινού διαφυλάττουσες απρόσβλητα και ανόθευτα τα κανονικά θεσπίσματα με ειλικρινή και ακλόνητη αποφασιστικότητα, αποβάλλομεν εκείνους που απομακρύνθηκαν από την Εκκλησία, και αγκαλιάζουμε και θεωρούμε άξιους αποδοχής εκείνους της ιδίας πίστεως ή διδασκάλους της ορθοδοξίας στους οποίους οφείλεται τιμή και ιερός σεβασμός, καθώς οι ίδιοι όρισαν. Ούτω, έχοντες κατά νουν και διακηρύττοντες όλα αυτά, αποδεχόμεθα με τον νου και με το στόμα («τηδιανοίακαιγλώσσα») και διακηρύττουμε σε όλους τους ανθρώπους με σθεναρή φωνή τον Όρο (προδιαγραφή) της καθαροτάτης πίστεως των Χριστιανών - ο οποίος ήλθε εις ημάς άνωθεν, μέσω των Πατέρων ημών - αφαιρώντας ουδέν, νοθεύοντας ουδέν, καθ’ ότι η πρόσθεση και η αφαίρεση (όταν δεν έχει ανακινηθεί κάποια αίρεση από τις πανούργες μηχανεύσεις του πονηρού) γίνονται πρόξενοι αποδοκιμασίας εκείνων που δεν επιδέχονται καμία μομφή, και ασυγχώρητης επίθεσης κατά των Πατέρων. Όσο για την πράξη της αλλοίωσης των Όρων (κανονισμών, ορίων) των Πατέρων με νοθευμένα λόγια είναι ακόμα πιο χειρότερη από την άλλη. Ούτω, η αγία και οικουμενική αυτή Σύνοδος, ολόψυχα ενστερνιζόμενη και διακηρύττουσα με θείο πόθο και ευθύτητα του νου και στηρίζουσα και οικοδομούσα επ’ αυτής το στέρεο οικοδόμημα της σωτηρίας, ούτω πιστεύομεν, και μεγαλοφώνως διακηρύττομεν το μήνυμα αυτό εις πάντας:
«Πιστεύω, εις Ένα Θεό, Πατέρα, Παντοκράτορα… και εις Ένα Κύριο, Ιησού Χριστό, τον Υιόν του Θεού τον Μονογενή… και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον,… το εκ του Πατρός εκπορευόμενον…» (εδώ απαγγέλλεται ολόκληρο το Σύμβολο της Πίστεως)
Ούτω πιστεύομεν: εν αυτή τη ομολογία πίστεως εβαπτίσθημεν, μέσω αυτής ο λόγος της αληθείας απέδειξε πως κάθε αίρεση συντρίβεται και ακυρώνεται. Συντάσσομεν ως αδελφούς και πατέρες και συγκληρονόμους της ουρανίου πολιτείας εκείνους που ομοίως πιστεύουν. Εάν όμως τολμήσει κάποιος να ξαναγράψει και να αποκαλέσει «Κανόνα Πίστεως» κάποια άλλη έκθεση- εκτός από αυτήν του ιερού Συμβόλου που έχει διαδοθεί παντού εκ των άνω, από τους ευλογημένους και αγίους Πατέρες μας έως και από εμάς - και να υφαρπάσει το κύρος της ομολογίας εκείνων των θείων ανδρών και να επιβάλλουν τις δικές τους λεκτικές εφευρέσεις (ιδίαις ευρεσιολογίαις) και να τα προβάλλουν ως κοινή διδασκαλία στους πιστούς ή σε εκείνους που επιστρέφουν από κάποια αίρεση, και επιδείξουν το θράσος να νοθεύσουν ολότελα (κατακιβδηλεύσαι αποθρασυνθείη) την αρχαιότητα αυτού του ιερού και σεβαστού Όρου (Κανονισμού) με νόθες λέξεις, ή προσθήκες, ή αφαιρέσεις, τότε αυτός –σύμφωνα με την ψήφο των αγίων και Οικουμενικών Συνόδων η οποία έχει ήδη αναγνωρισθεί ενώπιον ημών – τότε αυτός να καθαιρεθεί εντελώς, εάν τυχόν είναι κληρικός, ή να εκδιωχθεί με ανάθεμα, εάν τυχόν είναι λαϊκός.»
Η κατάνυξη και η αυστηρότητα αυτής της δήλωσης είναι πολύ εντυπωσιακή. Η αναφορά στον Κύριο, στους Αποστόλους και στους Πατέρες ως φύλακες της αληθούς πίστεως, υπονοεί σαφώς πως το ζήτημα που κρίνεται εδώ είναι θεολογικό. Το θέμα δεν είναι απλώς τα λόγια ή η γλώσσα, αλλά ο νους και η σκέψη επίσης. Η όλη δομή υπονοεί ξεκάθαρα πως κάποιο σοβαρό ζήτημα πλανάται στον αέρα, το οποίο όμως δεν κατονομάζεται ευθέως. Στο επίκεντρο είναι το Σύμβολο της Πίστεως, το οποίο δηλώνουν πως είναι αναντικατάστατο, με οτιδήποτε άλλο. Είναι ακόμα χειρότερο πράγμα όμως, αν το Σύμβολο πειραχθεί, ή αν προστεθεί ή αφαιρεθεί κάτι από αυτό. Η πρόσθεση ή η αφαίρεση δεν είναι ένα τυπικό θέμα, αλλά έχει να κάνει με την ουσία της πίστεως, στην οποία κανείς βαπτίζεται και πάνω στην οποία η σωτηρία εντός της Εκκλησίας έχει θεμελιωθεί. Η διάπραξη ενός τέτοιου λάθους δεν μπορεί παρά να σημαίνει απόρριψη της πίστεως που είχε κάποτε παραδοθεί στους αγίους, και συνεπώς δεν μπορεί παρά να επισύρει την εξορία από την Εκκλησία. Τι άλλο θα μπορούσε να έχει κατά νου ο Άγιος Φώτιος από το Φιλιόκβε; Υπήρχε καμία άλλη απειλή κατά του Συμβόλου την εποχή εκείνη;
Το Φιλιόκβε ήταν το μοναδικό πρόβλημα, το οποίο ο ίδιος –πάνω απ’ όλους- είχε νωρίτερα εντοπίσει και αποκηρύξει, όταν αντιλήφθηκε πλήρως την σοβαρότητα του θέματος. Αυτό είναι επίσης το δογματικό πρόβλημα, το οποίο θα επισημάνει πάλι, σύντομα μετά την Σύνοδο αυτή, και για το οποίο θα συγγράψει την εκτενή του πραγματεία. Η χρησιμότητα αυτού του Όρου δεν μπορεί να ήταν άλλη, παρά μόνο σαν ένα είδος «έγκαιρης προετοιμασίας» για την επερχόμενη θύελλα που είχε διαβλέψει. Οι Φράγκοι θεολόγοι είχαν ήδη διαπράξει αυτό το σφάλμα, και πίεζαν υπέρ αυτού, μαζί με τους Πάπες. Η Ρώμη αντιστεκόταν, αλλά για πόσο καιρό ακόμα; Σίγουρα θα σκέφθηκε (ο Αγ. Φώτιος) πως ένας Όρος Οικουμενικής Συνόδου που θα συμπεριελάμβανε αυστηρές ποινές σε εκείνους που θα παραποιούσαν την αρχαία πίστη, θα γινόταν σεβαστός και ο κίνδυνος θα αποτρεπόταν. Το ότι αυτό δεν ήταν μόνο στην σκέψη του Φωτίου αλλά και ολόκληρης της Συνόδου γίνεται εμφανές στις αντιδράσεις των Επισκόπων κατά την ανάγνωση του Όρου.
Διαβάζουμε στα Πρακτικά της Έκτης Συνεδρίας πως μετά από την ανάγνωση του Όρου, οι Επίσκοποι φώναξαν:
*«Έτσι νομίζουμε, έτσι πιστεύουμε, σε αυτήν την ομολογία βαπτισθήκαμε και αξιωθήκαμε να εισέλθουμε στις τάξεις του Κλήρου. Θεωρούμε λοιπόν ως εχθρούς του Θεού και της Αλήθειας εκείνους που σκέπτονται αλλιώς, σε σχέση με αυτά. Εάν κανείς τολμήσει να ξαναγράψει ένα άλλο Σύμβολο της Πίστεως εκτός από αυτό, ή να προσθέσει σε αυτό, ή να αφαιρέσει οτιδήποτε από αυτό, και να επιδείξει το θράσος να το αποκαλέσει «Κανόνα», αυτός θα καταδικασθεί και θα εξορισθεί από την Χριστιανική Ομολογία. Διότι, το να αφαιρεθεί από, ή να προστεθεί στην Αγία και Ομοούσιον και Αχώριστον Τριάδα οτιδήποτε, είναι δηλωτικό του ότι η ομολογία που είχαμε μέχρι την ημέρα αυτή είναι ατελής, [Με άλλα λόγια, το πρόβλημα που υπονοείται, αλλά δεν κατονομάζεται, έχει σχέση με το Τριαδικό Δόγμα], και καταδικάζει την Αποστολική Παράδοση και την διδασκαλία των Πατέρων. Εάν οποιοσδήποτε λοιπόν, έχοντας φτάσει σε τέτοιο βαθμό απροσεξίας, τολμήσει να κάνει αυτό που είπαμε προηγουμένως και έχει προτείνει ένα άλλο Σύμβολο και το ονομάσει «Κανόνα», ή προσθέσει ή αφαιρέσει οτιδήποτε από το Σύμβολο που μας παραδόθηκε από την Πρώτη, Μεγάλη, Αγία και Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, έστω αυτός Ανάθεμα!»"27
Τα Πρακτικά συνεχίζουν, με την καταγραφή της αποδοχής αυτής της κατανυκτικής δήλωσης από τους εκπροσώπους των άλλων Πατριαρχείων και τελικά από τον ίδιο τον Αυτοκράτορα. Η δήλωση του Αυτοκράτορα και η υπογραφή του δεν αφήνουν την παραμικρή αμφιβολία για την σοβαρότητα αυτού του θεολογικού Όρου, που εκδόθηκε από μια οικουμενική Σύνοδο της Εκκλησίας:
*«Εις το Όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, Βασίλειος Αυτοκράτωρ εν Χριστώ, πιστός βασιλεύς των Ρωμαίων, συμφωνών παντοιοτρόπως με αυτήν την αγία και οικουμενική Σύνοδο, σε επιβεβαίωση και επισφράγιση της αγίας και οικουμενικής Εβδόμης Συνόδου, σε επιβεβαίωση και επισφράγιση του Φωτίου, αγιωτάτου Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως και πνευματικού πατρός μου, και σε απόρριψη όλων όσων είχαν γραφτεί ή ειπωθεί εναντίον του, υπογράφω δεόντως, με το δικό μου χέρι.» 28
Εν είδει επιλόγου, μπορούμε να σημειώσουμε πως η εικόνα του Αγίου Φωτίου που αναφαίνεται μέσα από τις πράξεις της Ογδόης Οικουμενικής Συνόδου είναι εικόνα ενός μετρημένου, ευαίσθητου και ώριμου ανδρός. Η σύγκρουση αποφεύγεται μεν, αλλά χωρίς να παραχωρείται το αμετακίνητο σε ζητήματα που αφορούν την πίστη. Επιδεικνύεται μια γενναιοδωρία προς τους άλλους, και τα πάντα είναι διαποτισμένα από ωριμότητα. Και αυτή είναι πράγματι η εικόνα που ο καθηγητής Henry Chadwick έχει πρόσφατα αποφασίσει να προωθήσει.29Αυτή είναι η αυθεντική εικόνα της Ανατολής. Η Σύνοδος του Φωτίου το 879/880 είναι όντως η Ογδόη Οικουμενική, της καθολικής Εκκλησίας, Ανατολικής και Δυτικής και Ορθοδόξου. Είναι μια Σύνοδος Ενότητος – η τελευταία πριν από το μεγάλο Σχίσμα – που βασίστηκε στην κοινή Αγία Παράδοση και ιδιαιτέρως στην ανόθευτη πίστη του Οικουμενικού Συμβόλου της Πίστεως.
 
Σημειώσεις

1.Οι Επτά αυτές Σύνοδοι είναι οι εξής: Νικαίας 1η (325), Κωνσταντινουπόλεως 1η (382), Εφέσου (431/3), Χαλκηδόνος (451), Κωνσταντινουπόλεως 2η (553), Κωνσταντινουπόλεως 3η (680/1), Νικαίας 2η (787).
 
2.Δείτε την πιο πρόσφατη συλλογή Κανόνων των Ρωμαιοκαθολικών Οικουμενικών Συνόδων του Norman R Tanner: Decrees of the Ecumenical Councils, Εκδόσεις Sheed & Ward, Λονδίνο, 1990.
 
3.Οι πιο γνωστές μεταγενέστερες Ορθόδοξοι Οικουμενικές Σύνοδοι είναι εκείνες που ταυτίζονται με τον Αγ. Γρηγόριο τον Παλαμά του 14ουαιώνα, οι Όροι των οποίων αποτελούν θεμελιώδη κείμενα της Ορθοδόξου Δογματικής. Η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως του 1484 – μετά από την Άλωση της Πόλης από τους Τούρκους – η οποία καταδίκασε τις αποφάσεις της ενωτικής Συνόδου της Φεράρας-Φλωρεντίας (1437) 9επίσης αναγνωρίζει τον εαυτό της ως μια «Μεγάλη, Αγία και Οικουμενική Σύνοδο». Το όλο ζήτημα των Οικουμενικών Συνόδων – πέραν των πρώτων οκτώ της πρώτης χιλιετίας – παραμένει, κατά την γνώμη μου, ένα ανοιχτό ερώτημα το οποίο μπορεί – και πρέπει να αντιμετωπισθεί σήμερα.
 
4.Διαβάστε την ανατύπωση 1985 του Θεσσαλονικέα Εκδότη Β. Ρηγόπουλου: Δοσιθέου Πατριάρχου Ιεροσολύμων, Τόμος Χαράς, Εισαγωγή, Σχόλια, Επιμέλεια Κειμένων Κωνσταντίνου Σιαμάκη, Εκδόσεις Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1985. Σύμφωνα με τον Σιαμάκη, η έκδοση αυτή βασίσθηκε σε Χειρόγραφο από τον Αγιορείτικο Μοναστήρι Ιβήρων, το οποίο, δυστυχώς, έχει απωλεσθεί. (cit. pp. 90ff).
 
5. J. D. Mansi, Sacrorum Concilorum nova et amplissima Collectio, (Νέα και διευρυμένη Συλλογή Αγίων Συνόδων) Τόμος 17, cl. 371f. Η έκδοση αυτή είναι ανατύπωση από προγενέστερες εκδόσεις του J. Harduin, του 1703 και του1767. Η έκδοση αυτή βασίσθηκε σε χειρόγραφο που φυλασσόταν στην Βιβλιοθήκη του Βατικανού. Ο Δρ. Σιαμάκης πιστεύει πως μάλλον πρόκειται για το χειρόγραφο με κωδικό Ms Vaticanus Graecus 1115 (15οςαιώνας). Περί αυτής και άλλων αποπειρών στην Δύση να νοθεύσουν τα εν λόγω Πρακτικά, δείτε περισσότερα στην Εισαγωγή του Δρ. Σιαμάκη, cit. pp. 104ff. Περί της Ογδόης Οικουμενικής Συνόδου ο Ρωμαιοκαθολικός Hubert Jedin γράφει:
*«Η Καθολική Εκκλησία αναγνωρίζει την συνέλευση του 869-70 ως οικουμενική σύνοδο. Όχι όμως η Ελληνική Εκκλησία. Ο Άγιος Φώτιος αποκαταστάθηκε και, κατά τον θάνατο του Ιγνατίου, επανατοποθετήθηκε στην πατριαρχική έδρα. Μια σύνοδος που ο ίδιος συγκάλεσε το 879/880 απέρριψε τις αποφάσεις της προηγούμενης συνόδου. Οι Έλληνες μετρούν αυτήν την σύνοδο ως ογδόη οικουμενική σύνοδο, αλλά, ένα δεύτερο σχίσμα προφανώς απεφεύχθη(από το βιβλίο του: Ecumenical Councils of the Catholic Church: A Historical Outline – Οι Οικουμενικές Σύνοδοι της Καθολικής Εκκλησίας: Ένα Ιστορικό Περίγραμμα, Herder: Freiburg, Nelson: Εδιμβούργο, Λονδίνο 1960, σελ. 58). Ο Jedin είναι ανακριβής σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά αυτό είναι χαρακτηριστικό των περισσοτέρων Δυτικών συγγραφέων. Η Σύνοδος είχε συγκληθεί από τον Αυτοκράτορα Βασίλειο και συμμετείχαν οι εκπρόσωποι του Πάπα Ιωάννη Η’ και όλοι οι Ανατολικοί Πατριάρχες. Ο Jedin λέει μεν πως ‘το σχίσμα προφανώς απεφεύχθη’, όμως δεν διευκρινίζει πως αυτό οφειλόταν στο ότι ο Πάπας –δια των εκπροσώπων του- είχε αποδεχθεί όχι μόνο την αποκατάσταση του Αγίου Φωτίου, αλλά και την καταδίκη των προηγουμένων, αντι-Φωτικών συνόδων της Ρώμης και της Κωνσταντινουπόλεως. Πρέπει να προσθέσουμε εδώ, πως τα Πρακτικά της Συνόδου του Ιγνατίου (869/870), των οποίων τα πρωτότυπα δεν σώζονται, βρίσκονται μέσα σε δύο διαμορφωμένες εκδοχές: του Mansi, τόμος 16:16-208 (Λατινικά) και τόμος 16:308-420 (Ελληνικά) οι οποίες διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους. Επ’ αυτού, και για μια πλήρη περιγραφή των 10 Πράξεων των Πρακτικών αυτών, δείτε Σιαμάκη, op. cit. pp. 54-75. Είναι σημαντικό να αναφερθεί εδώ πως η Σύνοδος αυτή ήταν εντελώς ανώμαλη στην σύστασή της, αφού συμπεριελάμβανε ψευδείς εκπροσώπους από την Αλεξάνδρεια και τα Ιεροσόλυμα, και περισσότερους ευγενείς λαϊκούς παρά επισκόπους (μόνο 12) στην αρχή και κατά τις δύο πρώτες συνεδρίες. Τελικά αναφέρονται 130 Επίσκοποι στα Πρακτικά, αλλά στην πραγματικότητα μόνο 84 φαίνεται να υπογράφουν. (op. cit. p. 56f). Η πιο σημαντική ανωμαλία όμως ήταν το γεγονός πως τα Πρακτικά είχαν ακρωτηριασθεί στα πιο κρίσιμα σημεία – ειδικά στο σημείο περί της καταδίκης του Φιλιόκβε !! (op. cit. p. 74)
 
6.Η καταδίκη της Ρωμαιοκαθολικής Ογδόης Συνόδου (η αντι-Φωτική Σύνοδος του 869/870 στην Κων/πολη) από τον Πάπα Ιωάννη Η’ πρωτοδιατυπώνεται στην επιστολή αυτού του Πάπα, «Επιστολή προς τους Αυτοκράτορες Βασίλειο, Λέοντα και Αλέξανδρο». Στην επιστολή αυτή, η οποία αναγνώσθηκε στην δεύτερη συνεδρία της Συνόδου του Φωτίου στην Κωνσταντινούπολη το 879/880 και συμπεριλαμβάνεται στην δεύτερη Πράξη των Πρακτικών, ο Πάπας Ιωάννης Η’ γράφει:
*«κατά πρώτον, ας παραλάβομεν τον Φώτιο, τον εξοχώτατο και ιερώτατο Αρχιερέα του Θεού και Πατριάρχη, αδελφό και συλλειτουργό μας, ο οποίος είναι συνδικαιούχος, συμμέτοχος και κληρονόμος της κοινωνίας η οποία υπάρχει εις την Αγία Εκκλησία των Ρωμαίων… παραλάβετε τον άνδρα αυτό απροσποίητα. Ουδείς να συμπεριφέρεται προσποιητά εξ αιτίας των αδίκων συνόδων που συστάθηκαν εναντίον του. Ουδείς, καθώς μπορεί να κρίνεται ορθόν από πολλούς που συμπεριφέρονται ως αγέλη, να κάνει χρήση των αρνητικών ψήφων των μακαριστών Ιεραρχών που προηγήθηκαν ημών. Αναφέρομαι στον Νικόλαο και τον Αδριανό, ως δικαιολογία (να εναντιωθούν σ’ αυτόν), καθ’ ότι εκείνοι δεν απέδειξαν τι είχε πονηρά κατασκευασθεί εναντίον του… Κάθε πράγμα που είχε γίνει εναντίον του έχει πλέον τελειώσει και έχει εξορισθεί…» (Το Λατινικό κείμενο είναι ως εξής: Ac primum quidem a nobis suscipi Photium praetantissimum ac reverentissimum Dei Pontificem et Patriarcham, in fratrem nostrum et comministrum, eundemque communionis cum sancta Romana ecclesia participem, consortem, et haeredem... Suscipite virum sine aliqua exrusatione. Nemo praetexat eas quae contra ipsum factae sunt innjustas synodos. Nemo, ut plerisque videtur imperitis ac rudibis, decessorum nostrorum beatorum Pontificum, Nicolai inquam, et Hadriani, decreta culpet... Finita sunt enim omnia, repudiata omnia, quae adversus cum gesta sunt, infirma irritaquae reddita...) Mansi τόμος 17, cls. 400D & 401BC.
*Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος, op. cit. p. 281f).

Μια παρόμοια καταδίκη βρίσκεται στην επιστολή του Πάπα Ιωάννη Η’, «Επιστολή προς Φώτιον», όπου γράφει: «Όσο για την Σύνοδο που συγκλήθηκε εναντίον της Σεβασμιότητάς σας, πράγματι την έχουμε ανακαλέσει και εντελώς καταδικάσει και αποβάλλει (από τα αρχεία μας): και λόγω άλλων αιτιών, και επειδή ο μακαριώτατος προκάτοχός μας ο Πάπας Αδριανός δεν την είχε προσυπογράψει…» (Λατινικό κείμενο: Synodum vero, quae contra tuam reverentiam ibidem est habita, rescidimus, damnavimus omnino, et abjecimus: tum ob alias causas, tum quo decessor noster beatus Papa Hadrianus in ea non subscripsit..." Mansi τόμος 17. 416E.
* Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος op. cit. p. 292).

Τέλος, στο υπόμνημα του Πάπα Ιωάννη Η’ Commonitoriumή Mandatumκεφ. 10, το οποίο αναγνώσθηκε από τους παπικούς εκπροσώπους στην Τρίτη Συνεδρία της ιδίας Συνόδου, βρίσκουμε τα ακόλουθα: «Ημείς[ο Πάπας Ιωάννης Η’] επιθυμούμε να δηλωθεί ενώπιον της Συνόδου, ότι η Σύνοδος που έλαβε χώρα εναντίον του προαναφερόμενου Πατριάρχου Φωτίου κατά την εποχή του Αδριανού, του Παναγιώτατου Πάπα στην Ρώμη, και η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως [869/70] πρέπει να εξοστρακισθούν από αυτής της στιγμής και να θεωρηθούν άκυρες και αβάσιμες, και να μην συναριθμηθούν με καμία από τις άλλες άγιες Συνόδους.» Τα Πρακτικά στο σημείο αυτό προσθέτουν: «Η Αγία Σύνοδος ανταποκρίθηκε, λέγοντας: Έχομεν αποκηρύξει αυτήν με τις ενέργειές μας, και την απορρίπτουμε από τα αρχεία μας και αναθεματίζουμε την εν λόγω (Ογδόη) Σύνοδο, όντες ενωμένοι με τον Φώτιο, τον Παναγιώτατο Πατριάρχη μας. Επίσης αναθεματίζουμε εκείνους που θα παραλείψουν να απορρίψουν ότι εγράφη ή ειπώθηκε εναντίον τουαπό την λεγόμενη (Ογδόη) σύνοδο.
(Λατινικό κείμενο: Caput 10. Volumus coram praesente synodo promulgari ut synodus quae facta est contra praedictum patriarcham Photium sub Hadriano sanctissimo Papa in urbe Roma et Constantinopoli ex nunc sit rejecta, irrita, et sine robore; neque connumeretur cum altera sancta synodo. Sancta Synodus respondit: Nos rebus ispsis condemnavimus et abjecimus et anathematizavimus dictam a vobis synodum, uniti Photio sanctissimo nostro Patriarchae: et eos qui non rejiciunt scripta dictave nostra cum in hac dicta a vobis synodo, anathematizamus.) Mansi τόμος 17, cl. 472AB. Επίσης παρ. 489/490E όπου επαναλαμβάνονται αυτά τα σημεία ως αποδεκτά από την Σύνοδο.
* Για το Ελληνικό κείμενο, δείτε: Δοσίθεος op. cit.σελ. 345 και σελ. 361).

Έχω συμπεριλάβει εδώ τα κείμενα αυτά, επειδή επανειλημμένως συναντώ σχόλια σε εργασίες Δυτικών ακαδημαϊκών, ειδικά Ρωμαιοκαθολικών, οι οποίοι προτείνουν συγκεχυμένες - και συχνά αμφισβητούμενες – πληροφορίες περί της ομόφωνης καταδίκης, από Ανατολή και Δύση, της αντι-Φωτικής Συνόδου του 869/870.
 
7. A Successful Council of Union: a theological analysis of the Photian Synod of 879-880, Θεσσαλονίκη 1975, σελ.71.
 
8. Mansi, op. cit., cl. 365.
 
9. The Photian Schism, History and Legend, Cambridge 1948, ανατύπ.. 1970.
 
10. op. cit.
 
11. cf. Εκκλησιαστικὴ Ιστορία, τομ. Β´ Απὸ τὴν Εικονομαχία μέχρι τη Μεταρρύθμιση, Αθήνα 1994, σσ. 92-141.
 
12.Τόμος Χαράς, op. cit. pp. 9-148.
 
13.Από την εργασία του Δρ. Marshall's "Brief Observations on the Council of 879-880 and the Filioque" (Σύντομες Παρατηρήσεις για την Σύνοδο του 879-880 και το Φιλιόκβε) η οποία παρουσιάσθηκε στον Λουθηρανό-Ορθόδοξο Διάλογο στο Κολλέγιο Αγίου Όλαφ στις 21-24 Φεβρουαρίου 1996.
 
14.Το βιβλίο του Photius and the Carolingians: The Trinitarian Controversy, (Ο Φώτιος και οι Καρολίγγειοι: Η Τριαδικές Αντιπαραθέσεις) Εκδόσεις Nordland Publishing Co, Belmont MA 1974.
 
15.Από την σύντομη αλλά περιεκτική έκθεση της Δέσποινας Στρατουδάκη-White, "Saint Photios and the Filioque Controversy," (Ο Άγιος Φώτιος και το Ζήτημα του Φιλιόκβε) στο περιοδικό Patristic and Byzantine Review (Πατερική και Βυζαντινή Επιθεώρηση), τόμος 2:2-3 (1983), σσ. 246-250. Ο Άγιος Φώτιος έγραψε για πρώτη φορά επί του προβλήματος του Φιλιόκβε το 864, στην επιστολή του προς τον Μπόρις-Μιχαήλ των Βουλγάρων [Πατρολογία PG 102:628-692. Κριτική έκδοση των B. Λαουρδας & L. C. Westerink Photius Epistulae et Amphilochia, (Επιστολαί Φωτίου και Αμφιλόχεια) BSB B. G. Teubner Verlagsgesellschaft 1983, σσ 2-39. Για την Αγγλική μετάφραση, δείτε των Δέσποινα Στρατουδάκη-White και Joseph R. Berrigan Jr., The Patriarch and the Prince (Ο Πατριάρχης και ο Πρίγκηπας), Εκδόσεις Holy Cross Orthodox Press, Brookline Mass 1982]. Επίσης αναφέρθηκε στο ζήτημα αυτό στην περίφημη Εγκύκλιο Επιστολή του προς τους Ανατολικούς Πατριάρχες το 867 [Πατρολογία PG 102:721-741 και Λαουρδας-Westerink, op. cit., σσ. 40-53.]. Και πάλι, έγραψε επί του θέματος στον Μητροπολίτη Ακυλείας (Aquileia) το 883 [Πατρολογία PG 102:793-821] και τελικά στην σπουδαία πραγματεία του, την Mystagogy (Μυσταγωγία) την οποία συνέγραψε το 885 [Πατρολογία PG 102:263-392]. Για την πλήρη βιβλιογραφία των μελετών περί του Φωτίου, συμπεριλαμβανομένων αυτών που σχετίζονται με το ζήτημα του Φιλιόκβε, δείτε την εκτενή Βιβλιογραφία μου στην Αθηναϊκή ανατύπωση της Πατρολογίας του Migne's PG 101, σελ. ρκα´ - ρλζ´. Για το Κείμενο της Επιστολής αυτής, η οποία εγράφη σε απάντηση μιας επιστολής που του είχε σταλεί από τον αποστολέα αυτής το 882, δείτε την σημ.16 επάνω, και επίσης του Ι. Βαλέττα Φωτίου Ἐπιστολαί, Λονδίνο 1864, σσ. 165-81. Για την Αγγλική μετάφρασή του, δείτε Δέσποινα Στρατουδάκη-White, "The Letter of St. Photios to the Metropolitan of Aquileia", (Η Επιστολή του Αγίου Φωτίου προς τον Μητροπολίτη της Ακυλείας) Περιοδικό Journal of Modern Hellenism, 6 (1989) 191-206.

16.Αυτό το πλέον διάσημο από τα κείμενα του Αγίου Φωτίου που ασχολείται με το πρόβλημα του Φιλιόκβε, γράφτηκε μόλις 4 χρόνια μετά από την 8ηΟικουμενική Σύνοδο, γεγονός που αποδεικνύει ότι το ζήτημα συνέχιζε να βαραίνει πολύ επί των σχέσεων της Ανατολής και της Δύσης την εποχή εκείνη. * Για το Ελληνικό κείμενο, εκτός από εκείνο που δημοσιεύθηκε στην Πατρολογία PG 102 (δείτε σημ.16 επάνω), δείτε επίσης On the Mystagogy of the Holy Spirit by Saint Photius Patriarch of Constantinople (Περί της Μυσταγωγίας του Αγίου Πνεύματος, του Αγίου Φωτίου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως), μεταφρασμένο από την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως, Εκδόσεις Studion Publishers Inc. 1983, που προσφέρει το Ελληνικό κείμενο μαζί με το Αγγλικό στην απέναντι σελίδα (Μεταφραστής: Ronald Wertz). Μια άλλη Αγγλική μετάφραση με μια χρήσιμη εισαγωγή είναι τουJoseph P. Farrell, The Mystagogy of the Holy Spirit (Η Μυσταγωγία του Αγίου Πνεύματος), Εκδόσεις Holy Cross Press, Brookline MA 1987.

17. op. cit. p. 181.
 
18. op. cit. p. 183.
 
19. op. cit. p. 184.
 
20. op. cit. p. 185.
 
21. op. cit. p. 48.
 
22. op. cit. p. 83.
 
23. cf. op. cit. p. 133f.
 
24.Το κείμενο που χρησιμοποιήθηκε για την μετάφραση αυτή είναι του Δοσιθέου, όπως επανεκδόθηκε, με διορθώσεις από τον Σιαμάκηs. Η έκδοση Mansi επίσης χρησίμευσε συμβουλευτικά.
 
25.Σιαμάκης, op. cit. pp. 379f. και Mansi, op. cit. pp. 516f.
 
26.Σιαμάκης, op. cit. pp. 381 και Mansi, op. cit. pp. 517.
Το σχόλιο αυτό βασίζεται πάνω σε μια πρόσφατη ανταλλαγή επιστολών ανάμεσα στον καθηγ. Chadwick και εμού.

"Ν": Θεού θέλοντος, θα ακολουθήσουν κι άλλα. Ευχαριστώ. Ο Θεός μαζί σας.

Ο Ναυπάκτου Ιερόθεος για την 8η Οικουμενική Σύνοδο

$
0
0
Περί της αναγνωρίσεως της εν Κωνσταντινουπόλει εν έτει 879-880 μ.Χ. συγκληθείσης Συνόδου ως Ογδόης Οικουμενικής

Εισήγηση του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου Ενώπιον της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος την 6ην Οκτωβρίου 2011για την επίσημη αναγνώριση της 8ης Οικουμενικής Συνόδου (απόσπασμα)

Πηγή: Έκδοση Ι. Μ. Πειραιώς: "Ασματικαί Ακολουθίαι τής Αγίας Ογδόης (Η΄) Οικουμενικής Συνόδου". Πειραιεύς 2014. Αναδημοσίευση από ΟΟΔΕ, όπου ολόκληρη η εισήγηση. Ενότητα στο Ιστολόγιό μας για τον π. Ιερόθεο Βλάχο εδώ.

3. Η Σύνοδος του έτους 879-880

Η Σύνοδος που συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη το έτος 879880 και στην οποία προήδρευσε ο Μ. Φώτιος και παρέστησαν τριακόσιοι ογδόντα τρεις (383) Πατέρες από ανατολή και δύση, που εκπροσωπούσαν τα πέντε Πρεσβυγενή Πατριαρχεία, μεταξύ των οποίων και της Παλαιάς Ρώμης, αποκατέστησε την ειρήνη και την ενότητα στην Εκκλησία, ύστερα από διάφορα δυσάρεστα γεγονότα που είχαν προηγηθή. Δεν είναι σκοπός της παρούσης εισηγήσεως να αναφερθή στα γεγονότα αυτά, όπως έγινε με άλλα κείμενά μου33.
Το γεγονός είναι ότι η Σύνοδος αυτή έχει όλα τα στοιχεία να χαρακτηρισθή οικουμενική. Γι’ αυτό και έτσι χαρακτηρίσθηκε από πολλούς Πατέρας και διδασκάλους, όπως τον Θεόδωρο Βαλσαμώνα, τον Νείλο Θεσσαλονίκης, τον Νικόλαο Καβάσιλα, τον Νείλο Ρόδου, τον Μακάριο Αγκύρας, τον άγιο Συμεών τον Θεσσαλονίκης, τον άγιο Μάρκο Εφέσου τον Ευγενικό, τον Ιωσήφ Βρυέννιο, τον Γεννάδιο Σχολάριο, τον Δοσίθεο Ιεροσολύμων, τον Κωνσταντίνο Οικονόμου, κλπ., αλλά και από τους νεωτέρους, όπως τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο Παπαδόπουλο,που έγραψε ότι η Σύνοδος αυτή φέρει «ου μόνον τα εξωτερικά, αλλά και πάντα τα εσωτερικά γνωρίσματα οικουμενικής Συνόδου» και ασχολήθηκε με σοβαρά δογματικά ζητήματα, όπως την προσθήκη του filioque και το πρωτείο του Επισκόπου Ρώμης34. Η Σύνοδος αυτή είναι και λέγεται Οικουμενική, γιατί συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα Βασίλειο τον Μακεδόνα, παρέστησαν σε αυτήν εκπρόσωποι όλων των Πατριαρχείων, προήδρευσε ο Μ. Φώτιος και οι εκπρόσωποι του Πάπα Ρώμης, ασχολήθηκε με σοβαρά δογματικά και εκκλησιολογικά θέματα και οι αποφάσεις της συντονίζονται με την διδασκαλία των Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας, δηλαδή είναι σύμφωνες με την όλη παράδοση της Εκκλησίας.
Τα Πρακτικά της Συνόδου αυτής δημοσιεύθηκαν από τον Δοσίθεο Πατριάρχη Ιεροσολύμων στο βιβλίο του Τόμος Χαράς35, που εκδόθηκε στο Ρήμνιο της Ουγγροβλαχίας τον Σεπτέμβριο του έτους 1705, ενάμιση χρόνο προ του θανάτου του Δοσιθέου. Για την έκδοση των Πρακτικών της Η’ Οικουμενικής Συνόδου χρησιμοποιήθηκε το χειρόγραφο της Μονής των Ιβήρων του 16ου αιώνος36. Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά τα Πρακτικά της Συνόδου αυτής διαπιστώνει ότι η ίδια η Σύνοδος αυτοανακηρύσσεται Οικουμενική και έτσι την τιτλοφορούν οι Βασιλείς, ο Μ. Φώτιος, οι λεγάτοι του Πάπα και τα μέλη της. Ο όρος «οικουμενική» αναφέρεται δεκάδες φορές στα Πρακτικά. Όλα τα μέλη της Συνόδου έχουν την συνείδηση ότι είναι συνέχεια της Ζ’ Οικουμενικής Συνόδου την οποία και επικυρώνουν ως Οικουμενική. Άρα, η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος επικυρώθηκε από την Σύνοδο αυτή την οποία μελετάμε και αυτό, μεταξύ των άλλων, δείχνει την σοβαρότητά της.
Για την σημαντική αυτή Σύνοδο εκπονήθηκε μια σημαντική διατριβή από τον πρεσβύτερο Φίλιππο Ζυμάρη με τίτλο: «Ιστορική, δογματική και κανονική σπουδαιότης της Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως (879-880)», που είναι ακόμη ανέκδοτη37, και προτείνω να την εκδώση η Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, για την σημαντικότητά της. Η διατριβή αυτή υποβλήθηκε στο Τμήμα Ποιμαντικής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και εγκρίθηκε από αυτό, εισηγητής δε ήταν ο Καθηγητής Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας. Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά την διατριβή αυτή διαπιστώνει την μεγάλη σημασία της Συνόδου, που δίκαια έχει αποκληθή ως Η’ Οικουμενική.
Ο συγγραφεύς ξεκινά από την διαπίστωση ότι δυστυχώς στην Δύση η σημαντική αυτή Σύνοδος έχει περάσει είτε ως «ψευδοσύνοδος», είτε ότι δεν έκανε κάποιο σπουδαίο έργο, δηλαδή «δεν προέβη σε καμμιά δογματική απόφαση»38. Όμως, μελετώντας κανείς τα Πρακτικά της πείθεται «για την ύπαρξη στους πατέρες αυτής της Συνόδου μιας σαφούς εκκλησιολογικής συνειδήσεως»39. Ο σκοπός της εν λόγω διατριβής αποβλέπει στην εξακρίβωση «της εκκλησιολογικής σημασίας της Συνόδου του 879-880, η οποία ήτο σημαντική για την Εκκλησία και, τελικώς, όλον τον κόσμο σήμερα»40. Τελικά, αποδεικνύεται ότι «η Σύνοδος αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μία έκθεση εκκλησιολογίας», γιατί όλα τα θέματα που συζητήθηκαν «έχουν ένα κοινό εκκλησιολογικό πλαίσιο, και οι αποφάσεις σχετικώς με τα θέματα αυτά προδίδουν σαφώς την συγκεκριμένη αυτή εκκλησιολογική συνείδηση, η οποία αποτελεί συνέχεια της συνειδήσεως των προηγουμένων Πατέρων της Εκκλησίας». Τα κύρια θέματα που συζητήθηκαν στην Σύνοδο ήταν πέντε, ήτοι:
α) το πρωτείον του πάπα,
β) τα λειτουργήματα στην Εκκλησία και η μεταξύ τους σχέση,
γ) τα τοπικά έθιμα,
δ) η αθρόον χειροτονία, και
ε) το filioque.41.
Είναι επίσης σημαντική η ανάλυση που γίνεται για τις Συνόδους του έτους 869-870, που κατεδίκασε τον Ιερό Φώτιο, και του έτους 879-880, που μελετάμε, από τον Επίσκοπο Αβύδου Κύριλλο Κατερέλο, στην μελέτη του με τίτλο «Η Ρώμη και το Παπικό Πρωτείο επί Πατριαρχείας Ιγνατίου και Ι. Φωτίου (847-886), η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (869-870)»42. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να γίνη μια μικρή αναφορά σε δύο από τα θέματα αυτά για να φανή η σπουδαιότητα της Οικουμενικής αυτής Συνόδου.
 
A. Το πρωτείο του Πάπα

Το ένα θέμα είναι το πρωτείο του Πάπα. Η συζήτηση που έγινε στην Σύνοδο μεταξύ του Μ. Φωτίου, των Ανατολικών Επισκόπων αλλά και των εκπροσώπων του Πάπα έδειξε καθαρά ότι ο Πάπας έχει πρωτείο μέσα στην Εκκλησία, αλλά «με σαφή εκκλησιολογικά όρια», όπως προσδιορίζονται από τον 34ο Αποστολικό Κανόνα, δηλαδή είναι πρώτος μόνο κατά τα πρεσβεία «εντός και όχι υπεράνω της Εκκλησίας. Κατά την θεώρηση αυτή, ο κάθε αρχιερεύς, ο οποίος δεν τηρεί το πνεύμα του Αποστολικού Κανόνος, θέτει εαυτόν εκτός Εκκλησίας και καθαιρείται ή αφορίζεται· οι πάπες δεν αποτελούν εξαίρεση»43.
Εικ. από εδώ
Οι λεγάτοι (εκπρόσωποι)του Πάπα υπεστήριζαν στην Σύνοδο την άποψη ότι μόνον ο άγιος Πέτρος και οι Πάπαι, που είναι διάδοχοί του, έχουν «την εξουσία του δεσμείν και λύειν, δηλαδή την ιερωσύνη. Ως εκ τούτου, ο Πάπας, ως διάδοχος του κορυφαίου των Αποστόλων, είναι η μόνη πηγή της ιερωσύνης, και, επομένως, οποιαδήποτε εξουσία, που συμβαίνει να έχει ο Φώτιος, δεν προέρχεται από την ίδια την αρχιερωσύνη του αλλά από τον Πάπα»44.
Ο Μ. Φώτιος και οι Πατέρες της Συνόδου αυτής «υπεστήριζαν τα πρεσβεία τιμής ως αναγκαία εκκλησιολογική αρχή για την διατήρηση της ενότητος της ανά την οικουμένην Εκκλησίας, κατά τα πρεσβεία τιμής, όμως, η διατήρηση αυτή της ενότητος σαφώς δεν νοείται ως επιβολή από ένα πρώτον, ο οποίος βρίσκεται υπεράνω της Εκκλησίας ως αυθεντία. Η θέση αυτή σαφώς εκφράζεται σε μία επιστολή του Φωτίου, στην οποία τονίζει την Ορθόδοξη ερμηνεία του Ευαγγελικού χωρίου του Ματθ. 16:18-19· η ερμηνεία αυτή οδηγεί στην καίρια εκκλησιολογική αρχή ότι ο κάθε επίσκοπος είναι ισότιμος ως προς την αρχιερωσύνη του»45.
Ο Πάπας έχει το προνόμιο της τιμής και πρέπει να τηρή τους κανόνες της Εκκλησίας, και αυτό το προνόμιο πρέπει να γίνεται μέσα στο πνεύμα των ιερών Κανόνων46. Αυτό σημαίνει ότι ο Πάπας δεν έχει αρμοδιότητες σε άλλες εκκλησιαστικές περιφέρειες. Όταν ο Πάπας δεν τηρή τους κανόνες και θέτει τον εαυτό του υπεράνω της Εκκλησίας, τότε μπορεί να καθαιρεθή, όπως συνέβη με τον Πάπα Νικόλαο Α’, που καθαιρέθηκε, γιατί αναμείχθηκε στην Κωνσταντινούπολη και την Βουλγαρία47. Φαίνεται, λοιπόν, ότι το πρωτείο του Πάπα, κατά τους δυτικούς, δεν τίθεται σε κανονική και εκκλησιολογική προοπτική, αλλά σε δογματική βάση, ότι η ιερωσύνη του Πάπα είναι η πηγή της ιερωσύνης όλων των άλλων Πατριαρχών και Επισκόπων. Εκεί ακριβώς βρίσκεται το θέμα και όχι στα πρεσβεία τιμής και της προεδρίας στην Σύνοδο. Αυτό δεν μπορούσε ποτέ, ούτε και τώρα μπορεί, να γίνη αποδεκτό από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Διαβάζοντας κανείς τα Πρακτικά και τις συζητήσεις που έγιναν κατά την έναρξη της Συνόδου διαπιστώνει ότι στην αρχή φαίνονται δύο τύποι εκκλησιολογίας, ο δυτικός, που θεωρούσε τον Πάπα ως κεφαλή όλης της Εκκλησίας και ο ανατολικός που αναφέρεται στο συνοδικό σύστημα διοικήσεως, βάσει των ιερών κανόνων και της παραδόσεως της Εκκλησίας. Οι λεγάτοι, όπως φαίνεται, προσπάθησαν να επιβάλουν τον δυτικό τύπο εκκλησιολογίας, αλλά με την σοφία και τις έξυπνες παρεμβάσεις του Πατριάρχου Φωτίου και των άλλων μελών επικράτησε πλήρως η ανατολική εκκλησιολογία, που στηρίζεται στο συνοδικό σύστημα διοικήσεως της Εκκλησίας και στην μη ανάμειξη άλλων εκκλησιαστικών διοικήσεων σε μια άλλη εκκλησιαστική διοίκηση.
Είναι χαρακτηριστικός ο πρώτος Κανόνας που συνέταξε η Σύνοδος αυτή κατά την πέμπτη πράξη της, που θεσπίζει την αυτονομία κάθε εκκλησιαστικής διοικήσεως σε θέματα τάξεως και πειθαρχίας. Σύμφωνα με τον κανόνα αυτόν όποιος επίσκοπος, κληρικός ή λαϊκός, που ανήκει στον Πάπα, τιμωρηθή από αυτόν πρέπει να υπόκειται στον ίδιο όρο τιμωρίας και από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και αντιστρόφως. Και καταλήγει ο κανών: «μηδέν των προσόντων πρεσβείων τω αγιωτάτω θρόνω (της) των Ρωμαίων Εκκλησίας μηδέ τω ταύτης προέδρω το σύνολον καινοτομουμένων μηδέ νυν μήτε εις το μετέπειτα»48. Αυτό σημαίνει ότι γίνεται αποδεκτό το συνοδικό σύστημα διοικήσεως και ότι το πρωτείο του Πάπα δεν είναι πρωτείο εξουσίας, αλλά πρωτείο τιμής, δηλαδή ο Πάπας δεν είναι κεφαλή όλης της Εκκλησίας, δεν είναι η πηγή της ιερωσύνης και, κατά συνέπεια, δεν έχει αρμοδιότητα στις άλλες εκκλησιαστικές διοικήσεις.Κατά τον Ζωναρά: «Μη διαφέρεσθαι θέλοντες οι της συνόδου προς αλλήλους τον τε της Πρεσβυτέρας Ρώμης Πάπαν, και τον της νέας ταύτης της Κωνσταντινουπόλεως Πατριάρχην, αλλ’ ομονοείν αλλήλοις· έτι γαρ ήσαν ομόδοξοι και ομόθρονοι»49.
Ο Κανόνας αυτός έχει «καίρια εκκλησιολογική σημασία», αφού «επαναφέρει μία "ευχαριστιακή"θεώρηση της ανά την οικουμένην εκκλησιαστικής δομής». Η εκκλησιαστική σημασία του Κανόνα αυτού δεν βρίσκεται μόνον στο ότι τονίζεται το ισότιμο της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως με την Παλαιά Ρώμη, «αλλά επειδή εννοείται κατ’ επέκταση και η ισοτιμία όλων των τοπικών Εκκλησιών ανά την οικουμένην». Αυτός ο κανόνας «αποτελούσε επανορθωτικό διάβημα κατά της πυραμιδικής δυτικής "παγκόσμιας"εκκλησιολογίας, η οποία εκφράσθηκε στην προηγούμενη Σύνοδο του 869-870 και κατά την οποία η μόνη αληθινή τοπική Εκκλησία με την ανωτέρω έννοια της καθολικότητος είναι η Εκκλησία της Ρώμης, η οποία ταυτίζεται με μία παγκόσμια Εκκλησία, και ο μόνος ουσιαστικός επίσκοπος είναι ο πάπας Ρώμης»50.
 
B. Το filioque

Το δεύτερο σημείο που απασχόλησε την σημαντική αυτή Σύνοδο που μελετάμε είναι το θέμα του filioque που εισήγαγαν οι Φράγκοι στο Σύμβολο της Πίστεως, ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται ως υπόσταση από τον Πατέρα και τον Υιό. Οι Φράγκοι Ιεραπόστολοι είχαν εισαγάγει το filioque στην Βουλγαρία και γι’ αυτό ετέθη το θέμα στην Σύνοδο. Πρόκειται για την «ουσιοκρατική θεώρηση περί της Αγίας Τριάδος, η οποία έχει Νεοπλατωνικές ρίζες». Η ουσιοκρατία επομένως καταστρέφει την σωστή θεολογία της Αγίας Τριάδος διότι καταστρέφει την πηγή της θεότητος, η οποία είναι η μοναρχία του Πατρός»51.
Η συζήτηση για το σοβαρό αυτό ζήτημα έγινε κατά την έκτη συνεδρία και αποφασίσθηκε να απαγορευθή αυτή η κακοδοξία. Με πρόταση του παρισταμένου αυτοκράτορος Βασιλείου η Σύνοδος αποφάσισε να καταδικάση το filioque, δηλαδή την εισαγωγή στο Σύμβολο της Πίστεως από τους Φράγκους της αιρετικής διδασκαλίας περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος εκ του Πατρός και εκ του Υιού, πράγμα το οποίο εισήγαγαν οι Φράγκοι και στην Βουλγαρία. Ο διάκονος και πρωτονοτάριος Πέτρος, κατ’ εντολή του Μ. Φωτίου, ανέγνωσε τον σχετικό όρο, που αναφέρεται στην διατήρηση του Συμβόλου της Πίστεως της Νικαίας, χωρίς την προσθήκη του filioque και την παντελή καθαίρεση των ιερωμένων που προσθέτουν και αφαιρούν στο Σύμβολο της πίστεως ρήματα νόθα, όπως και το ανάθεμα στους λαϊκούς που κάνουν αυτό το έργο. Συγκεκριμένα μετά τα εισαγωγικά ο όρος της Οικουμενικής αυτής Συνόδου διαλαμβάνει:
«Αποβαλλόμεθα μεν ους εξεκκλησίασαν, στέργομεν δε και αποδοχής αξίους έχομεν, ους οία δη ομοδόξους η και της ευσεβείας καθηγητάς τιμήν και σέβας όσιον οφειλομένους απέφηναν. Ούτω περί τούτων φρονούντές τε και ανακηρύττοντες, τον άνωθεν εκ Πατέρων μέχρις ημών κατεληλυθότα της ακραιφνεστάτης των Χριστιανών πίστεως όρον και διανοία και γλώσση στέργομέν τε και πάσι διαπρυσίω τη φωνή περιαγγέλλομεν, ουδέν αφαιρούντες, ουδέν προστιθέντες, ουδέν αμείβοντες, ουδέν κιβδηλεύοντες. Η μεν γαρ αφαίρεσις και η πρόσθεσις, μηδεμιάς υπό του πονηρού τεχνασμάτων ανακινουμένης αιρέσεως, κατάγνωσιν εισάγει των ακαταγνώστων και ύβριν των Πατέρων αναπολόγητον· το δε κιβδήλοις αμείβειν ρήμασιν όρους Πατέρων πολύ του προτέρου χαλεπώτερον. διο τον εξ αρχής της πίστεως όρον πόθω θείω και διανοίας ευθύτητι η αγία και οικουμενική αύτη Σύνοδος ενστερνιζομένη τε και θειάζουσα, και το της σωτηρίας στερέωμα εν αυτώ θεμελιούσά τε και ανεγείρουσα, ούτω φρονεί και κηρύσσειν πάσιν εκβοά»52. Στην συνέχεια διαβάστηκε το Σύμβολο της Πίστεως, χωρίς την προσθήκη της φράσεως «και εκ του Υιού εκπορευόμενον». Και αμέσως μετά ο όρος διαλαμβάνει:
«Ούτω φρονούμεν· εν ταύτη τη ομολογία της πίστεως εβαπτίσθημεν· δι’ αυτής πάσαν αίρεσιν θραυομένην τε και καταλυομένην ο της αληθείας λόγος απέδειξε. τους ούτω φρονούντας αδελφούς και Πατέρας και συγκλήρους της άνω πολιτείας επιγραφόμεθα. ει δε τις ετέραν έκθεσιν παρά τούτο δη το ιερόν σύμβολον, το άνωθεν εκ των μακαρίων και ιερών Πατέρων ημών μέχρις ημών διαφοιτήσαν, τολμήσειεν αναγράψασθαι και όρον πίστεως ονομάσαι, συλήσαί τε το αξίωμα της των θεσπεσίων εκείνων ανδρών ομολογίας και ταις ιδίαις ευρεσιολογίαις τούτο περιάψαι, κοινόν τε μάθημα τούτο προθείναι πιστοίς ή και τοις εξ αιρέσεώς τινος επιστρέφουσι, και ρήμασι νόθοις ή προσθήκαις ή αφαιρέσεσι την αρχαιότητα του ιερού τούτου και σεβασμίου όρου κατακιβδηλεύσαι αποθρασυνθείη, κατά την ήδη προ ημών εκφρωνηθείσαν ψήφον υπό των αγίων και οικουμενικών Συνόδων, ει μεν των ιερωμένων είη τις, παντελεί καθαιρέσει τούτον καθυποβάλλομεν, ει δε των λαϊκών, τω αναθέματι παραπέμπομεν»53.
Η αναφορά στους λαϊκούς παραπέμπει στον Καρλομάγνο που εισήγαγε το filioque και στους Κληρικούς - Επισκόπους της δικαιοδοσίας του Καρλομάγνου που εισήγαγαν το Σύμβολο της πίστεως με το filioque στην λατρεία, και το οποίο διέδωσαν και στην Βουλγαρία. Μετά την ανάγνωση αυτού του όρου όλος «ο παρών ιερός σύλλογος εξεβόησε· Πάντες ούτω φρονούμεν, ούτω πιστεύομεν, εν ταύτη τη ομολογία εβαπτίσθημέν τε και του ιερατικού βαθμού ηξιώμεθα. τους ετέρως δε παρά ταύτα φρονούντας ως εχθρούς Θεού και της αληθείας ηγούμεθα. ει τις παρά τούτο το ιερόν σύμβολον τολμήσει έτερον αναγράψασθαι ή προσθείναι ή υφελείν, και όρον ονομάσαι αποθρασυνθείη, κατάκριτος και πάσης χριστιανικής ομολογίας απόβλητος. το γαρ αφαιρείν ή προσθείναι ατελή την εις την αγίαν και ομοούσιον και αδιαίρετον Τριάδα μέχρι της σήμερον ανέκαθεν ομολογίαν δείκνυσιν· αποστολικής παραδόσεως και της των Πατέρων διδασκαλίας καταγινώσκει. ει τις τοίνυν εις τούτο απονοίας ελάσας τολμήσει, ως ανωτέρω λέλεκται, έτερον εκθέσθαι σύμβολον και όρον ονομάσαι, ή προσθήκην ή αφαίρεσιν εν τω παραδεδομένω ημίν παρά της αγίας και οικουμενικής εν Νικαία το πρώτον μεγάλης Συνόδου ποιήσαι, ανάθεμα έστω»54.
Ο Δοσίθεος Ιεροσολύμων στις «σημειώσεις» του, μετά την παράθεση των Πρακτικών της Η’ Οικουμενικής Συνόδου, γράφει ότι στην Σύνοδο έγινε φανερό ότι και στην Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν είχε εισέλθει ακόμη στο Σύμβολο της Πίστεως κάποια προσθήκη, αλλά εφευρέθηκε εκ των υστέρων. Και εάν οι πρεσβύτεροι του Πάπα Νικολάου εδίδασκαν στην Βουλγαρία την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και εκ του Υιού «εξ ιδίου αυτών φρονήματος, και ουκ από επιταγής του πάπα». Αυτό φαίνεται από το ότι ακόμη και στην Σύνοδο που συνέστησε ο Πάπας Αδριανός με την αίτησή του στον αυτοκράτορα, εναντίον του Φωτίου, δηλαδή στην Σύνοδο του 869-870, ετέθη όρος να είναι το σύμβολον ακαινοτόμητον, και δεν είπαν κάτι διαφορετικό οι τοποτηρητές τους, όπως άλλωστε το ίδιο έκαναν και «οι τοποτηρηταί του πάπα Ιωάννου εν τη παρούση Συνόδω»55.
Φυσικά, εδώ πρέπει να σημειωθή ότι την προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως την εισήγαγε ο Καρλομάγνος στην Σύνοδο του Άαχεν το 809, την επέβαλε στους επισκόπους της επικρατείας του, αλλά τότε αντέδρασε ο Πάπας Ρώμης. Αργότερα όμως το 1009, όταν έγινε Πάπας Ρώμης ο Σέργιος ο Δ΄ που ήταν φραγκόφιλος εισήγαγε το filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, και τότε διεγράφη από τα δίπτυχα και έτσι έχουμε το οριστικό σχίσμα, δηλαδή την απόσχιση της Εκκλησίας της Ρώμης, των φραγκολατίνων, από την Ορθόδοξη Εκκλησία. Από όσα προηγήθηκαν φαίνεται ότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Σύνοδος του 879-880 διασώζει όλα τα εξωτερικά και εσωτερικά στοιχεία της Οικουμενικής Συνόδου. Και αυτό γιατί συνεκλήθη από τον Αυτοκράτορα, όπως όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι, προήδρευσε σε αυτήν μια μεγάλη πατερική φυσιογνωμία, ο Μ. Φώτιος, συμμετείχαν Επίσκοποι από όλες τις Εκκλησίες, ακόμη και οι λεγάτοι του Πάπα, και τα θέματα που αντιμετώπισε ήταν σοβαρά εκκλησιολογικά, δογματικά και κανονικά. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι ερμηνευτές και θεολόγοι χαρακτηρίζουν την Σύνοδο αυτήν ως Η’ Οικουμενική, όπως προαναφέρθηκε.
 
4. Το filioque και το πρωτείο του Πάπα μετά την Σύνοδο του 879-880

St-thomas-aquinas.jpgΌπως είδαμε προηγουμένως η Σύνοδος του 879-880 ασχολήθηκε με δύο σοβαρά θέματα, εκτός των άλλων, ήτοι το filioque και το πρωτείο του Πάπα. Πρόκειται για δύο θέματα τα οποία απασχολούν και σήμερα την Εκκλησία μας στους θεολογικούς διαλόγους. Το πρωτείο του Πάπα είχε εκδηλωθή από τους προηγουμένους Πάπες, ενώ το filioque είχε εισαχθή από τους Φράγκους με την αντίδραση και του Πάπα Ρώμης έως το 1009, ενώ το έτος αυτό εισήχθη στην Εκκλησία της Ρώμης. Τα δύο αυτά σοβαρά θεολογικά ζητήματα είναι δόγματα των Λατίνων και για μας είναι αιρέσεις, οι οποίες συναντώνται και στον μεγάλο δογματικό θεολόγο του Παπισμού, τον Θωμά τον Ακινάτη. Για τον λόγο αυτό θα γίνη μια αναφορά στο τι λέγει ο Θωμάς ο Ακινάτης(φωτο)για τα δύο αυτά θέματα. Η διδασκαλία των Φραγκολατίνων για την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα και από τον Υιό (filioque) συναντάται στα έργα του Θωμά του Ακινάτη. Για παράδειγμα, το διαβάζουμε στο έργο του Summa Theologica, όπου γίνεται η ανάπτυξη του θέματος με ένα στοχαστικό και περίπλοκο τρόπο που προκαλεί πραγματικά ίλιγγο. Στην τριακοστή έκτη (36) ερώτηση του πρώτου μέρους και μάλιστα στο δεύτερο (2) άρθρο με τίτλο «εκπορεύεται το Άγιο Πνεύμα εκ του Υιού;» ο Θωμάς Ακινάτης απαντά σε πέντε αντιρρήσεις που θέτει ο ίδιος.
Στην απάντησή του αρχίζει με την θέση ότι «πρέπει να πούμε ότι το Άγιο Πνεύμα είναι εκ του Υιού». Στην συνέχεια χρησιμοποιεί πολύπλοκους συλλογισμούς που δεν μπορεί κανείς εύκολα να παρακολουθήση και να καταλάβη, έχοντας ως κεντρικό σημείο ότι «δεν μπορούμε να πούμε ότι τα θεία Πρόσωπα διακρίνονται το ένα από το άλλο κατά κάποια απόλυτη έννοια». Συνδέοντας δε τον Λόγο με την διάνοια και το Άγιον Πνεύμα με την αγάπη γράφει: «Ο Υιός εκπορεύεται με τον τρόπο της διάνοιας ως Λόγος και το Άγιον Πνεύμα με τον τρόπο της θελήσεως ως Αγάπη. Όμως η αγάπη υποχρεωτικά εκπορεύεται από τον λόγο. Διότι δεν αγαπάμε κάτι αν δεν το αντιληφθούμε ως διανοητική σύλληψη. Άρα και με αυτόν τον τρόπο γίνεται φανερό ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Υιού». Σε άλλο σημείο της ίδιας ερώτησης αναφέρεται στο ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού, έστω κι αν λέγεται ότι εκπορεύεται μόνον εκ του Πατρός: «Συνεπώς όταν λέμε ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα, αν και προστίθεται ότι εκπορεύεται μόνον από τον Πατέρα, ο Υιός δεν θα εξαιρείτο εκ τούτου· διότι σε σχέση με την αρχή (principle) του Αγίου Πνεύματος, ο Πατήρ και ο Υιός δεν είναι αντίθετοι ο ένας στον άλλο, αλλά μόνο σε σχέση με το γεγονός ότι ο ένας είναι ο Πατήρ και ο άλλος ο Υιός».
Σε άλλο σημείο ο Θωμάς Ακινάτης προσπαθεί να δικαιολογήση γιατί ο Πάπας πρόσθεσε το filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, αν και δεν το έθεσαν οι Πατέρες σε αυτό στις Α’ και Β’ Οικουμενικές Συνόδους: «Σε κάθε σύνοδο της Εκκλησίας γράφεται ένα σύμβολο της πίστεως για να απαντήση σε κάποιο κυρίαρχο σφάλμα που καταδικάστηκε στην σύνοδο εκεί νη την εποχή. Συνεπώς οι επόμενες σύνοδοι δεν περιγράφονται ως σύνοδοι που έφτιαξαν ένα νέο σύμβολο της πίστεως· αλλά αυτό που έμμεσα περιλαμβανόταν στο πρώτο σύμβολο εξηγήθηκε με κάποια προσθήκη που απευθυνόταν εναντίον των αναφυόμενων αιρέσεων». Και η σκέψη αυτή καταλήγει: «Συνεπώς, επειδή κατά την εποχή των αρχαίων συνόδων δεν είχε εμφανισθή το σφάλμα αυτών που λένε ότι το Άγιον Πνεύμα δεν εκπορεύεται από τον Υιό, δεν ήταν αναγκαίο να γίνη κάποια ρητή διακήρυξη σε αυτό το σημείο· ενώ, αργότερα, όταν εμφανίσθηκαν ορισμένα λάθη, σε μια άλλη σύνοδο (Σύνοδος της Ρώμης, υπό τον Πάπα Δαμάσκιο) που συνεκλήθη στην Δύση, το ζήτημα ορίστηκε ρητά από την αυθεντία του Ρωμαίου Ποντίφηκα, υπό την αρχή του οποίου είχαν επίσης συγκληθή και επικυρωθή οι αρχαίες σύνοδοι. Όπως και να είναι, η αλήθεια περιλαμβανόταν σιωπηρά στην πεποίθηση ότι το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται εκ του Πατρός».
Σε άλλη απάντηση ο Θωμάς Ακινάτης υποστηρίζει ότι η άποψη ότι το Άγιον Πνεύμα δεν εκπορεύεται και από τον Υιό εισήχθηκε από τους Νεστοριανούς, και αυτό επηρέασε και άλλους μεταγενέστερους, μεταξύ των οποίων και τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό, αν και μερικοί τον ερμηνεύουν ότι δεν αρνείται το filioque:
«Οι Νεστοριανοί ήταν οι πρώτοι που εισήγαγαν το σφάλμα ότι το Άγιον Πνεύμα δεν εκπορεύεται από τον Υιό, όπως φαίνεται από ένα Νεστοριανό σύμβολο της πίστεως που καταδικάστηκε στην σύνοδο της Εφέσου. Αυτό το λάθος το ασπάσθηκε ο Νεστοριανός Θεοδώριχος (sic) και διάφοροι άλλοι μετά από αυτόν, μεταξύ των οποίων και ο Δαμασκηνός. Συνεπώς σε αυτό το σημείο δεν πρέπει να κρατήσουμε την γνώμη του. Αν και, έχει υποστηριχθή από ορισμένους ότι ενώ ο Δαμασκηνός δεν ομολογεί ότι το Άγιον Πνεύμα ήταν εκ του Υιού, αυτές οι λέξεις του δεν εκφράζουν και άρνηση περί τούτου» (σελ. 4, Φιλ.).
Στην τριακοστή έβδομη (37) ερώτηση του πρώτου μέρους ο Θωμάς Ακινάτης ασχολείται με το θέμα «περί του ονόματος του Αγίου Πνεύματος αγάπης» και περιλαμβάνει δύο άρθρα. Στο πρώτο άρθρο θέτει το ερώτημα: «Είναι η "Αγάπη"το κύριο όνομα του Αγίου Πνεύματος;». Και μεταξύ των άλλων γράφει: «το όνομα Αγάπη στον Θεό μπορεί να εκληφθή ουσιαστικά και προσωπικά. Αν εκληφθή προσωπικά είναι το κύριο όνομα του Αγίου Πνεύματος· όπως ο Λόγος είναι το κύριο όνομα του Υιού. Για να το δούμε αυτό θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι όπως αποδείχτηκε παραπάνω (Έρ.27, Απ. (2), 3,4,5), υπάρχουν δυο εκπορεύσεις στο Θεό, μια διανοητικώς, η οποία είναι η εκπόρευση του Λόγου, και άλλη μια βουλητικώς, η οποία είναι η εκπόρευση της Αγάπης· διότι στο μέτρο που η πρώτη είναι η πλέον γνωστή σε εμάς, έχουμε καταφέρει να αποδώσουμε κατάλληλα ονόματα για να εκφράσουμε τις διάφορες σκέψεις μας (considerations) σχετικά με αυτή την εκπόρευση, όχι όμως σχετικά με την εκπόρευση της βουλήσεως».
Χρησιμοποιώντας την εικόνα και την σχέση του εραστή με τον ερώμενο, κάνει πολύπλοκους συλλογισμούς για να καταλήξη: «Επομένως, στο βαθμό που η αγάπη σημαίνει μόνο τη σχέση του εραστή με το αγαπώμενο αντικείμενο, το "αγάπη"και το "αγαπάν"λέγονται για την ουσία, όπως το "κατανοώ"και το "κατανοείν"· αλλά, από την άλλη πλευρά, στο βαθμό που αυτές οι λέξεις χρησιμοποιούνται για να εκφράσουν την σχέση προς την αρχή της, αυτού που εκπορεύεται με τον τρόπο της αγάπης, και "αντιστρόφως", έτσι ώστε με το "αγάπη"εννοούμε την "αγάπη εκπορευόμενη", και με το "αγαπάν"εννοούμε το "spiration της εκπορευόμενης αγάπης", με αυτή την έννοια η "Αγάπη"είναι το όνομα του προσώπου και το "αγαπάν"είναι ένας θεωρητικός όρος, όπως το "ομιλείν"και το "γεννάν"».
Η βασική σκέψη του ότι το Άγιον Πνεύμα είναι δεσμός της αγάπης μεταξύ του Πατέρα και του Υιού διατυπώνεται ως εξής: «Το Άγιο Πνεύμα λέγεται ότι είναι ο δεσμός του Πατέρα και του Υιού, στο μέτρο που είναι Αγάπη, διότι, μια και ο Πατέρας αγαπά τον Εαυτό Σου και τον Υιό με μια Αγάπη, και, αντιστρόφως, εκφράζεται εν τω Αγίω Πνεύματι, ως Αγάπη, η σχέση του Πατρός προς τον Υιό, και, αντιστρόφως, όπως αυτή του εραστή προς την αγαπημένο. Όμως, από το γεγονός ότι ο Πατήρ και ο Υιός αγαπούν αμοιβαία ο ένας τον άλλο, έπεται αναγκαστικά ότι αυτή η αμοιβαία Αγάπη, το Άγιον Πνεύμα, εκπορεύεται και από τους δυο. Σε ό,τι αφορά την προέλευση, συνεπώς, το Άγιον Πνεύμα δεν είναι το μέσον, αλλά το τρίτο πρόσωπο της Τριάδος· ενώ σε ό,τι αφορά την προαναφερθείσα σχέση (το Άγιον Πνεύμα) είναι ο δεσμός μεταξύ των δυο προσώπων, καθώς εκπορεύεται και από τα δυο». 
Ο Θωμάς ο Ακινάτης, εκτός από το filioque ασχολείται και με το πρωτείο του Πάπα. Θέτει το πρωτείο του Πάπα στην παγκόσμια Εκκλησία σε δογματική βάση, που σημαίνει ότι δεν είναι ένα πρωτείο τιμής, αλλά πρωτείο εξουσίας, οπότε από ένα κανονικό θέμα γίνεται κατ’ εξοχήν δογματικό. Συγκεκριμένα ο Θωμάς ο Ακινάτης στο Contra errores Graecorum γράφει:
«Η πλάνη αυτών που αρνούνται το πρωτείο του Τοποτηρητού του Χριστού για την καθολική Εκκλησία, μοιάζει με την άρνηση της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος σε σχέση με τον Υιό. Πράγματι, είναι ο Ίδιος ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, εκείνος που αγιάζει την Εκκλησία Του και την σφραγίζει με το Άγιον Πνεύμα, όπως με ένα χάραγμα και με μια σφραγίδα. Παρόμοια ο Τοποτηρητής του Χριστού, με το πρωτείο του και με τις φροντίδες του, όπως ένας πιστός δούλος, διαφυλάσσει την καθολική Εκκλησία υποταγμένη στον Χριστό»56.
Ο π. Πλακίδας (από εδώ)
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Olivier Clèmentγράφει ότι «ο "φιλιογκβισμός"ο οποίος κάνει να μοιράζεται από τον Υιό το βασικό προνόμιο, που ανήκει μόνον στο πρόσωπο του Πατρός, θέτοντας το Πνεύμα, σχετικά με την ίδια την υποστατική του ύπαρξη, σε εξάρτηση από τον Υιό, χωρίς αμφιβολία συνετέλεσε στο να αυξήση το θεσμικό και εξουσιαστικό στοιχείο της ρωμαϊκής Εκκλησίας». Και ο π. Πλακίδας Deseilleλέγει ότι ο Olivier Clèment με αυτήν την παρατήρησή του επανέλαβε αυτό που ισχυριζόταν ο Θωμάς ο Ακινάτης. Γιατί «είναι φανερό πως η ρωμαϊκή εκκλησιολογία διαφέρει από την ορθόδοξη και δεν είναι εκπληκτικό ότι και ο Θωμάς Ακινάτος επεσήμανε εδώ μια τριαδική ρίζα»57. ["Ν": Περί Filioque περισσότερα εδώ& εδώ]
 
Συμπέρασμα

Το συμπέρασμα είναι ότι η Σύνοδος του 879 - 880 έχει όλες τις προϋποθέσεις να χαρακτηρισθή ως Η΄ Οικουμενική Σύνοδος. Έτσι έχει περάσει στην συνείδηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας, εκτός των άλλων γιατί προήδρευε ένας μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, ο Μέγας Φώτιος, συνεκλήθη από αυτοκράτορα, ήταν παρούσες όλες οι Εκκλησίες, ακόμη και η Εκκλησία της Ρώμης, καθώς επίσης ασχολήθηκε και με σοβαρά θεολογικά και εκκλησιολογικά ζητήματα και αυτή ανεγνώρισε την Σύνοδο του 787 ως Ζ΄ Οικουμενική.
Το πρόβλημα που υπάρχει σήμερα είναι ότι οι Πάπες της Ρώμης δεν αριθμούν την Σύνοδο του 879-880 ως Η΄ Οικουμενική Σύνοδο, αλλά στην θέση της αριθμούν την Σύνοδο του 869-870, η οποία κατεδίκασε τον Μέγα Φώτιο. Για δύο περίπου αιώνες η Σύνοδος του 869-70 παραμένει σε λήθη, αλλά μόλις τον ενδέκατο αιώνα πρώτος ο Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ (1073 -1085) κάνει μνεία αυτής της Συνόδου. Μάλιστα δε στο τέλος του ενδεκάτου αιώνος «αρχίζουν χρονογράφοι να μνημονεύουν την Σύνοδο»58. Εμείς δε οι σύγχρονοι Ορθόδοξοι σταματούμε την αρίθμηση των Οικουμενικών Συνόδων μέχρι την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο και αυτήν την Σύνοδο δεν την συγκαταλέγουμε ακόμη μεταξύ των Οικουμενικών, αν και στην συνείδηση της Εκκλησίας είναι Οικουμενική, όπως προαναφέρθηκε. Θα το ανεχθούμε αυτό; Δεν πρέπει να εισηγηθούμε στην Πανορθόδοξη Σύνοδο την αναγνώριση της σημαντικής αυτής Συνόδου ως Η΄ Οικουμενικής, όπως το έκαναν πολλοί Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας.
Για τις ησυχαστικές Συνόδους του 14ου αιώνος, και κυρίως την Σύνοδο του 1351, η οποία έχει όντως τα χαρακτηριστικά Οικουμενικής Συνόδου, γιατί εκτός του ότι συγκλήθηκε από αυτοκράτορα και πρωταγωνίσθησε ο μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, συγχρόνως αντιμετώπισε και κατεδίκασε στην ουσία την αιρετική κακοδοξία του actus purus και μπορεί να χαρακτηρισθή ως Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος θα εισηγηθήο Σεβ. Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως και αγαπητός εν Χριστώ αδελφός κ. Ιερεμίας. Όπως έχω ήδη αναφέρει στην αρχή της εισηγήσεως, δεν μας εμποδίζει τίποτε ως Τοπική Εκκλησία να λάβουμε μία συγκεκριμένη απόφαση και να την προτείνουμε να συζητηθή στην Πανορθόδοξο Σύνοδο ή να ενταχθή στην θεματολογία της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου που πρόκειται να συγκληθή, αν, βέβαια, υπάρχη η δυνατότητα, λόγω του ότι το θεματολόγιο έχει καταρτισθή.
Προσπάθησα με συντομία να παρουσιάσω την σοβαρότητα του θεολογικού και εκκλησιαστικού αυτού θέματος και ευχαριστώ την Ιερά Σύνοδο που απεφάσισε να συζητήση το θέμα αυτό στην Ιεραρχία, καθώς επίσης την ευχαριστώ και πάλι για την τιμή που μου έκανε να αναθέση σε μένα την επεξεργασία του θέματος αυτού, παρά το ότι όλοι οι παρόντες αρχιερείς, έχουν γνώση αυτών των θεμάτων, ιδιαιτέρως αυτοί που ασχολούνται επιστημονικά και ομολογιακά με τα σοβαρά αυτά ζητήματα.–
 
Σημειώσεις


33.Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου: Ο Μ. Φώτιος και η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος, Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία.
 
34.Ιωάννου Καρμίρη, Τα Δογματικά… ένθ. ανωτ. σελ. 262, και Επισκόπου Αβύδου Κυρίλλου Κατερέλου: Η Ρώμη και το Παπικό Πρωτείο επί Πατριαρχείας Ιγνατίου και Ι. Φωτίου (847 -886), η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (869 -870), Θεσσαλονίκη 1998, σελ. 313 κ.εξ.
 
35.Δοσιθέου, Τόμος Χαράς, έκδ. Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1995.
 
36.βλ. εισαγωγή Κωνσταντίνου Σιαμάκη εις Δοσιθέου Τόμος Χαράς, ένθ. ανωτ. σελ. 11.
 
37.Πρεσβυτέρου Φιλίππου Ζυμάρη, Ιστορική, δογματική και κανονική σπουδαιότης της Συνόδου Κωνσταντινουπόλεως (879 -880), Θεσσαλονίκη Μάρτιος 2000, ανέκδοτη.
 
38.Ένθ. ανωτ. σελ. 10 -11.
 
39.Ένθ. ανωτ. σελ. 10.
 
40.Ένθ. ανωτ. σελ. 15 -14.
 
41.Ένθ. ανωτ. σελ. 203.
 
42.Επισκόπου Αβύδου Κυρίλλου Κατερέλου, ένθ. ανωτ.
 
43.Ένθ. ανωτ. σελ. 78 -80.
 
44.Ένθ. ανωτ. σελ. 82 -83.
 
45.Ένθ. ανωτ. σελ. 81.
 
46.Ένθ. ανωτ. σελ. 83.
 
47.Ένθ. ανωτ. σελ. 204.
 
48.Δοσιθέου Ιεροσολύμων, ένθ. ανωτ. σελ. 366 -367.
 
49.Ράλλη και Ποτλή, Σύνταγμα θείων και ιερών Κανόνων, τόμος Β΄, σελ. 706.
 
50.π. Φιλίππου Ζυμάρη, ένθ. ανωτ. σελ. 57 -58.
 
51.Ένθ. ανωτ. σελ. 207.
 
52.Δοσιθέου, ένθ. ανωτ. σελ. 378.
 
53.Δοσιθέου, ένθ. ανωτ. σελ. 379.
 
54.Δοσιθέου, ένθ. ανωτ. σελ. 379 -380.
 
55.Δοσιθέου, ένθ. ανωτ. σελ. 416.
 
56.Αρχιμ. Πλακίδα Deseille, Η πορεία μου προς την Ορθοδοξία, μετάφραση Αρχιμ. Συμεών Κούτσα, εκδ. Ακρίτας, Β’ ανατύπωση 1999, σελ. 106.
 
57.Ένθ. ανωτ. σελ. 105 -106.
 
58.Επισκόπου Αβύδου Κυρίλλου Κατερέλου, ένθ. ανωτ. σελ. 306.

Γέροντας Γαβριήλ του Φλαμουρίου - Ακούγοντας έναν άγιο να κλαίει...

$
0
0

Ανάρτηση του ιστολογίου Τι και πώς

Καταρχήν απολογούμαι για την μικρή φωτογραφία με δυσδιάκριτη την μορφή του Γέροντα. Προσπάθησα να την μεγαλώσω αλλά ο Παππούλης τίποτε... πάντα ήταν "εκνευριστικά"ταπεινός.

Χαρά μεγάλη έχω που όλως τυχαίως (;) βρήκα (στην σελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Δημητριάδος) ηχητικά για τον μακαριστό πλέον άγιο Γέροντα Γαβριήλ.
Σας παρακαλώ ακούστε τα ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ και να έχετε την ευχή του και τις πρεσβείες του.
Εμείς τον ζήσαμε και γι'αυτό μαρτυρούμε.
Και έχουμε γράψει γι'αυτόν εδώ:
Ο ταπεινός Γαβριήλ του Φλαμουρίου("Ν": το επικολλούμε κάτω από τα ηχητικά αρχεία).

Διαβάστε και ακούστε! Επεξηγήσεις και στη συνέχεια τα ηχητικά (πατώντας πάνω στους αριθμούς που ακολουθούν - π.χ. μέρος 1ο κ.τ.λ.):

1-3. Σύντομη αναφορά στη ζωή και το έργο του γέροντος Γαβριήλ
(Αφηγείται η μοναχή Ευπραξία - Προσωπική αφήγηση του γέροντος)


4. Περί ταπεινώσεως και μετάνοιας
 

5. Περί αγάπης - Ταπείνωση - Δάκρυα
 

6-10. Ύμνοι Θ. Μεταλήψεως
 

11-12. Περί αγάπης - Ταπείνωση - Δάκρυα
 

13. Ύμνοι Θ. Μεταλήψεως
14. Ουδείς αναμάρτητος
 

15-16. Ύμνοι Θ. Μεταλήψεως
 

17. Οι τελευταίες μέρες της οσιακής ζωής του γέροντος
(Αφηγείται ο π. Συμεών, ηγούμενος της Ι.Μ. Φλαμουρίου)
 

18. Αναφορά από τον μακαριστό γέροντα Γαβριήλ στη μορφή του οσίου Συμεών του μονοχίτωνος και ανυπόδητου και στην ιστορία της Ι.Μ. Φλαμουρίου
 

19-20. Ύμνοι Θ. Μεταλήψεως
 

μέρος 1ο
 

μέρος 2ο
 

μέρος 3ο
 

μέρος 4ο
 

μέρος 5ο
 

μέρος 6ο
 

μέρος 7ο
 

μέρος 8ο
 

μέρος 9ο
 

μέρος 10ο
 

μέρος 11ο
 

μέρος 12ο
 

μέρος 13ο
 

μέρος 14ο
 

μέρος 15ο
 

μέρος 16ο
 

μέρος 17ο
 

μέρος 18ο
 

μέρος 19ο
μέρος 20ο

Ο ταπεινός Γαβριήλ του Φλαμουρίου

Λίγο τον θυμάμαι.
Ένας λιγούτσικος γεροντάκος ήταν που χαμογελούσε με έναν παράξενο τρόπο. Θα έλεγα δεν χαμογελούσε για συγκεκριμένο λόγο ή σε συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά το χαμόγελό του είχε μιαν αφαίρεση και μια γενίκευση ταυτόχρονα. Πως λες ότι κάποιος έχει τάδε μάτια ή χείλη, έ αυτός είχε χαμόγελο. Και υποψιάζομαι πως του είχε μείνει από όραμα ή από την διαρκή αναζήτηση του Δεσπότη Χριστού (ίσως και συνάντηση ).
Ο μακαριστός Χριστόδουλος -που ήταν τότε μητροπολίτης μας- τον αγαπούσε και τον σεβόταν πολύ αλλά και όσοι τον είχαν γνωρίσει, αναφέρονταν σε ύψη αγιότητος.
Γαβριήλ το όνομά του και τόπος του το απομονωμένο μοναστήρι του Φλαμουρίου, πίσω στο Πήλιο, όπου για να πας περνάς λαγκάδια και βουνά πεζοπορώντας.
Ηγουμένευε εκεί και ήταν και πνευματικός γέροντας της γυναικείας Μονής του Αγίου Γερασίμου Μακρινίτσας.


Πηγαίνοντας στο Φλαμούρι


Από μακριά....
 

Με την οικογένειά μου είχε παλαιούς δεσμούς καθώς στο Παλιούρι, το χωριό της μάνας μου, το Φλαμούρι είχε βακούφια και το τότε νεαρό καλογέρι, ο Γαβριήλ, -μαζί με άλλους καλογήρους- κατέλυε στο σπίτι του παππού μου, τους χειμωνιάτικους μήνες που μάζευαν τις ελιές των βακούφικων κτημάτων.
Αυτό το σπίτι ήταν δίπατο με τους χώρους υποδοχής στο ισόγειο και στον επάνω όροφο τις κρεβατοκάμαρες.
Όταν έρχονταν οι καλόγεροι η οικογένεια μαζευόταν στο ισόγειο και άφηνε το πάνω πάτωμα σε κείνους.

 


Οι θειάδες και η μάνα μου πάντα έλεγαν πως όλη τη νύχτα άκουγαν το ντάκα - ντούκου από τις γονυκλισίες των μοναχών, στα σανίδια. Σταματούσαν μόνο στις πέντε το πρωί όταν έφευγαν για το διακόνημά τους στα ελαιοπερίβολα...
Στην κοινή τράπεζα αφηγούνταν στα παιδιά ιστορίες που μύριζαν μοσχοθυμίαμα και συναξάρια αγίων που έφτασαν ως εμάς και τα φυλάμε, ως δώρο του μοναστηριού στην οικογένεια.


 


Αυτός ο Γαβριήλ, συνέχισε τις σχέσεις μαζί μας μέχρι που κοιμήθηκε.
Την μικρότερη κόρη του παππού -που την λένε Γαλάτεια- την φώναζε πάντα Γαλακτίωνα,
Κύριος οίδε από ποιά παρόρμηση ή ενόραση και σε ποιου Γαλακτίωνος αφιέρωση.
Όταν εκοιμήθη ο παππούς, ο γερο Γαβριήλ τον μνημόνευε στην πρόθεση και μια μέρα που η Γαλάτεια πήγε στο μοναστήρι της Μακρινίτσας (ο γέροντας δεν ήξερε ότι θα πάει) όπως ήταν σκαρφαλωμένος και ίσιαζε τα κεραμίδια του ναού, δίχως να την βλέπει της φώναξε:
"Άντε βρε Γαλακτίωνα και έχω να σου πω νέα για τον πατέρα σου.
Σήμερα τον είδα όταν τού έβγαλα μερίδα και ήταν πολύ καλά. Και η μάνα σου σε καλό μέρος είναι αλλά ο πατέρας σου, άλλο πράγμα! Αχ και να ήξερες πού είναι...."
Έτσι μάθαμε πως ο παππούς είναι στον Παράδεισο...
Άλλη φορά πάλι, που -ξανά- απροειδοποίητα η θειά μου πήγε στο ίδιο μοναστήρι να εκκλησιαστεί, η μοναχή που ήταν στο ψαλτήρι της είπε "Άργησες και ο Γέροντας ρωτούσε συνέχεια, δεν ήρθε ακόμη ο Γαλακτίωνας;"
Αυτά βέβαια δεν είναι τα μοναδικά περιστατικά που υπογραμμίζουν το "θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις Αυτού". Υπάρχουν πολλά.
Μια φίλη, που πήγαινε συχνά στον Άγιο Γεράσιμο, μου είχε περιγράψει την εξής σκηνή:
Ο γερο Γαβριήλ ήταν άρρωστος, λίγο πριν το τέλος και έμενε πια στο μοναστήρι των πνευματικών του θυγατέρων για να τον περιποιούνται και να είναι και πιο κοντά στην πόλη και το νοσοκομείο.
Μια μέρα, πήγε μία μοναχή και άρχισε να καθαρίζει τα τζάμια στο κελλάκι του.

 


Ο Γαβριήλ την κοίταζε περίεργα και της λέει "Γιατί το κάνεις αυτό και χάνεις χρόνο από την προσευχή σου; Εμείς στο μοναστήρι δεν τα καθαρίζουμε. Τί μας πειράζουν όπως είναι; Την ψυχή μας να κρατάμε λαμπερή".
Έχει επίσης καταγραφεί ότι "κάποιος ταλαίπωρος χριστιανός ζήλεψε ένα κτήμα του Μοναστηριού στο Φλαμούρι και αγωνιζόταν να το αποκτήσει.
Ο Χριστοταπεινός Γέροντας του έλεγε: Εγώ γυμνός ήλθα στο Μοναστήρι και γυμνός θα φύγω. Αυτό το κτήμα κάποιος χριστιανός, για δικούς του λόγους, το έδωσε στον Άγιο (Συμεών τον μονοχίτωνα και ανυπόδητο). Μην τα βάζεις με τον άγιο γιατί θα κολασθείς.
Αυτός ο ταλαίπωρος επέμενε και δεν παρατούσε το άθλιο έργο του. Ώσπου μια μέρα έβαλε να κάψει κλαδιά, τα οποία είχε κλαδέψει σε κάποιο περιβόλι του και κάηκε πάνω στη φωτιά!!!".

 


Σαν μάθαμε ότι εκοιμήθη -στην πόλη- ο Γέροντας (ήταν μια βαριά χειμωνιάτικη μέρα) και πριν μεταφέρουν το σκήνωμά του στο Φλαμούρι τον είχαν προς προσκύνηση και ευλογία σε ένα σπίτι- μετόχι του μοναστηριού, πήγαμε με ένα φίλο να πάρουμε την ευχή του και να στείλουμε χαιρετίσματα στους δικούς μας.
Είχε πάλι αυτό το χαμόγελο και ήταν ζεστός σαν από πυρετό.....
Μετέφεραν το κουρασμένο κορμί αργά το απόγευμα, με αυτοκίνητο ως ένα σημείο, και μετά φόρτωμα πολύτιμο σε ένα ζώο που γλιστρούσε στα νεροφαγωμένα και χιονισμένα μονοπάτια -μέχρι το μακρινό μοναστήρι- για ώρες.
Τους πήρε νύχτα πηχτή και παγωμένη αλλά κανείς δεν αμφέβαλε ότι το ζώο θα έφτανε -ασφαλώς- στον προορισμό του και έφτασε....
Ο Παππούλης αναπαύτηκε παραδίπλα της Μονής της μετανοίας του για να έχουν πρόσβαση και οι γυναίκες στο μνήμα του, καθώς το Φλαμούρι είναι άβατο.
Τις προάλλες, τον ανέφερε η θειά μου ο... Γαλακτίων και είπα να γράψω γι'αυτόν ως χρέος για τις προσευχές του και ως αντίβαρο στους χάρτινους "ήρωες"της εποχής μας.
Να έχουμε την ευχή του και οι πρεσβείες του να σκεπάζουν την πατρίδα μας και τον κόσμο ολόκληρο.

Η δικαίωση του Βατοπαιδίου με 10 δικαστικές αποφάσεις

$
0
0
 moni-vatopaidiou


Η υπόθεση της Μονής Βατοπαιδίου αναμένεται να απασχολήσει την επικαιρότητα κατά τη νέα δικαστική σεζόν, όπως έγραψε η «κυριακάτικη δημοκρατία» στο προηγούμενο φύλλο της["Ν": μάλλον της Κυριακής 24 Αυγούστου].
Μια υπόθεση που αναδείχτηκε σαν «σκάνδαλο» με πολλές «παραφυάδες» κατηγοριών άλλα, όπως ο χρόνος απέδειξε, ήταν μια μεγαλοπρεπής επικοινωνιακή «φούσκα» με σαφείς πολιτικές στοχεύσεις.
Χαρακτηριστικό είναι ότι μέχρι σήμερα όλες οι δικαστικές αποφάσεις δικαιώνουν τη Μονή και τους εκπροσώπους της!
Η «κυριακάτικη δημοκρατία» επιχειρεί έναν πλήρη απολογισμό όλων των δικαστικών εξελίξεων (λέξη προς λέξη!) που δεν είναι γνωστές στο ευρύ κοινό.
Πρόσφατα το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης δικαίωσε τη Μονή με δέκα (!) δικαστικές αποφάσεις, που έχουν ουσιαστικά καταστήσει ασυμβίβαστες τις κατηγορίες που απέμεναν από τις αρχικές στο βούλευμα του Εφετείου Αθηνών, που ως γνωστόν αναιρέθηκε από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και εκκρεμεί η απόφαση από το τμήμα που ασχολείται.
Το Ελληνικό Δημόσιο κινήθηκε κατά της Μονής και ενώπιον των αστικών δικαστηρίων, ασκώντας περίπου τριάντα αγωγές.
Με τις αγωγές αυτές το Δημόσιο επεδίωκε να αναγνωριστεί η ακυρότητα των ανταλλαγών και να του επιστραφούν τα εξ ανταλλαγής ακίνητα.
Η ακυρότητα των ανταλλαγών θεωρούνταν και δεδομένη και προφανής, ενόψει και των γνωστών ποινικών κατηγοριών αλλά και ενόψει περίπου δέκα άλλων «σπουδαίων» νομικών λόγων με τους οποίους βάλλονταν οι ανταλλαγές κατά το σκεπτικό τον αγωγών του Δημοσίου. 

Στις αγωγές αυτές το Δημόσιο θεωρούσε βέβαιο, αυτονόητο και αυταπόδεικτο:

—ότι η Λίμνη (και οι παραλίμνιες περιοχές) δεν ανήκαν στην Μονή. Επίσης ήταν κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς βέβαιο (σ’ αυτό άλλωστε βασίζεται η ποινική κατηγορία):
—ότι αυτό το γνώριζαν οι Μοναχοί της Μονής, αφού η Βιστωνίδα είναι «Μεγάλη Λίμνη» (με την τεχνική νομική έννοια) και ως εκ τούτου προφανώς κοινόχρηστη, όθεν (δήθεν) ανεπίδεκτη ιδιωτικής κυριότητας,
—ότι, εξάλλου, οι ανταλλαγές έγιναν με προφανή ζημία του Δημοσίου, αφού τα ανταλλαγέντα ακίνητα ήταν πολύ μεγαλύτερης αξίας από την Λίμνη. 
Ήταν τέλος, δήθεν δεδομένο:
—ότι η Μονή ενόψει όλων των ανωτέρω είχε πράξει αδίκως και υπαιτίως και όφειλε γι’ αυτό και τεράστια αποζημίωση για ηθική βλάβη του Δημοσίου.
Έτσι, το Ελληνικό Δημόσιο με σειρά δεκάδων αγωγών, η κάθε μία από τις οποίες ήταν περί τις 200 σελίδες, προσπάθησε να αξιοποιήσει αστικά την ποινική κατηγορία.
 
Όμως το Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης με σειρά δέκα αποφάσεών του που εκδόθηκαν από τρεις διαφορετικές συνθέσεις, με εμπεριστατωμένο σκεπτικό, απέρριψε τις αγωγές του Δημοσίου.
Ειδικότερα, το Πολυμελές Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης εξέτασε το ζήτημα της εγκυρότητας των ανταλλαγών και ερεύνησε τους σχετικούς ισχυρισμούς του Δημοσίου, κεντρική ιδέα των οποίων ήταν ο κατωτέρω συλλογισμός:
(α) αφού η Λίμνη Βιστωνίδα δεν ανήκε στην Μονή (την κρίσιμη χρονική στιγμή αμέσως πριν τις ανταλλαγές), και
(β) αφού αυτό το γνώριζαν οι εκπρόσωποί της (ιδίως ο Καθηγούμενός της και ο Μοναχός Αρσένιος), και το γνώριζαν, μεταξύ άλλων, αφού η Βιστωνίδα είναι μια Μεγάλη και Κοινόχρηστη Λίμνη, επομένως ήταν για όλους προφανές ότι δεν μπορεί να είναι αντικείμενο ιδιωτικής κυριότητας,
(γ) οι εκπρόσωποι της Μονής εξαπάτησαν το Δημόσιο και όλα τα αρμόδια όργανά του, και το παρέπεισαν να μεταβιβάσει στην Μονή άλλα ακίνητα,
(δ) όθεν, η Μονή οφείλει αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης στο Δημόσιο αφού έπραξε με πρόθεση παρανόμως και υπαιτίως και το ζημίωσε
(ε) αλλά και οι ανταλλαγές είναι άκυρες και πρέπει να αποδοθούν τα εξ ανταλλαγής ακίνητα στο Δημόσιο, ή όπου αυτά έχουν μεταβιβαστεί περαιτέρω να αποδοθεί στο Δημόσιο το χρηματικό αντάλλαγμά τους.

Ενόψει αυτού του κεντρικού αγωγικού συλλογισμού, τα Δικαστήρια της Θεσσαλονίκης στις δέκα αποφάσεις τους με εκτενές και εμπεριστατωμένο σκεπτικό:
— κρίνουν ότι δεν τίθεται θέμα ακυρότητας των ανταλλαγών, διότι αυτές ήταν καθ’ όλα νόμιμες (όχι μόνον ως προς τον ως άνω κεντρικό αγωγικό ισχυρισμό, αλλά και ως προς σειρά άλλων δήθεν ακυροτήτων),
— απορρίπτουν ότι υπήρχε ηθική βλάβη που προκάλεσαν οι εκπρώσοποι της Μονής,
—καυτηριάζουν την τακτική του Δημοσίου να «διασπείρει έντεχνα» το ίδιο νομικό ζήτημα σε περισσότερα δικαστήρια, με «πραγματικό κίνδυνο» να εκδοθούν αντιφατικές αποφάσεις.

Η κρίση ότι οι μεταβιβάσεις είναι «νόμιμες και έγκυρες» και δεν στοιχειοθετείται κανένα «ξέπλυμα»

Είναι εμφανές ότι οι κρίσεις του αστικού δικαστηρίου αποδεικνύουν πως δεν μπορεί να υπάρξει κατηγορία και να μετατραπεί η αστική υπόθεση σε ποινική αφού οι κρίσεις αυτές είναι ασυμβίβαστες με την ποινική κατηγορία και με τις ειδικότερες πτυχές της, αλλά και με την εικόνα που είχε καλλιεργηθεί επί οκτώ και πλέον χρόνια σε βάρος της Μονής.
Ειδικότερα με τις αγωγές αυτές το Ελληνικό Δημόσιο ζητούσε να του επιστραφούν ακίνητα που είχε λάβει η Μονή από αυτό σε ανταλλαγή της Λίμνης και των Παραλιμνίων περιοχών, λέγοντας ότι η ανταλλαγή είναι άκυρη, ιδίως είναι άκυρη η προς την Μονή μεταβίβαση άλλων ακινήτων, επειδή δήθεν η Μονή δεν είχε την κυριότητα της Λίμνης Βιστωνίδας και των Παραλιμνίων αυτής περιοχών και επίσης ότι η ανταλλαγή είναι άκυρη επειδή η Μονή άσκησε καταχρηστικά το δήθεν αποδυναμωμένο δικαίωμά της κυριότητας στην Λίμνη και τις Παραλίμνιες περιοχές.

Ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε ως μη νόμιμος προς όλα τα σκέλη του. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι: «τούτο δεν επιφέρει ακυρότητα ούτε της ενοχικής σύμβασης ανταλλαγής, ούτε των εμπράγματων συμβάσεων περί μεταβίβασης της κυριότητας των ανταλλαγέντων ακινήτων.»
Και παρακάτω: «… η 1η εναγομένη (Μονή) νόμιμα απέκτησε την κυριότητα των … οικοπέδων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης…».
Απεφάνθη δηλαδή το δικαστήριο ότι οι ανταλλαγές είναι νόμιμες και έγκυρες και αυτό, ενώ ο συχνότερα χρησιμοποιημένος χαρακτηρισμός αναφορικά με τις ανταλλαγές των ακινήτων τις χαρακτήριζε «ιερές» και η ποινική του «μετάφραση» περνούσε μέσα από την προσπάθεια να δομηθεί ένας συλλογισμός ότι οι ανταλλαγές ήταν για διάφορους λόγους «ιερές» και άρα επιλήψιμες και ειδικότερα άκυρες, και ότι σκοπούσαν σε παράνομο περιουσιακό όφελος της Μονής σέ βάρος του Δημοσίου.
Γιά την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος κυριότητας λόγω αποδυνάμωσης αυτού, η απόφαση δέχεται ότι: «κατά τους ισχυρισμούς του ίδιου του ενάγοντος, η αποδυναμωμένη, κατά το ενάγον κυριότητα της 1ης εναγομένης ήταν η προϋπόθεση της κατάρτισης των συμβάσεων ανταλλαγής και όχι απόρροια αυτών».

Βιστωνίδα (από εδώ)
 
Οι παραδοχές των δικαστικών αποφάσεων είναι αντίθετες με τις κατηγορίες απο της οποίες δήθεν προέκυπτε η επιδίωξη παράνομου οικονομικού οφέλους.
Η κρίση περί μη ακυρότητας του συμβολαίου είναι ασυμβίβαστη και με εκείνο το σκέλος της κατηγορίας, κατά το οποίο, οι εκπρόσωποι της μονής έπεισαν την Συμβολαιογράφο να αποδεχθεί τις ψευδείς δηλώσεις της Μονής για την κυριότητά της στην λίμνη και στις παραλίμνιες εκτάσεις.
Σημαντική είναι η κρίση του δικαστηρίου ότι οι ανταλλαγές είναι έγκυρες διότι νόμιμα μεταβιβάστηκαν τα ακίνητα του Δημοσίου στην μονή. Και δεν στοιχειοθετείται αδικοπραξία ούτε, βεβαίως, ξέπλυμα.
Το δημόσιο επίσης υποστήριζε ότι «η Λίμνη και οι Παραλίμνιες εκτάσεις είναι κοινόχρηστα πράγματα. Ως «Μεγάλη» Λίμνη, η Βιστωνίδα δεν είναι δεκτική κυριότητας από ιδιώτη. Ως κοινόχρηστη δεν μπορεί να μεταβιβαστεί».
Όμως αυτός κατά το δικαστήριο είναι ένας ευλογοφανής μόνον ισχυρισμός του δημοσίου, έχει μεγάλη όμως πρακτική σημασία και φέρει ειδικό σημειολογικό βάρος και στην καλλιέργεια εντυπώσεων στην κοινή γνώμη: το ότι δηλ. η Βιστωνίδα είναι μια (αρκετά) μεγάλη λίμνη κατά την εμπειρική πραγματικότητα και το ότι φαίνεται κατά την εμπειρική πραγματικότητα κοινόχρηστη (πριν έξη χρόνια το σύνθημα ήταν οτι «μπορεί ο καθένας να την επισκεφτεί και να κάνει έναν περίπατο γύρω της») το βλέπουν όλοι.
Επομένως το έβλεπαν και τα στελέχη της Μονής. Ακόμη δηλαδή και εάν κάποια έγγραφα (Χρυσόβουλλοι Λόγοι, Πατριαρχικά Σιγίλια, επίσημα έγγραφα της Ελληνικής Πολιτείας, Νομοθετικά Διατάγματα, Νόμοι και Εισηγητικές Εκθέσεις τους –όλα αυτά πριν το 1955–, Υπουργικές Αποφάσεις, Αποφάσεις Γνωμοδοτικών Συμβουλίων, Αποφάσεις των Πολιτικών Αρχών –μετά το 1955-) τους δημιουργούσαν την πεποίθηση ότι η Λίμνη Βιστωνίδα ανήκε στην Μονή, η απλή και πρόδηλη εμπειρική τους παρατήρηση ότι πρόκειται για Μεγάλη και Κοινόχρηστη Λίμνη θα έπρεπε να εξαρκέσει για να ξεχάσουν όλα τα υπόλοιπα.
Εδώ θα στηριζόταν στην πραγματικότητα ο δόλος των εκπροσώπων της Μονής, γιατί μόνον με αυτόν τον συλλογισμό τέτοιος δόλος θα ήταν αυταπόδεικτος και μεγάλος όσο και η Λίμνη.
Και ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.
 
Ακόμα η απόφαση έκρινε ότι «το ενάγον (Δημόσιο) πρωτίστως στερείται εννόμου συμφέροντος να προβάλει το συγκεκριμένο λόγο ακυρότητας, διότι σκοπός της κοινής χρήσης είναι η εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος … και δεν νοείται επομένως το ενάγον Ελληνικό Δημόσιο, που είναι ο κατεξοχήν εκφραστής του, να ζητεί την ακύρωση μιας δικαιοπραξίας με την οποία μεταβιβάζεται σε αυτό ένα κοινόχρηστο πράγμα προς εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, γεγονός που καταγράφηκε άλλωστε στην επίδικη σύμβαση ως σκοπός της κατάρτισής της».
Η κατηγορία κάνει αναφορά στο γεγονός ότι οι εκπρόσωποι της Μονής επεδίωξαν να υλοποιήσουν τις ανταλλαγές «και παρά το ότι η Βιστωνίδα ανήκε στο Δημόσιο και ως λιμνοθάλασσα και σε κάθε περίπτωση ως μεγάλη λίμνη είχε κοινόχρηστο και εκτός συναλλαγής χαρακτήρα, που ήταν γνωστός στους δύο κατηγορούμενους» και ότι «ουσιαστικά επρόκειτο για χαριστική και παράνομη παραχώρηση».
Η κρίση των πολιτικών δικαστηρίων είναι ασυμβίβαστη με αυτές τις κατηγορίες.
Σε κάθε περίπτωση καταρρέει η άποψη ότι οι εκπρόσωποι της Μονής δεν μπορεί παρά να γνώριζαν ότι η Ι. Μονή δεν έχει κυριότητα λόγω του κοινόχρηστου χαρακτήρα της λίμνης και των παραλίμνιων εκτάσεων.
Ενόψει της νομικής σημασίας των τίτλων της Μονής και του ότι επί τη βάσει των τίτλων αυτών η Μονή διεκδικούσε την Λίμνη εδώ και εκατό χρόνια, δεν μπορεί παρά οι κατηγορίες να είναι κενά συνθήματα («τα Χρυσόβουλλα είναι παλαιά», «οι Πατριάρχες ξεγελάστηκαν από τους Βατοπαιδινούς μοναχούς» κ.ο.κ.).

Άλλο ένα επιχείρημα του Δημοσίου ήταν ότι «η ανταλλαγή προσκρούει στα χρηστά ήθη λόγω δήθεν υπέρμετρης δυσαναλογίας μεταξύ παροχής και αντιπαροχής εις βάρος του Ελληνικού Δημοσίου (δηλ. μικρή αξία της Λίμνης και των Παραλιμνίων έναντι δήθεν δυσανάλογα μεγάλης αξίας των ανταλλαγέντων ακινήτων «αντάλλαξαν νερό (ή επί το ευτελέστερο: νεράκι) με φιλέτα». Δηλαδή: Οι ανταλλαγές ήταν «ιερές» αφού το νερό έγινε φιλέτο».
Και αυτή η άποψη όμως απορρίφθηκε. Είναι φανερό ότι εφόσον το αρμόδιο αστικό δικαστήριο κρίνει ότι δεν υφίσταται φανερή δυσαναλογία μεταξύ των παροχών, δεν μπορεί κάποιος να υποστηρίζει το αντίθετο. 

Ενόψει του περιεχομένου της απόφασης του αστικού δικαστηρίου, είναι ενδεικτικό και σαφές το γεγονός ότι τα πολιτικά δικαστήρια, έκριναν ότι παρέλκει η κατ’ ουσίαν εξέταση της ορθότητας των εκτιμήσεων του ΣΟΕ και κατ’ ακολουθίαν της αξίας των ανταλλαγέντων, και δέχθηκαν ότι οι αξίες των ακινήτων είναι αυτές που το ΣΟΕ εκτίμησε και τα συμβαλλόμενα μέρη αποδέχθηκαν με τις δηλώσεις τους στα συμβόλαια,ασυμβίβαστη με την παραδοχή αυτή του αρμοδίου αστικού δικαστηρίου είναι και η άποψη του ξεπλύματος χρήματος.

Το Δημόσιο επίσης ζητούσε να του επιδικαστεί αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας επειδή δήθεν η Μονή το ζημίωσε παρανόμως και υπαιτίως (άλλως επικουρικά λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού).
Το Πρωτοδικείο απέρριψε και το αίτημα αυτό, σαν αόριστο και επισήμανε το ερώτημα: «πώς νοείται η παραπλάνηση του ενάγοντος ως προς την ίδια την ιδιοκτησία του, η οποία κατά τους αγωγικούς ισχυρισμούς είναι αναμφισβήτητη και αδιάλειπτη ανά τους αιώνες…»; και περαιτέρω διαπιστώνει: «Το ότι η τελευταία εμφανίσθηκε δια των εκπροσώπων της ως εκκλησιαστικός φορέας κύρους, δεν ασκεί έννομη επιρροή, έστω και αν η εμφάνιση αυτή επηρέασε τα παραγωγικά αίτια της βουλήσεως των εκπροσώπων του ενάγοντος, εφόσον δεν αμφισβητείται ότι η 1η εναγομένη ΙΜΒ αποτελεί πράγματι εκκλησιαστικό φορέα κύρους». 

Το Δικαστήριο δεν στέκεται μόνον στην αντιφατικότητα και την αοριστία των κεντρικών αυτών ισχυρισμών του Δημοσίου, αλλά περιέχει και τις ακόλουθες κατά λέξη κρίσεις:
–«Η εν λόγω αξίωση του ενάγοντος [Δημοσίου] αποπειράται να θεμελιωθεί στην ανώμαλη εξέλιξη της συμβατικής σχέσης…». Φυσικά η χρήση της λέξης «αποπειράται» παραδηλώνει ότι αποπειράται απρόσφορα και μάταια…
–«Ανεξαρτήτως του ορισμένου και νομίμου της εν λόγω αξιώσεως…». Πρόκειται για χαρακτηριστική δικαστική έκφραση που συνήθως σημαίνει ότι η αξίωση, εκτός του ότι δεν φαίνεται να προβάλλεται με ορισμένο τρόπο, είναι όλως αμφίβολο εάν στηρίζεται καθόλου στον νόμο.
–«η διάσπαση της αξίωσης του ενάγοντος σε διάφορα δικόγραφα… και η έντεχνη διασπορά ενώπιον διαφόρων δικαστηρίων του αυτού νομικού και πραγματικού ιστορικού δεν διευκολύνει την διεξαγωγή της δίκης, ούτε εξασφαλίζει την ασφαλή διάγνωση της διαφοράς, αφού ελλοχεύει ο πραγματικός κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων για την αυτή αξίωση».
Δηλαδή: αφενός το Δημόσιο δεν έχει ορθή δικονομική συμπεριφορά και αφετέρου αφού ο κίνδυνος έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων είναι πραγματικός, τίποτε δεν δεν είναι τόσο αυτονόητο ως προς την νομική αξιολόγηση των όσων συνιστούν το περίφημο «σκάνδαλο».

Οι αποφάσεις του Πολ. Πρωτ. Θεσσαλονίκης είναι παρόμοιες με αυτές του Πολ. Πρωτοδικείου Αθηνών και δεν περιέχουν δυσμενείς νομικές ή ηθικές κρίσεις για την Μονή.
Όλοι δέχονται (ακόμα και το παραπεπτικό βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών) ότι η απόφαση για τις ανταλλαγές προήλθε απο κυβερνητική βούληση και είναι ολοφάνερο, ότι πιθανόν λάθος πολιτικής βουλήσεως (εάν βέβαια ήταν λάθος) είναι θέμα καθαρά πολιτικό και δεν κρίνεται ούτε από τα αστικά ούτε πολύ περισσότερο απο τα ποινικά δικαστήρια.
Τι νόημα έχει να λέγεται ότι υπήρξαν προτροπές από τους εκπροσώπους της Μονής, πρός υπαλλήλους, προκειμένου να συντελεσθούν οι ανταλλαγές,όταν οι υπάλληλοι είχαν σαφή γραπτή εντολή με νόμιμες Υπουργικές αποφάσεις που εξέφραζαν την πολιτική βούληση της Κυβέρνησης;
Ένα τέτοιο σκεπτικό εάν επικρατήσει, είναι φανερή προσβολή της κοινής νοημοσύνης, ήδη όμως αποδείχτηκε ότι τα πολιτικά δικαστήρια Αθηνών και Θεσσαλονίκης αποφαίνονται οτι οι ανταλλαγές ήταν κατά πάντα έγκυρες.

Συμπλήρωμα περί Εφραίμ, περί Βατοπαιδίου (τι κάνει με τα λεφτά του).

Και ένα μικρό σχόλιο: αν η όποια λίμνη, ή νησί, βουνό, δρυμός κ.τ.λ. (ή ολόκληρη η χώρα μας), αντί για ορθόδοξο μοναστήρι, ανήκε σε κάποια πολυεθνική, δεν θα υπήρχε "σκάνδαλο". Τώρα όμως...

Η αυτοσυνειδησία της 8ης Οικουμενικής Συνόδου &εκκλησιαστικοί άνδρες γι'αυτήν

$
0
0
Ι.
 Η αυτοσυνειδησία της συνόδου του 879 - 880 μ.Χ. ως Η΄ Οικουμενικής Συνόδου

Μαρτυρίες αποσπασμάτων από τα πρακτικά τής Η΄ Οικουμενικής Συνόδου

 Πηγή: Βιβλιάριο Ι. Μ. Πειραιώς: "Ασματικαί Ακολουθίαι τής Αγίας Ογδόης (Η΄) Οικουμενικής Συνόδου". Πειραιεύς 2014 (ΟΟΔΕ).

"Ν": Από τα τρία πρώτα παραθέματα φαίνεται ότι η Σύνοδος εκφράστηκε ως Οικουμενική, ενώ στα τρία επόμενα αυτοχαρακτηρίζεται ευθέως έτσι.

«...Πάντες ούτω φρονούμεν, ούτω πιστεύομεν, εν ταύτη τη ομολογα εβαπτίσθημέν τε και του ιερατικού βαθμού ηξιώμεθα. Τους ετέρως δε παρά ταύτα φρονούντας ως εχθρούς Θεού και τής αληθείας ηγούμεθα. Ει τις παρά τούτο το Ιερόν σύμβολον τολμήσει έτερον αναγράψασθαι ή προσθείναι ή υφελείν, και όρον ονομάσαι αποθρασυνθείη, κατάκριτος και πάσης ομολογίας χριστιανικής απόβλητος. Το γαρ αφαιρείν ή προσθείναι ατελή την εις την αγίαν και ομοούσιον και αδιαίρετον Τριάδα μέχρι της σήμερον ανέκαθεν ομολογίαν δείκνυσιν‧ αποστολικής παραδόσεως και τής τών πατέρων διδασκαλίας καταγινώσκει. 
Ει τις τοίνυν εις τούτο απονοίας ελάσας τολμήσει, ... έτερον εκθέσθαι σύμβολον και όρον ονομάσαι, ή προσθήκην ή υφαίρεσιν εν τω παραδεδομένω ημίν παρά της Αγίας και Οικουμενικής εν Νικαία το πρώτον μεγάλης Συνόδου ποιήσαι, ανάθεμα έστω». (Δοσιθέου Ιεροσολύμων, Τόμος Χαράς, εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 379, 380).

«... Πρέπον εστί μετά πάσης της γενομένης αποδοχής και ενώσεως τής των Ρωμαίων Εκκλησίας, δια μεσιτείας τού αγιωτάτου ημών πατριάρχου Φωτίου, και επί τη υποθέσει ταύτη συμφωνήσαι ημίν... Και ο μη ούτω φρονών και ονομάζων την Αγίαν και Οικουμενικήν εν Νικαία το δεύτερον Εβδόμην Σύνοδον, ως και ο θεοσεβέστατος πρεσβύτερος και καρδινάλιος προείπεν, έστω ανάθεμα». (Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Ιω. Καρμίρη, Τόμος 1, σελ. 227).
 
«...ους μέντοι Φώτιος ο αγιώτατος ημών πατριάρχης κληρικούς ή λαϊκούς ή τού αρχιερατικού και ιερατικού τάγματος εν οιαδήποτε παροικία υπό αφορισμόν ή καθαίρεσιν ή αναθεματισμόν ποιήσει, ίνα έχη αυτούς και ο αγιώτατος πάπας Ιωάννης και η κατ’ αυτόν αγία του Θεού των Ρωμαίων Εκκλησία εν τω αυτώ τής επιτιμίας κρίματι, μηδέν τών προσόντων πρεσβείων‧ τω αγιωτάτω θρόνω τής Ρωμαίων Εκκλησίας μηδέ τω ταύτης προέδρω το σύνολον καινοτομουμένων μηδέ νυν μήτε εις το μετέπειτα». (Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Ιω. Καρμίρη, Τόμος 1, σελ. 228).
 
«Ότι μεν αγαθόν τέλος τα παρ’ ημών πραχθέντα εδέξατο, καν ημείς σιωπήσομεν, οι λίθοι κεκράξονται. Και ο μη στοιχών τοις παρά της αγίας ταύτης και Οικουμενικής Συνόδου πραχθείσι, κεχωρισμένος έσται της αγίας και ομοουσίου Τριάδος». (Τόμος Χαράς, σελ. 367).
 
«... διό τον εξ αρχής τής πίστεως όρον πόθω θείω και διανοίας ευθύτητι η Αγία και Οικουμενική αύτη Σύνοδοςενστερνιζομένη τε και θειάζουσα, και το τής σωτηρίας στερέωμα εν αυτώ θεμελιούσά τε και ανεγείρουσα, ούτω φρονεί και κηρύσσειν πάσιν εκβοά». (Δοσιθέου, Τόμος Χαράς, σελ. 378).
«Ευλογητός ο Θεός, ότι ούτως αι γνώμαι και θελήσεις πάντων τών αγιωτάτων πατριαρχών εις έν συνήλθον, και δια τής κοινής ομονοίας και ειρήνης εις αγαθόν τέλος κατέληξε πάντα τα παρά της Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου εναρχθέντα τε και παραχθέντα». (Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Ιω. Καρμίρη, Τόμος 1, σελ. 367).
 
ΙΙ.
Εκκλησιαστικοί άνδρες περί της Η'Οικουμενικής Συνόδου

  Άγιοι της Εκκλησίας και καθηγητές Θεολογίας συμφωνούν και ομολογούν τη σύνοδο του 879-880 μ.Χ. ως την Η'Οικουμενική

Πηγή: Βιβλιάριο Ι. Μ. Πειραιώς: "Ασματικαί Ακολουθίαι τής Αγίας Ογδόης (Η΄) Οικουμενικής Συνόδου". Πειραιεύς 2014 (ΟΟΔΕ).

Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

Η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος έχει την εξής μεγάλην σπουδαιότητα ότι εκύρωσε τον όρον της Α΄ και Β΄ Οικουμενικής συνόδου και περιεφρούρησε την ομολογίαν τής πίστεως, περιχαρακώσασα αυτήν δια νέου οχυρού χαρακώματος όπως διατελή απρόσβλητος, αφώρισε δε και ανεθεμάτισε τους άλλο τι παρά τούτο φρονούντας, και μη τούτο κοινόν σύμβολον ομολογούντας και απεκατέστησε μεταξύ ανατολής και δύσεως την εκκλησιαστικήν ειρήνην και ενότητα. 
Εν τη συνόδω ταύτη ανεγνωρίσθη η ισότης των αρχιερατικών αξιωμάτων των Επισκόπων Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως και το απόλυτον κύρος των Οικουμενικών συνόδων εις ό υπέκυψε και ο Πάπας αναγνωρίσας τας αποφάσεις αυτής. Εν τη συνόδω ταύτη ο Φώτιος κατήγαγε θρίαμβον, διότι εν αυτή εστέφθησαν οι υπέρ τής ανεξαρτησίας της Εκκλησίας της ανατολής αγώνες αυτού δια πλήρους επιτυχίας και εβασίλευσεν η αλήθεια της ορθοδοξίας υπέρ ής τοσούτον εμόχθησεν (Αγίου Νεκταρίου, Μελέτη Ιστορική περί των αιτιών του σχίσματος, τόμος Α΄, εκδ. Νεκτ. Παναγόπουλου 288-289).
 
Καθηγητής π. Γεώργιος Μεταλληνός

Υπάρχει όμως και η 8η Οικ. Σύνοδος. Είναι η Σύνοδος του 879, επί Μ. Φωτίου. Ο γνωστός δογματολόγος και δάσκαλός μας, ο Ιωάννης Καρμίρης, στην Θεολογική Σχολή Αθηνών, έλεγε ότι η Σύνοδος του 879 επί Μ. Φωτίου, είναι η τελευταία προ του Σχίσματος Γενική Σύνοδος της Αρχαίας Εκκλησίας, με όλα τα γνωρίσματα Οικ. Συνόδου. Η Σύνοδος αυτή καταδικάζει την δυτική αλλοτρίωση εις την διατύπωση του Filioque, τής εκπορεύσεως δηλαδή του Αγίου Πνεύματος, όχι μόνο από τον Πατέρα, όπως ο Χριστός μάς το λέει στο 15,26 τού κατά Ιωάννην Ευαγγελίου - «ό παρά τού Πατρός εκπορεύεται» - αλλά και «εκ του Υιού».
Η 8η Οικ. Σύνοδος είναι η σύνοδος του 879, η οποία καταδικάζει το Filioque, την προσθήκη της φράσεως αυτής εις το Σύμβολον και κυρίως εκείνους που εισήγαγαν στο Σύμβολον αυτή την προσθήκη, δηλαδή τον φραγκικό κόσμο και την ηγεσία του.
 
Καθηγητής Β. Φειδάς

"Εξ άπαντος τρόπου οφείλει ο της Νικαίας συνόδου Όρος, ον και αι λοιπαί Άγιαι και Οικουμενικαί Σύνοδοι επεκύρωσάν τε και επωκοδόμησαν, τούτον και εν ταύτη τη μεγάλη και Οικουμενική Συνόδω αναγνωσθήναι" (Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, τόμος Β΄, σελ. 133).
 
Καθηγητής Ιω. Καρμίρης με αναφορά σε πολλούς

Ο Καθηγητής Ιω. Καρμίρηςαναφέρει ότι η Σύνοδος "αύτη αποτελεσθείσα εκ 383 Πατέρων ανατολικών τε και δυτικών, εκπροσωπούντων τα πέντε αρχαία Πατριαρχεία, παρουσίασε, και κατ'αυτόν τον ρωμαιοκαθολικόν θεολόγον Hergenrother, τοιούτον επιβλητικόν θέαμα, οίον δεν παρουσιάσθη από τών χρόνων της Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου. Δια τούτο, εξακολουθών ομολογεί ούτος, φέρει η Σύνοδος αύτη εξωτερικώς πάντα τα γνωρίσματα Οικουμενικής Συνόδου. Ουδόλως άρα άπορον, ότι ως Ογδόην Οικουμενικήν εθεώρουν αυτήν ο Θεόδωρος Βαλσαμών, Νείλος Θεσσαλονίκης, Νείλος Ρόδου, Συμεών Θεσσαλονίκης, Μάρκος Εφέσου, Γεννάδιος Σχολάριος, Δοσίθεος Ιεροσολύμων, Κωνσταντίνος Οικονόμος και άλλοι: αλλά και η ίδιαΣύνοδος εχαρακτήρισεν αυτήν ως Οικουμενικήν πολλαχού εν τοις πρακτικοίς αυτής, έτι δε ο Πατριάρχης Ευθύμιος και πολλοί άλλοι μέχρι τών συγχρόνων ημίν Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου, F. Dvornik και άλλων". ("Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι", Δεσποίνης Δ. Κοντοστεργίου, εκδ. Πουρναρά, 1997, σελ. 275-297).
Προσθέτουμε τα παρακάτω, από το λήμματης Ορθόδοξης Wikki για τις Οικουμενικές συνόδους:

Επτά είναι οι αναγνωρισμένες Οικουμενικές Σύνοδοι, όπως αναφέρονται και περιγράφονται στα εγχειρίδια κανονικού δικαίου[27]ή στις αναγνωρισμένες συλλογές Ιερών Κανόνων[28].
Παρ όλ'αυτά, θέμα αναγνώρισης και άλλων, πέρα των επτά Οικουμενικών Συνόδων, υπάρχει και συζητείται εδώ και αιώνες στους κόλπους της ορθόδοξης Εκκλησίας. Επάνω στο ζήτημα αυτό, ο καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, έχει κάνει μια σύντομη, συνολική τοποθέτηση[29]:
«Σύνοδοι οικουμενικαί αναγνωρίζονται υπό της καθ'ημάς Εκκλησίας επτά. Εσημειώθησαν εν τούτοις και επί μέρους γνώμαι, καθ'ας και εις άλλας συνόδους δέον να αποδοθή το κύρος της οικουμενικής. Ούτως ως ογδόην Οικουμενικήν Σύνοδον εθεώρησαν την αποκληθείσαν Πρωτοδευτέραν Σύνοδον, την εν έτει 861 υπό του Φωτίου συγκληθείσαν, αυτός δε ο Φώτιος παρετήρησεν, ότι η Εκκλησία τους κανόνας αυτής «τοις τών αδελφών συνόδων κανόσι συνέταξε». (Pitra, Juris ecclesiast. Graecorum historia et monumenta τομ. II σελ. 449), καθώς και ο Βαλσαμών (εις τον πρώτον κανόνα της εν Κων)λει συνόδου, Migne 137, 1004) και ο Βλάσταρις (εν Συντάγματι αλφαβητική Migne 144, 992) και άλλοι τινές. 
Αλλά και η υπό του Φωτίου εν έτει 879-880 συγκληθείσα εις τας οικουμενικάς συνόδους εντάσσεται υπό του Βαλσαμώνος, Νείλου Καβάσιλα, Νείλου μητροπολίτου Ρόδου. Μακαρίου του Αγκύρας, Συμεών του Θεσσαλονίκης, Ιωσήφ του Βρυεννίου, Μάρκου του Έφεσίου, Γεωργίου του Σχολαρίου, Νεκταρίου του Ιεροσολυμίτου (πρβλ. Jugie μν. έργ. Ι σελ. 664-665). Περί ταύτης Αθανάσιος ο Πάριος εν τη Επίτομη αυτού (σελ. 48) γράφει, ότι κοινή μεν οι Χριστιανοί πάντες επτά Οικουμενικάς Συνόδους εγνώρισαν, υπάρχει όμως και ογδόη τις Οικουμενική Σύνοδος, «αλλά μόνοις τοις λογίοις γνωστή». Και εν τη κατά το έτος 1848 εκδοθείση εγκυκλίω επιστολή των τεσσάρων Πατριαρχών προς πάντας τους Ορθοδόξους (Mansi XL στήλ. 383), καθώς και εις Κατηχήσεις τινάς (Νεκταρίου Κεφαλά ["Ν": είναι ο άγ. Νεκτάριος], Ορθόδοξος ιερά Κατήχησις, Αθήναι 1899 σελ. 181 και Βερναρδάκη Ιερά Κατήχησις, Κων)λις 1872 σελ. 41) ως ογδόη Οικουμ. Σύνοδος χαρακτηρίζεται αύτη. 
Ο Γεώργιος Σχολάριος κύρος οικουμενικής συνόδου αποδίδει και εις την εν Κων)λει επί Ανδρονίκου του Β'κατά του λατινόφρονος Βέκκου συγκροτηθείσαν εν έτει 1283 «αγίαν και μεγάλην σύνοδον», (Παρά Jugie μν. έργ. Ι σελ. 665). Ο δε Νείλος Μητροπολίτης Ρόδου ως ενάτην οικουμ. σύνοδον αριθμεί την επί «της βασιλείας του μακαρίτου και αοιδίμου βασιλέως κυρίου Ανδρονίκου» συγκροτηθείσαν εν έτει 1341 εξ αφορμής των Ησυχαστικών ερίδων. Οικουμενικήν εκάλεσε και την επί Μιχαήλ του Κηρουλαρίου αναθεματίσασαν τους Λατίνους εν έτει 1054 σύνοδον ο Ιώβ ο Ιασίτης (Jugie αυτόθ. σελ. 666). Εν δε τω Συντάγματι των Ι. Κανόνων Ράλλη και Ποτλή (τόμ. V σελ. 143) ονομάζεται οικουμενική σύνοδος και η εν Κων)λει εν έτει 1484 συγκληθείσα υπό τον Οικουμ. Πατριάρχην Συμεών σύνοδος, η ανατρέψασα πρώτη την εν Φλωρεντία σύνοδον. Προδήλως όμως αι γνώμαι αύται είναι όλως ατομικαί.».
Πράγματι, αυτή φαίνεται να είναι και η συνολική εικόνα που υπάρχει σήμερα επί του ζητήματος αυτού. Eπτά θεωρούν τις Οικουμενικές Συνόδους, όχι μόνο θεολόγοι όπως οι:
  • Αλιβιζάτος Αμίλκας[30]: "Η Ορθόδοξος Εκκλησία...θα ηδύνατο ίσως να συγκαλέσει εξ ιδίας πρωτοβουλίας την 8ην Οικουμενικήν Σύνοδον...".
  • Ανδρέας Θεοδώρου[31]: "Όπως είναι γνωστό, στήν Εκκλησία αυτή συγκλήθηκαν συνολικά επτά οικουμενικές σύνοδοι. Η τελευταία συγκλήθηκε στη Νίκαια τό 787 για το ζήτημα των ιερών εικόνων. Υπάρχει η άποψη ότι όγδοη οικουμενική σύνοδος δεν μπορεί να συγκληθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία...η γνώμη όμως αύτη είναι δογματικά λανθασμένη...".
Αλλά και άγιοι της Εκκλησίας ή τοπικές σύνοδοι:
  • "Αποκρίσεις των Ορθοδόξων Πατριαρχών της Ανατολής προς τους Αγγλικανούς Ανωμότους (1716/25)"[32]: "...η ημετέρα Ορθόδοξος ανατολική καθολική και αποστολική Εκκλησία ουδέν αλλότριον της του Κυρίου διδασκαλίας παρεδέξατο...αλλ'αεί διακρατεί και φυλάττει εκείνα τα δόγματα καθαρά καί ανόθευτα, οσάπερ εξ αρχής παρ'αυτών των θείων Γραφών εδιδάχθη και δια των Αποστόλων και των θείων και ιερών επτά οικουμενικών Συνόδων παρέλαβε".
  • "Ομολογία Πίστεως της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του 1727"[33]: "...τούτο επισφραγίζομεν ασφαλώς πιστευόμενον, την αγίαν του Χριστού καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν...εις το διηνεκές διαλάμπουσαν, και συγκροτουμένην κανόσι των Αποστόλων και των επτά οικουμενικών Συνόδων και των λοιπών τοπικών...".
  • "Απάντηση της εν Κωνσταντινουπόλει Συνόδου του 1895 προς τον Πάπαν Λέοντα ΙΓ΄"[34]: "Η μία λοιπόν αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία των επτά οικουμενικών Συνόδων επίστευε και εδογμάτιζε συνωδά τοις ευαγγελικοίς ρήμασιν..."[35].
  • Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, στην "Ομολογία της ορθοδόξου πίστεως"[36], δεν εντάσσει την Σύνοδο του 879 στις Οικουμενικές Συνόδους, αφού ξεκινά με την Α΄ και τελειώνει στην Ζ΄ οικ. Σύνοδο[37]: "Δεχόμεθα δε και ασπαζόμεθα τας αγίας και Οικουμενικάς Συνόδους, την εν Νικαία των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων κατά του θεομάχου Αρείου...και την εν Νικαία πάλιν των επτά και εξήκοντα και τριακοσίων Πατέρων κατά των Εικονομάχων". Από εκεί και πέρα διαφοροποιείται και κατατάσσει τις υπόλοιπες συόδους στις "κατά καιρόν ή τόπον...αγίας Συνόδους". Επίσης, δεν εντάσσει στις Οικουμενικές Συνόδους την σύνοδο "κατά του Καλαβρού Βαρλαάμ, και του μετ'εκείνον τα εκείνου φρονούντος και δόλω σπεύδοντας επεκδικείν Ακινδύνου"που για μερικούς θεωρείται η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος. ["Ν": Αυτό δεν σημαίνει οπωσδήποτε κάτι. Υπενθυμίζω ότι η Β΄ Οικ. Σύνοδος (381 μ.Χ.) δεν συγκλήθηκε ως Οικουμενική, αλλά ως σύνοδος των επισκόπων της ανατολικής αυτοκρατορίας. Δηλ. οι Πατέρες της Β΄ Οικουμενικής δεν είχαν υπόψιν ότι συμμετέχουν σε μια Οικουμενική Σύνοδο. Αναγνωρίστηκε ως Οικουμενική από την Δ΄ Οικουμενική (το 451 μ.Χ.), ενώ η Γ΄ Οικουμενική (του 431) είχε συγκληθεί ως Β΄ (βλ. Βασ. Στεφανίδη, Εκκλ. Ιστορία, σελ. 200-201)].
  • Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, στον πίνακα των Συνόδων που παραθέτει[38], την Σύνοδο του 879 επί Φωτίου την κατατάσσει στις "Τοπικές Συνόδους".
  • Ο Άγιος Νεκτάριος Αιγίνηςσημειώνει[39]: "Η έβδομη τέλος εν Νικαία...αναστηλώσασα τας Αγίας είκόνας...Αι επτά Οικουμενικαί ιεραί Σύνοδοι...εισίν οι επτά ακράδαντοι στύλοι της Εκκλησίας...οι επτά υπερύψηλοι πύργοι της αληθείας...οι επτά της πίστεως προμαχώνες...κατά της απιστίας και οι επτά περίβολοι της ορθοδοξίας...".["Ν": αλλού όμως ο άγιος την ονομάζει Η΄ Οικουμενική, όπως είδατε ήδη & θα δείτε και στο τέλος αυτής της ανάρτησης].
  • Επίσης, στις ιστοσελίδες του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η εν Αγία Σοφία σύνοδος επί Φωτίου αναφέρεται απλά ως "Σύνοδος": "Η...ιστορική μαρτυρία ευρίσκεται εις τα πρακτικά της επί Πατριάρχου Φωτίου του Μεγάλου Συνόδου το 879...".
Σε άλλες περιπτώσεις, διαπιστώνουμε μια στάση ουδετερότητας στο θέμα:
  • Ο Νικόλαος Τωμαδάκης γράφει[40]: "Τούτο εγένετο δια της καλούμενης ογδόης οικουμενικής συνόδου (879-880), η οποία συνελθούσα εν Κωνσταντινουπόλει ανεγνώρισεν ως κανονικήν την πρώτην εκλογήν του Φωτίου".
  • Και ο Μητρ. Δράμας, Διονύσιος[41]: "...δεν παραλείπει να αναφερθεί και στην λεγομένη ογδόη οικουμενική σύνοδο, την συγκληθείσα δηλαδή επί Φωτίου με τη συμμετοχή και αντιπροσώπων του πάπα.".
Εντούτοις, σε κανονικά και θεολογικά έργα ή έργα εκκλησιαστικής ιστορίας και συνοδικά κείμενα, συχνά βλέπουμε αναφορές με θετικό τρόπο σε μια Η΄(όγδοη) ή και -σπανιώτερα- σε μία Θ΄(ένατη) Οικουμενική Σύνοδο:
  • "Απάντηση των Ορθοδόξων Πατριαρχών της Ανατολής προς τον Πάπα Πίο Θ’ (1848)"[42]: "...κατά την Η΄ οικουμενικήν Σύνοδον, την εν Κωνσταντινουπόλει συγκροτηθείσαν επί ειρήνη των ανατολικών τε και δυτικών Εκκλησιών". ["Ν": αυτή την αναφορά εννοούσα όταν έγραψα αλλούότι η σύνοδος είναι ήδη αναγνωρισμένη].
  • Ο Άγιος Μάρκος ο Εφέσου[43]: "Αποδέχομαι και ασπάζομαι προς ταις ειρημέναις επτά Συνόδοις, και την μετ'αυτάς αθροισθείσαν επί...του αγιωτάτου Πατριάρχου Φωτίου, την και Οικουμενικήν ογδόην ονομασθείσαν".
  • Ο Νείλος, Μητροπολίτης Ρόδου[44]: "Η αγία και οικουμενική αύτη όγδοη σύνοδος...κατά το από Χριστού 879 έτος..."[45]. Επίσης αναφέρεται και σε 9η Οικ. Σύνοδο[46]: "Η αγία και οικουμενική αύτη εννάτη σύνοδος γέγονεν επί της βασιλείας του μακαρίτου και αοιδίμου βασιλέως, κυρίου Ανδρονίκου του Παλαιολόγου...". Σημ.: Ο Ιωάννης Καρμίρης σχολιάζει την αναφορά σε 9η Οικ. Σύνοδο, του Νείλου Ρόδου, ως εξής: "Η παρούσα Σύνοδος εχαρακτηρίσθη υπό του Νείλου Ρόδου ως Θ'Οικουμενική (!)"[47].
  • Ο Θεόδωρος Βαλσαμών, στην ερμηνεία του στους "Κανόνες εκτεθέντες παρά της αγίας συνόδου της εν των περιωνύμω ναώ της του Θεού Λόγου Σοφίας συστάσης..."[48]αναφέρει[49]: "...εκ τούτου σκάνδαλα μέσον των δύο εκκλησιών ανεφύοντο, ελαλήθησαν τα περί τούτου κατά τον καιρόν της οικουμενικής ταύτης συνοδού."
  • Ο καθηγητής της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, Ηλίας Τανταλίδης:[50]: "...ο Φώτιος δια ταύτην...την γενναίαν πάλην...και δια την συγκρότησιν της Η΄ ταύτης Οικουμενικής Συνόδου...".
  • Ο Διομήδης-Κυριακός Αναστάσιος[51]: "Η αληθής όγδοη οικουμενική σύνοδος (879)".
  • O Δεληκωστόπουλος Αθανάσιος[52]:"...δεν κατέστη δυνατή, για την Ορθόδοξο Ανατολική Εκκλησία, η σύγκλιση μιας ένατης Οικουμενικής Συνόδου, η οποία και θα επεκύρωνε τα πρακτικά και τα αποφασισθέντα από την Όγδοη Οικουμενική Σύνοδο του έτους 879.".
  • Ο Σ. Κελαρτζής[53]: "Περί της ογδόης οικουμενικής συνόδου, της εν Κωνσταντινουπόλει".
  • Ο Ιωάννης Ρωμανίδης[54]: "Η επί Μεγάλου Φωτίου Η΄ Οικουμενική Σύνοδος του 879 κατεδίκασε το Φραγκικόν FILIOQUE...". Και αναφέρεται επιπλέον σε 9η Οικουμενική Σύνοδο[55]: "Αυτήν την αίρεσιν του Βαρλαάμ κατεδίκασε η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος το 1341".
  • Το ίδιο και ο καθηγητής Γεώργιος Μεταλληνός[56]: "Η επί Μ. Φωτίου Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως του 879 είναι για την Ορθοδοξία η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος...όπως οι Ησυχαστικές Σύνοδοι του 14ου αι. (1341, 1347, 1351) είναι η Θ΄ Οικουμενική Σύνοδος της Ορθοδοξίας. Δεν μπορεί να υπάρξει Μεγάλη Σύνοδος της Ορθοδοξίας, που δεν θα τις διακηρύξει ως Οικουμενικές.".
Κατά συνέπεια, το θέμα της αναγνώρισης Οικ. Συνόδων πέρα των αρχαίων επτά είναι ένα σημαντικό έργο που αναμένεται να επιτελέσει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Καθώς φαίνεται, το πιθανότερο να συμβεί είναι πράγματι, η επίσημη αναγνώριση μια όγδοης Οικ. Συνόδου (ίσως και μίας έννατης). Τουλάχιστον όσον αφορά την "εν Αγία Σοφία"σύνοδο επί Φωτίου του 879, οι αποφάσεις της, σιωπηλά, φαίνεται να έχουν αναγνωρισμένο κύρος, χωρίς εντούτοις να δύναται η εν λόγω σύνοδος να ονομαστεί επισήμως Η΄ Οικουμενική Σύνοδος:
  • Γράφει ο Ιωάννης Καρμίρης[57]: "Η παρούσα Σύνοδος [του 879] κατατάσσεται μεν συνήθως μεταξύ των αρχαίων Τοπικών Συνόδων, ων κατακλείει την σειράν, αλλ'εν τη πραγματικότητι είναι η τελευταία γενική Σύνοδος της ηνωμένης αρχαίας Καθολικής Εκκλησίας, εκδούσα αποφάσεις δογματικοσυμβολικού και κανονικού περιεχομένου... Αποτελεσθείσα αύτη εκ 383 Πατέρων ανατολικών τε καί δυτικών, εκπροσωπούντων τα πέντε αρχαία Πατριαρχεία, παρουσίασε...τοιούτον επιβλητικόν θέαμα, οίον δεν παρουσιάσθη από των χρονών της Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου. Δια τούτο... φέρει η Σύνοδος αύτη εξωτερικώς... και εσωτερικώς... πάντα τα γνωρίσματα Οικουμενικής Συνόδου. Ουδόλως άρα άπορον, ότι ως ογδόην Οικουμενικήν εθεώρουν αυτήν οι Θεόδωρος Βαλσαμών, Νείλος Θεσσαλονίκης, Νείλος Ρόδου, Συμεών Θεσσαλονίκης, Μάρκος Εφέσου, Γεννάδιος Σχολάριος, Δοσίθεος Ιεροσολύμων, Κωνσταντίνος Οικονόμος και άλλοι. Αλλά και η ιδία Σύνοδος, εχαρακτήρισεν εαυτήν ως Οικουμενικήν πολλαχού εν τοις πρακτικοίς αυτής... Παρά ταύτα δ'όμως η Ορθόδοξος Καθολική Εκκλησία επισήμως δεν ανεκήρυξεν αυτήν εισέτι ως ογδόην Οίκουμενικήν, θεωρούσα ως θεμέλιον της Ορθοδοξίας τας επτά αρχαίας Οικουμενικάς Συνόδους.".
  • Και η Δέσποινα Κοντοστεργίου συμφωνεί[58]: "Διά την Σύνοδον αυτήν υπάρχουν διάφοροι ονομασίαι: ο μεν Ιω. Καρμίρης, την ονομάζει: «Η εν Κωνσταντινουπόλει γενική Σύνοδος του 879-80, ό.π. σελ. 261 κ.ε., ο δε Ιω. Ρωμανίδης: «Η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος εν Κωνσταντινουπόλει τω 879-80, ό.π. σελ. 166 κ.ε. και Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τ. Α', Θεσσαλονίκη, 1983, σελ. 342 κ.ε. Και ο Β. Σταυρίδης: «Η Σύνοδος του 879-880, Γ'Φωτιανή Σύνοδος, ό.π. σελ. 238 κ.ε. Το γεγονός είναι ότι η Σύνοδος αύτη δεν ανεκηρύχθη επισήμως ως Η΄ Οικουμενική, αν και είχεν όλα τα γνωρίσματα Οικουμενικής Συνόδου".
  • Και προσθέτει ο Νικόλαος Ματσούκας[59]: "Η σύνοδος...του 879/80, στην Κωνταντινούπολη, είχε τη συνείδηση πως ήταν οικουμενική, αναγνώρισε τη σύνοδο του 787, στη Νίκαια, ως έβδομη οικουμενική, επισήμανε τι ακριβώς είναι τό πρωτείο τιμής του επισκόπου Ρώμης, αποκατέστησε στο θρόνο του τον πατριάρχη Φώτιο, και αναγνώρισε το σεβασμό των κατά τόπους εθών που ακολουθούν οι Εκκλησίες. Η σύνοδος αυτή, που αναγνωρίστηκε ήδη από πολλούς ως οικουμενική...μπορεί ν'αναγνωριστεί ως οικουμενική και επίσημα από μια άλλη γενική σύνοδο. Ωστόσο η προτεραιότητα ανήκει στο φρόνημα της κοινότητας.". και αλλού[60]: "Θα μπορούσε να πει κανείς ότι και η σύνοδος του 879/80, στην Κωνσταντινούπολη, είναι οικουμενική, όχι μόνο γιατί η ίδια είχε τη συνείδηση ότι είναι οικουμενική...αλλά γιατί έγινε αποδεκτή από το πλήρωμα της Εκκλησίας, μια και ο ρόλος της ήταν οικουμενικός...Επομένως θα μπορούσε να καταταγεί στην ιστορία της Ορθόδοξης Εκκλησίας ως Η΄ οικουμενική σύνοδος."[61].
Η παράδοση που ισχύει στην Ορθόδοξη Εκκλησία μετά την Α΄ Οικ. Σύνοδο, είναι να αναγνωρίζουν οι επόμενες Σύνοδοι τις προγενέστερες. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και με την πιθανή αναγνώριση της όγδοης ή και έννατης Οικ. Συνόδου:
  • Όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Μπούμης[62]: "Την διαδικασίαν ταύτην μαρτυρεί η πραξις της ηνωμένης Εκκλησίας των επτά Οικουμενικών Συνόδων, κατά την οποίαν παρατηρείται το φαινόμενον, μεταγενέστεροι σύνοδοι π.χ. οικουμενικαί να επικυρώνουν προηγουμένας οικουμενικάς ή και τοπικάς συνόδους."
  • Ενώ ο ιστορικός Βασίλειος Στεφανίδης αναφέρει[63]: "Εφ'όσον δεν αναγνωρίζεται επισήμως ως ογδόη οικουμενική σύνοδος, η τυχόν μέλλουσα να συνέλθη οικουμενική σύνοδος πρέπει να ασχοληθή και με το ζήτημα τούτο."
  • Αυτή είναι η γνώμη και του Αγίου Νεκταρίου Αιγίνης[64]: "..η εν έτει 879 μ.Χ. επί Φωτίου... συγκροτηθείσα ογδόη Σύνοδος... έχουσα μεν οικουμενικόν το κύρος, αλλ'ουχί ακόμη και το όνομα, πριν ανακήρυξη αυτήν ως τοιαύτην, κατά το επικρατήσαν έθος, άλλη διάδοχος οικουμενική Σύνοδος.".

Five Orthodox Words I Wish Everyone Knew

$
0
0
Orthodox Christian Network

 


I don’t know many languages, but in each one, there are words that I wish we had in English. The same is true in different dialects (for instance, I’m sorry that the word “y’all” isn’t commonly used by non-Southerners). But that desire to co-opt vocabulary is never more pronounced than when I consider some of the Orthodox words that I have read or heard. There are words from the Orthodox lexicon that capture the spirit – literally – of our human experience so well that I’m sorry they aren’t more generally known.

For instance …
 

1. Nous

Meaning: “The nous as the eye of the soul, which some Fathers also call the heart, is the center of man and is where true (spiritual) knowledge is validated. (OrthodoxWiki)”


What it means to me: I have heard this described as “the mind within the heart.” This is so different from my Western understanding that I can only hope to gain comprehension over time. But it strikes me as being a big improvement on the modern assumption that you have to choose whether to be “a head person” or “a heart person.”
 

2. Podvig

Meaning: “ascetic struggle … striving against our passions in order to grow closer to God. (OrthodoxInfo)”
 

What it means to me: St. Paul told his spiritual children to “work out your salvation with fear and trembling (Philippians 2:12),” but until I came to Orthodoxy, I received very little helpful instruction on the subject. I heard the life of faith described in my early Christian days as a “walk with the Lord.” But I couldn’t understand that, even with my sparse Biblical knowledge. Was Jacob “walking” when he fought with an angel until the angel dislocated his hip – thus earning him the name ‘Israel,’ (‘Struggles with God’)? Was Job “walking”? Or Joseph? Or the prophets? Everyone is different, but I feel as though the life of faith didn’t start for me until I began to think of it in terms of a podvig.
 

3. Prelest

Meaning: a false spiritual state, a spiritual illness, “a wounding of human nature by falsehood” — St. Ignatius Brianchaninov.” (OrthodoxWiki)
 

What it means to me: You can think that you’re getting better and better – closer and closer to God, more and more victorious over your passions – and you can be dead wrong. That is incredibly helpful in terms of seasoning acts of prayer, fasting, and good works with humility. And remembering the need to be obedient to Church teaching and the counsel of your spiritual father.
 

Orthodox Psychotherapy: The Science of the Fathers by Metropolitan Hierotheos Vlachos of Nafpaktos  translated by Esther Williams4. Logismoi

Meaning: Images with thoughts; “When the Fathers speak of `thoughts’(logismoi), they do not mean simple thoughts, but the images and representations behind which there are always inappropriate thoughts.” — Hierotheos (Vlachos) of Nafpaktos, Orthodox Psychotherapy.


What it means to me: Imagery plays an inordinately large part in my thought processes and memories, and I had never considered until I read this how much ‘images with thoughts’ distract me during times of prayer, worship, and contemplation.
 

5. Acedia

Meaning: A severe spiritual sloth. Speaking to monks in his care, St. John Cassian wrote “And when [acedia] has taken possession of some unhappy soul, it produces dislike of the place, disgust with the cell, and disdain and contempt of the brethren who dwell with him or at a little distance, as if they were careless or unspiritual. It also makes the man lazy and sluggish about all manner of work which has to be done within the enclosure of his dormitory.” (Saint John Cassian, Institutes, Book 10)
 

What it means to me: I first heard this word by a Catholic author, Kathleen Norris, who wrote a book of her experience with this terrible spiritual plague. What she conveyed very well in her talk was that acedia might be thought of as “a killing boredom.” I have never forgotten that idea that sloth, which is hardly thought of these days as more than a vague problem, can be a cancer of the soul.

There are more words that I could mention, but those are the ones that come to mind – which Orthodox words make your list?


Click:

ORTHODOX PSYCHOTHERAPY
Christianity in a Plain Brown Wrapper
People as Liturgical Beings
Orthodoxy's Worship: The Sanctification of the Entire World
Theosis, St. Silouan and Elder Sophrony  
LIVE, BEYOND THE LIMITS!
The Path to Renewal of the Heart  
The Sacrament of the Heart
The Psychology of Atheism
A Deer Lost in Paradise

A Different Light: Youthful Travelers in Contemporary America 

Video shows police beat Christians - Διωγμοί κατά των χριστιανών στην Κίνα...

$
0
0

Από εδώ.

Ενα ανελέητο κυνήγι έχει ξεσπάσει στην Κίνα ενάντια των Χριστιανών, με την αστυνομία να καταλαμβάνει εκκλησίες και να τις κατεδαφίζει, την ώρα που οι πιστοί ζουν σε καθεστώς τρόμου. Επεισόδια ξέσπασαν στην πόλη Γουενζού, στα νοτιοανατολικά, όταν οι Χριστιανοί οχυρώθηκαν μπροστά από ναό, προσπαθώντας να εμποδίσουν τους αστυνομικούς.

Από τις αρχές του χρόνου, αξιωματούχοι του Κομμουνιστικού Κόμματος έχουν δώσει εντολή για την κατεδάφιση δεκάδων εκκλησιών στην επαρχία Ζεγιάνγκ, ενώ από άλλους ναούς αφαιρούνται οι σταυροί από τον τρούλο με το επιχείρημα ότι πρόκειται για παράνομες κατασκευές. Η κίνηση όμως μεταφράζεται σαν μία προσπάθεια να περιοριστεί η αυξανόμενη δημοτικότητα του Χριστιανισμού στην Κίνα, όπως αναφέρει το CNN. Η πόλη Γουενζού είναι στο επίκεντρο όλων αυτών, καθώς θεωρείται προπύργιο του Χριστιανισμού.

Εξαιτίας της κατάστασης, τα μέλη της κοινότητας της Εκκλησίας της Σωτηρίας έχουν αναλάβει να φυλάνε τις πύλες του ναού τους τελευταίους δύο μήνες. Τον Ιούλιο, το κλειστό κύκλωμα του ναού είχε καταγράψει αστυνομικούς να χτυπούν τους συγκεντρωμένους Χριστιανούς και να τους απομακρύνουν με τη βία.

Αναλυτές αναφέρουν ότι η αυξανόμενη δημοτικότητα του Χριστιανισμού στην Κίνα αντιμετωπίζεται ως απειλή από το Κομμουνιστικό κόμμα. Στην πόλη Γουενζού, που ονομάζεται και Ιερουσαλήμ της Κίνας, οι Χριστιανοί βιώνουν τη χειρότερη καταπίεση των τελευταίων δεκαετιών, με τους περισσότερους κατοίκους να ζουν μέσα στο φόβο.

«Οι ηγέτες θεωρούν ότι ο Χριστιανισμός είναι ξένη θρησκεία και μέρος μίας ξένης κουλτούρας. Βλέπουν την αύξησή μας σαν μία εισβολή της Δύσης στην Κίνα», εξήγησε στο CNN ένας εκκλησιαστικός ηγέτης.

"Ν": Ευχόμαστε υπέρ των αδελφών μας και υπέρ των διωκτών τους, για μετάνοια και σωτηρία τους...
Μας λυπεί ωστόσο ότι από αυτούς τους αναρίθμητους Κινέζους χριστιανούς, σχεδόν όλοι είναι προτεστάντες. Οι ορθόδοξοι αποτελούν σταγόνα στον Ωκεανό.
Έως πότε; Έως πότε η αρχαία αυθεντική Εκκλησία του Χριστού θα είναι ουσιαστικά ΑΓΝΩΣΤΗ ακόμα και σε τεράστιους χριστιανικούς (αιρετικούς) πληθυσμούς του πλανήτη μας;
Γι'αυτό δεν ευθύνονται μόνο οι ιεραποστολικές Εκκλησίες (που κάνουν ό,τι μπορούν, πολλές φορές με απίστευτο ηρωισμό και αυτοθυσία) και τα πατριαρχεία, αλλά κάθε μητρόπολη, ενορία, μονή, χριστιανική ομάδα κ.τ.λ., που μπορεί να συμβάλει με κάποιον τρόπο στο έργο της παγκόσμιας ορθόδοξης ιεραποστολής. Πολλοί συμβάλλουν. Κυρίως ιδιώτες. Περιμένουμε και από τους εκκλησιαστικούς μας ηγέτες ανάλογες (και οργανωμένες) προσπάθειες.
Ο Θεός να ελεήσει τον κόσμο Του, διά της Θεοτόκου και πάντων των αγίων.

Arriving at the Last True Rebellion

$
0
0

 
Death to the World
John Valadez *

 “…Escape from brainwashed minds and pollution. Leave the earth to all its sin and hate, find another world where freedom waits…” -Black Sabbath, Into the Void
eddieatrocityI was born into brokenness. I have never known the type of family you read about in books or see in movies. My parents were both very young and separated before I took my first breath of air. They were both metal-heads that had no idea what a baby was all about. Drug use, partying, and cranking up the volume on their stereos was life before me. In fact, my first concert was Iron Maiden while still in the womb and most pictures of my parents before I was born show them clad in Judas Priest and Floyd shirts. Fortunately for me, my parents are indeed very loving and they learned how to sacrifice and take responsibility for the life they brought into the world. From early on, I was used to Black Sabbath screeching from my father’s cassette player while we flew down the street in his VW. However, it was not until I was older did Ozzy’s words begin to resonate in me as I grappled with the reality of God.

I cannot say when, or where, or how, but beginning in my teenage years I yearned. Can I say I knew what my yearning was for? I am sure some psychologist would assert some assumption as to why, but all I know is that it was genuine. I cannot answer what it was for; I can only pinpoint what it was against. I hated the world. It lacked seriousness and purpose. I began to be incurably annoyed with mundane life and the proposed American dream. As high school years came, influence of new music came. My “crowd” during lunch was behind an unused cafeteria with the punks. It was here that I felt I found a home, a purpose, a rebellion. Through these people I heard Johnny Rotten, Poly Styrene, Beki Bondage, and others that would influence my ways of thinking for years to come. 

I flew high the banner of “No Future” and the world began to be an even more mundane and dismal place. I related to this rebellion, but I didn’t know where it was going. As I attended punk shows, I began to notice the same vanity and mundaneness that we were supposedly rebelling against, except this time it was just masked in Mohawks and studded jackets. Through my high school crowd, I met a guy who was a Christian. He dressed cool, had cool hair, and talked cool, but he was a Christian. He gave me some names of bands and I looked them up, got heavily involved in the Southern California Christian Punk scene and my rebellion became an edgy punkified version of Christianity.

“No compromise! Deny Christ? We’d rather die!” I yelled in the circle pit of an overcrowded Corona venue. I found purpose and an answer to my questions about the unsatisfactory world I saw before me. Show after show got me connected and pulled me into something I felt was radical, real, and worth a true revolution. It became my world and my life. “Jesus Christ Hardcore” was our slogan and we were on a mission for change. Change in the world, change in the churches, and an attempt to change our lives. Then, the scene fell. Band after band moved away, broke up, or left Christ all together. My questions returned, my life had a hole again, and this rebellion, as before, proved to be a shallow one. As Christian punks across SoCal scattered, some found a home, gathering in a small tattoo shop in Orange and I was one of them. We met on Monday nights when the shop shut down and talked until the early morning about Scripture, the end of the world, society, and change. Lofty talks about Christian communities and revolution filled our heads. We sought to re-find the Church of Acts or rebuild it. This is how Orthodoxy was discovered.

baptism
As the tattoo guns were put down and the neon “Open” light was shut off, we gathered for what we didn’t know was our last gathering. Some of the group, including our head, had converted and were accepted as Catechumens into Eastern Orthodoxy. As it was announced to us, we were in shock. Because the term was even so foreign to us, many panicked, judged, and the sheep were again scattered. The bible study and parlor gathering would cease and I left that night with a very heavy heart. Back then, Orthodoxy online was not very palatable for seekers, but I did everything I could to wrap my head around what was going on. I had just become the tattoo apprentice to our bible study leader, Turbo, who announced his conversion and needed to know what my friends were into. While doing my research for months, Turbo and I realized that the Christian punk bands that we highly supported had run into Orthodox monks and received Death to the World ‘zines. We found out where the ‘zines were printed and the Abbot of the Monastery sent us a box full of issues. It was in that box was that I first read the line, “The Last True Rebellion.” It was simple, I found truth. That was my yearning, truth as a person, Jesus Christ, and the Church built on the blood of unwavering martyrs, Holy Orthodoxy.
In 2006 I was baptized, named John, and dying to this world and myself is my rebellion… the last true rebellion.

John Valadez* John Valadez is an artist, writer, and editor for Death to the World. Being part of the 'zines original resurrection in 2006, he has helped out at festivals, events, and seen Death to the World grow. When he is not writing or answering e-mails, he is playing with his son or spending time with his wife. Namesake: St. John Maximovitch. Age: 28. Slava: Lazarus Saturday, 2006. 

Click:

Ο άγιος κυνηγός, η αγία οικογένειά του και στο σταυροκέρατο ελάφι

$
0
0

Ο άγιος Ευστάθιος, η σύζυγός του αγία Θεοπίστη & τα παιδιά τους άγιοι Αγάπιος και Θεόπιστος οι μάρτυρες, που κάηκαν ζωντανοί μέσα σε χάλκινο βόδι (20 Σεπτεμβρίου)

Συναξαριστής-Λειψανοθήκη

Ο Άγιος Ευστάθιος, αρχές 16ου αιώνα, αγνώστου Κρητικού ζωγράφουΟ Ευστάθιος ήταν αξιωματικός περίβλεπτος στη Ρώμη και στη χριστιανική πίστη προσήλθε με θαυμαστό τρόπο.

Όταν κάποτε κυνηγούσε ένα ελάφι, είδε στα κερατά του να φέρει σταυρό και άκουσε μία φωνή που τον καλούσε στην ορθή πίστη. Έτσι πίστεψε και βαπτίστηκε με το όνομα Ευστάθιος από Πλακίδας που ονομαζόταν πριν, καθώς επίσης και η γυναίκα του Τατιανή σε Θεοπίστη, αλλά και τα δυο τους παιδιά Αγάπιος και Θεόπιστος.


Εικ.: Ο άγιος Ευστάθιος, έργο των αρχών του 16ου αιώνα, αγνώστου Κρητικού ζωγράφου.

Όταν ο αυτοκράτωρ Τραϊανός έμαθε ότι ασπάσθηκε το χριστιανισμό, του αφαίρεσε τον ανώτερο στρατιωτικό βαθμό που είχε και τον εξόρισε με όλη του την οικογένεια. Κατά την πορεία όμως, τον χώρισαν από τη σύζυγο του Θεοπίστη και τα δύο του παιδιά, το Θεόπιστο και τον Αγάπιο. Το γεγονός αυτό, πίκρανε πολύ τον Ευστάθιο.

Μετά από χρόνια, όταν ο Τραϊανός περιήλθε σε μεγάλη πολεμική δυσχέρεια, θυμήθηκε τον ικανότατο αξιωματικό του Ευστάθιο. Τον επανέφερε λοιπόν στην υπηρεσία, και ο Ευστάθιος με τη γενναιότητα αλλά και τη στρατηγική που τον διέκρινε συνετέλεσε κατά πολύ στην νίκη. Στο δρόμο μάλιστα, βρήκε την οικογένεια του και ένοιωσε μεγάλη χαρά.


Ο διάδοχος, όμως, του Τραϊανού, Αδριανός, απαίτησε από τον Ευστάθιο να παραστεί στις θυσίες των ειδωλολατρικών θεών. Ο Ευστάθιος, βέβαια, αρνήθηκε, με αποτέλεσμα να βασανιστεί αυτός και η οικογένεια του. Αλλά η αγάπη τους στο Χριστό ενδυνάμωνε την ψυχή τους στα βασανιστήρια, ενθυμούμενοι μάλιστα τους θείους λόγους, που λένε: «Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑπομένει πειρασμὸν ὅτι
Ιερό Κάθισμα Άγιος Ευστράτιος, Μυλοπόταμος, Άγιον Όροςδόκιμος γενόμενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Επιστολή Ιακώβου, α' 12). Πανευτυχής, δηλαδή, είναι ο άνθρωπος που βαστάει με υπομονή τη δοκιμασία των θλίψεων. Διότι έτσι γίνεται σταθερός και δοκιμασμένος, για να πάρει το λαμπρό και ένδοξο στεφάνι της αιώνιας ζωής, που υποσχέθηκε ο Κύριος σ'αυτούς που Τον αγαπούν.

Τελικά, ο Ευστάθιος με την οικογένεια του πέθαναν μέσα σε χάλκινο πυρακτωμένο βόδι (117 μ.Χ.).
 

Εικ.: Ο άγιος Ευστάθιος με τους δύο γιους του Αγάπιο και Θεόπιστο. Εικόνα από το Ιερό Κάθισμα Άγιος Ευστάθιος, Μυλοπόταμος, Άγιον Όρος.

["Ν": Λείψανα του αγίου Ευσταθίου υπάρχουν σε πολλούς ναούς και προσκυνήματα της Ελλάδας.]
Μέρος των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Αγαπίου βρίσκονται στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό Ναό της Βενετίας.
Μέρος των Ιερών Λειψάνων της Αγίας Θεοπίστης βρίσκονται στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό Ναό της Βενετίας.
Μέρος των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Θεόπιστου βρίσκονται στον ομώνυμο ρωμαιοκαθολικό Ναό της Βενετίας.


 Εικόνα
Εικ. από εδώ, όπου αναλυτική βιογραφία του αγίου.

Το πυρακτωμένο βόδι ως συσκευή μαρτυρικού θανάτου (από εδώ)

Ο ορειχάλκινος ή χάλκινος ταύρος ή ταύρος της Σικελίας, ήταν μία συσκευή βασανιστηρίων και εκτελέσεων σχεδιασμένη στην αρχαία Ελλάδα. Εφευρέτης της ήταν ο Πέριλλος ο Αθηναίος, μεταλλοτεχνίτης του χαλκού, που την πρότεινε στον Φάλαρη, τύραννο του Ακράγαντα της Σικελίας, ως ένα νέο μέσο εκτέλεσης εγκληματιών και καταδίκων. Ο ταύρος ήταν κατασκευασμένος εξολοκλήρου από χαλκό και ήταν κοίλος, με μια πόρτα στη μία του πλευρά. Ο καταδικασμένος κλειδωνόταν στον ταύρο και μια φωτιά άναβε απέξω σε επαφή με τον χάλκινο ταύρο. Η φωτιά θέρμαινε τόσο πολύ το μέταλλο ώστε, αργά και επώδυνα, ο άνθρωπος που ήταν κλεισμένος μέσα ψηνόταν ζωντανός.
   
Στη συσκευή ενσωματώθηκε αργότερα κατά διαταγή του τυράννου και ένα πολύπλοκο σύστημα σωλήνων που μετέτρεπε τις κραυγές των βασανισμένων σε βρυχηθμούς ταύρου. Η συσκευή χρησιμοποιήθηκε αργότερα και από τους Ρωμαίους, αλλά και από άλλους λαούς, και η χρήση της ως εργαλείο βασανισμού και εκτελέσεων διήρκησε μέχρι τα ύστερα μεσαιωνικά χρόνια.

Τοιχογραφία στην Ιερά Μονή Decani Κοσόβου
Το μαρτύριο του αγ. Ευσταθίου και της οικογένειάς του. Ιερά Μονή Decani Κοσόβου.

Το μαρτύριο του αγίου Ευσταθίου και της οικογένειάς του. Μικρογραφία από το μηνολόγιο του Βασιλείου Β', Κωνσταντινούπολη, 985. Σήμερα στη Βατικανή Βιβλιοθήκη.
Ο άγιος ιερομάρτυς Αντύπας, επισκοπος Περγάμου
Το μαρτύριο του αγίου ιερομάρτυρος Αντύπα, επισκόπου Περγάμου
 
Μαρτυρικό θάνατο στον χάλκινο ταύρο, εκτός του αγίου μεγαλομάρτυρα Ευσταθίου και της οικογένειάς του, είναι γνωστό ότι βρήκαν ακόμη ο άγιος Αντύπας, επίσκοπος Περγάμου, και η Αγία Πελαγία της Ταρσού.
 
Μικρογραφία από το Μηνολόγιον του Βασιλείου Β΄ (έτους 985)
Το μαρτύριο της αγίας μάρτυρος Πελαγίας της Ταρσού.
Μικρογραφία από το Μηνολόγιον του Βασιλείου Β΄ (έτους 985)


Ο τύραννος του Ακράγαντα Φάλαρης και ο Πέριλλος ο Αθηναίος 
Χαλκογραφία που παριστάνει τον τύραννο του Ακράγαντα, Φάλαρη, να παρακολουθεί τον εφευρέτη της συσκευής, Πέριλλο τον Αθηναίο, να ρίχνεται βιαίως πρώτος στην φωτιά για να δοκιμαστεί η συσκευή.

 Δείτε και:

Άγιος Ευστάθιος αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ένας από τους μεγαλύτερους λόγιους του Βυζαντίου

Περιληπτικά από το αφιέρωμά μας Σχολικός Επαγγελματικός Προσανατολισμός (η εικ. από το άρθρο Ελληνισμός, παγανισμός & χριστιανισμός): 
Ο άγιος Ευστάθιος Θεσσαλονίκης, ο «μάγιστρος των ρητόρων», ήταν τόσο σπουδαίος ελληνιστής (=αναλυτής των αρχαίων ελληνικών έργων), που, όταν τελείωνε το μάθημά του στην πατριαρχική σχολή της ΚΠολης, το πλήθος της νεολαίας που είχε συγκεντρωθεί να τον ακούσει έμοιαζε με σμήνος μελισσών, καθώς έφευγε. Βασανίστηκε μάλιστα φοβερά από τους Νορμανδούς, που κατέκτησαν τη Θεσσαλονίκη το 1185, όπου απαίτησε από τον αρχηγό τους, τον Αλδουίνο, να παύσουν οι βιαιότητες ενάντια στο λαό. Μετά από ταλαιπωρίες αφέθηκε ελεύθερος (όταν κατάλαβαν πως δεν είχε δεκάρα και δε μπορούσαν να ζητήσουν λύτρα) και τελικά κοιμήθηκε ειρηνικά το 1194.

Άλλοι άγιοι στις 20& 21του Σεπτέμβρη, μεταξύ των οποίων ο άγιος προφήτης Ιωνάς& ο άγ. Πλάτων Αϊβατζίδης, νεομάρτυρας του 1921. 

 
 Από την υμνογραφία για τον άγιο Ευστάθιο & την οικογένειά του:

Στίχοι 

Εὐστάθιον βοῦς παγγενῆ χαλκοῦς φλέγει,
Καὶ παγγενῆ σὺ τοῦ Θεοῦ σῴζεις Λόγε.
Εἰκάδι Εὐστάθιος γενεῇ ἅμα βοῒ καύθη.

ἈπολυτίκιονἮχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.


Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς εὐσέβειαν ἔνδοξε, τὴ τοῦ σοὶ ὀφθέντος δυνάμει, δι’ ἐλάφου Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καὶ ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροίς, σὺν τὴ θεία σου συμβίω καὶ τοὶς υἱοίς, φαιδρύνων τοὺς βοώντας σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δείξαντι σὲ ἐν παντί, Ἰὼβ παμμάκαρ δεύτερον.

Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.


Τὰ πάθη Χριστοῦ, σαφῶς μιμησάμενος, καὶ τούτου πιών, πιστῶς τὸ ποτήριον, κοινωνὸς Εὐστάθιε, καὶ τῆς δόξης σύγκληρος γέγονας, παρ'αὐτοῦ τοῦ πάντων Θεοῦ, λαμβάνων ἐξ ὕψους θείαν ἄφεσιν.

Κάθισμα Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
 

Εὐσεβείας τοῖς τρόποις ἀνδραγαθῶν, καρτερίας τοῖς πόνοις ὑπεραθλῶν, νέος ἀνηγόρευσαι, Ἰὼβ Μάρτυς πανένδοξε· τῶν γὰρ τερπνῶν τοῦ βίου, παθῶν τὴν ἀφαίρεσιν, σὺν γυναικὶ καὶ τέκνοις, Θεῷ ηὐχαρίστησας· ὅθεν ἐπὶ τέλει, τῶν ἀγώνων ὡς νίκης, βραβεῖον παρέσχε σοι, τὴν τοῦ αἵματος πρόσχυσιν, Ἀθλοφόρε Εὐστάθιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων, ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.

Ὁ Οἶκος
 

Ὕμνον μοι δώρησαι ὁ Θεός μου, ἀνυμνῆσαι καὶ λέγειν νυνὶ τοὺς ἀγῶνας τοῦ Ἀθλοφόρου σου Κύριε, ὅπως εὐρύθμως ἐγκωμιάσω τὸν γενναῖον ἐν τοῖς ἄθλοις Εὐστάθιον, τὸν νικητὴν ἐν πολέμοις ἐχθρῶν γεγονότα ἀεί, τὸν μέγαν ἐν εὐσεβείᾳ, καὶ χορῷ τῶν Μαρτύρων ἐκλάμψαντα· σὺν τούτοις γὰρ ψάλλει ἀπαύστως σοι, μετ'Ἀγγέλων ὁ πάνσοφος, λαμβάνων ἐξ ὕψους θείαν ἄφεσιν.

Ο Πειραιώς Σεραφείμ για την 8η Οικουμενική Σύνοδο

$
0
0

Π Ο Ι Μ Α Ν T Ο Ρ Ι Κ Η Ε Γ Κ Y Κ Λ Ι Ο Σ  ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΚΑΙ ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ κ΄ ΑΓ. ΙΩΑΝΝΗ ΡΕΝΤΗ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΕΠΙ ΤΗ ΚΑΘΙΕΡΩΣΕΙ ΤΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΝΗΜΗΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ 383 ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΑΝΤΩΝ ΤΗΝ Η΄ (8η) ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗ Β΄ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ (αναδημοσίευση από εδώ)
 
             Αγαπητοί Πατέρες και αδελφοί,
Με την άκτιστη Χάρι του εν Τριάδι δοξαζομένου Θεού και τις πρεσβείες του εν αγίοις πατρός ημών Φωτίου Αρχιεπισκόπου Κων/λεως του Μεγάλου και Ισαποστόλου, εορτάζουμε σήμερα, Α΄ Κυριακή μετά την μνήμη του αγίου Φωτίου, για πρώτη φορά στην καθ’ ημάς Ιερά Μητρόπολη, την εορτή των αγίων 383 θεοφόρων Πατέρων, που συνεκρότησαν την Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη τα έτη 879-880 μ.Χ., η οποία εορτή καθιερώνεται να εορτάζεται ετησίως εν τη καθ’ ημάς Ιερά Μητροπόλει με την εμπνευσμένη Ι. Ακολουθία του εν ουρανοίς αυλιζομένου μακαριστού Αποστόλου Παπαχρήστου, Υμνογράφου και υπερόχου διακόνου του Ορθοδόξου Βυζαντινού μέλους και του Εκκλησιαστικού Τυπικού (εκ γενετής τυφλού), ού η μνήμη είη αιωνία. ["Ν": εδώνέα ασματική ακολουθία της Συνόδου που συνέταξε η υμνογράφος μοναχή Θέκλα της μονής Αγίου Στεφάνου Μετεώρων (δες και εδώ)].

Εμείς οι Ορθόδοξοι δεν σταματάμε την αρίθμηση των Οικουμενικών Συνόδων στην Ζ΄ (7η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο του έτους 787 μ.Χ. κατά των αιρετικών και χριστιανοκατηγόρων εικονομάχων, αλλά αριθμούμε ως Αγίες και Οικουμενικές Συνόδους και άλλες δύο Συνόδους : α) την επί Μ. Φωτίου Σύνοδο του 879-880 μ.Χ., η οποία είναι η Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδος και β) την επί αγίου Γρηγορίου Παλαμά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, Σύνοδο του έτους 1351 μ.Χ., η οποία είναι η Θ΄ (9η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδος.

Εικ. από εδώ
Η εν τη αγία Σοφία Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδος συνεκλήθη στην Κωνσταντινούπολη κατά τα έτη 879-880 μ.Χ. επί βασιλείας του αυτοκράτορα Βασιλείου του Μακεδόνος. Συμμετείχαν 383 άγιοι και θεοφόροι Πατέρες από Ανατολή και Δύση, που εκπροσωπούσαν τα πέντε Πρεσβυγενή Ορθόδοξα Πατριαρχεία, μεταξύ των οποίων ήταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μέγας Φώτιος, ο οποίος ήταν ο πρόεδρος της Συνόδου, ο εκπρόσωπος του ορθοδόξου τότε πάπα ΡώμηςΙωάννου Η΄, Πέτρος ο πρεσβύτερος, μαζί με τον Παύλο και τον Ευγένιο, ο εκπρόσωπος του πατριάρχου Ιεροσολύμων Θεοδοσίου, Ηλίας ο πρεσβύτερος, ο εκπρόσωπος του πατριάρχου Αλεξανδρείας Μιχαήλ, Κοσμάς ο πρεσβύτερος, και ο εκπρόσωπος του Πατριάρχου Αντιοχείας Θεοδοσίου, Βασίλειος Επίσκοπος Μαρτυρουπόλεως.

Η Σύνοδος συνεκλήθη, για να παύσει τα σκάνδαλα, που ακολούθησαν μεταξύ των Ανατολικών και των Δυτικών, σχετικά με την Βουλγαρία, και για να ενωθούν οι αποσχισθέντες Επίσκοποι εξαιτίας της αποπομπής του πρώην Κωνσταντινουπόλεως Ιγνατίου και της χειροτονίας του Αγίου Φωτίου. Η Σύνοδος, επίσης, ανεκήρυξε ως Οικουμενική την Ζ΄ (7η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο (1).

Τα κύρια θέματα, που συζητήθηκαν στη Σύνοδο, ήταν τα εξής πέντε : α) το πρωτείο του πάπα Ρώμης, β) τα λειτουργήματα στην Εκκλησία και οι μεταξύ τους σχέσεις, γ) τα τοπικά έθιμα, δ) η αθρόα χειροτονία και ε) το Filioque, δηλ. η παράνομη και αιρετική προσθήκη της και εκ του Υιού εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος.

Τα Πρακτικά της Συνόδου αυτής δημοσιεύθηκαν από τον Ιερό Δοσίθεο Πατριάρχη Ιεροσολύμων στο βιβλίο του «Τόμος Χαράς» (2), που εκδόθηκε στο Ρήμνιο της Ουγγροβλαχίας τον Σεπτέμβριο του 1705.

Η Σύνοδος των ετών 879-880 μ.Χ. έχει όλα τα χαρακτηριστικά της Οικουμενικής Συνόδου και μπορεί να χαρακτηρισθεί ως Η' (8η) Οικουμενική Σύνοδος. Διασώζει όλα τα εξωτερικά και εσωτερικά στοιχεία της Οικουμενικής Συνόδου.

Η Σύνοδος αυτή είναι και λέγεται Οικουμενική, επειδή α) συνεκλήθη από τον αυτοκράτορα Βασίλειο τον Μακεδόνα, β) παρέστησαν σ’ αυτήν οι εκπρόσωποι όλων των Πατριαρχείων, προήδρευσε η μεγάλη πατερική φυσιογνωμία του Μεγάλου Φωτίου και οι εκπρόσωποι του ορθοδόξου τότε πάπα Ρώμης Ιωάννου Η΄, γ) ασχολήθηκε με σοβαρά δογματικά, εκκλησιολογικά και κανονικά θέματα, δ) οι αποφάσεις της ακολουθούν την διδασκαλία των αγίων Προφητών, Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας, δηλ. είναι σύμφωνες με την όλη παράδοση της Εκκλησίας, ε) υπήρξε συμφωνία όλων των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Αρχιερέων της Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία φαίνεται από τις υπογραφές τους στα διορισθέντα και κανονισθέντα από την Σύνοδο, και η οποία συμφωνία είναι ο συστατικός χαρακτήρας, που καθιστά μία Σύνοδο Οικουμενική, σύμφωνα με τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη(3), και στ) η Σύνοδος αυτή χαρακτηρίσθηκε ως Οικουμενική από πολλούς αγίους Πατέρες και διδασκάλους, όπως τον Θεόδωρο Βαλσαμώνα, τον Νείλο Θεσσαλονίκης, τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, τον Νείλο Ρόδου, τον Μακάριο Αγκύρας, τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, τον άγιο Μάρκο Εφέσου τον Ευγενικό, τον όσιο Ιωσήφ Βρυέννιο, τον άγιο Γεννάδιο Σχολάριο, τον ιερό Δοσίθεο Ιεροσολύμων, τον Κωνσταντίνο Οικονόμου κ.ά., αλλά και από νεωτέρους, όπως τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρό Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεο (4), τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως κ. Ιερεμία (5), τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Αβύδου κ. Κύριλλο Κατερέλο (6), τον αιδεσιμολογιώτατο πρεσβύτερο π. Φίλιππο Ζυμάρη (7)κ.ά.
 
Εικ. από εδώ
Διαβάζοντας κανείς προσεκτικά τα πρακτικά της Συνόδου αυτής διαπιστώνει ότι η ίδια η Σύνοδος έχει συνείδηση Οικουμενικής και έτσι την τιτλοφορούν οι Βασιλείς, ο Μ. Φώτιος, οι λεγάτοι του τότε Ορθοδόξου πάπα Ρώμης και τα μέλη Της. Ο όρος «Οικουμενική» αναφέρεται δεκάδες φορές στα πρακτικά. Όλα τα μέλη της Συνόδου έχουν την συνείδηση ότι είναι συνέχεια της Ζ' (7ης) Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου, την οποία και επικυρώνουν ως Οικουμενική. Άρα, το γεγονός ότι η Ζ' (7η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδος επικυρώθηκε από την Η΄(8η) Οικουμενική Σύνοδο, μεταξύ των άλλων, δείχνει την σοβαρότητά της.

Με βάση τα παραπάνω, δεν πρόκειται για κάποια πρωτοτυπία ή καινοτομία το να αποδεχθούμε, ως Ιερά Μητρόπολη, ως Τοπική Εκκλησία, την επί Μεγάλου Φωτίου Σύνοδο ως Οικουμενική και να προτείνουμε την επίσημη αποδοχή της ως τέτοιας απ'όλη την Ορθόδοξη Καθολική Εκκλησία, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Παράδοση, η Σύνοδος επεμβαίνει, για να διακηρύξει, επίσημα πλέον, την ήδη υπάρχουσα και αποδεικνυομένη στην αλάνθαστη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, οικουμενικότητα μιας Συνόδου.

Στο σημείο αυτό κρίνεται απαραίτητο να γίνει μία μικρή αναφορά σε δύο από τα θέματα, που απασχόλησαν την Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, για να φανεί η σπουδαιότητα της Οικουμενικής αυτής Συνόδου. Τα θέματα αυτά είναι α) το πρωτείο του Ορθοδόξου πάπα Ρώμης και β) η αίρεση του Filioque.

Α) Το πρώτο σημείο, που απασχόλησε την Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, σχετίζεται με το πρωτείο του Ορθοδόξου πάπα Ρώμης. Η συζήτηση, που έγινε στη Σύνοδο μεταξύ του Μ. Φωτίου, των ανατολικών εκπροσώπων, αλλά και των εκπροσώπων του τότε Ορθοδόξου πάπα Ρώμης Ιωάννου Η΄, έδειξε ξεκάθαρα ότι ο Ορθόδοξος πάπας Ρώμης έχει πρωτείο μέσα στην Εκκλησία, αλλά με σαφή εκκλησιολογικά όρια, όπως αυτά προσδιορίζονται από τον 34ο Αποστολικό Κανόνα. Δηλ. είναι πρώτος μόνο κατά τα πρεσβεία εντός και όχι υπεράνω της Εκκλησίας. Κατά την θεώρηση αυτή, κάθε Επίσκοπος, που δεν τηρεί το πνεύμα του Αποστολικού Κανόνος, θέτει τον εαυτό του εκτός Εκκλησίας και καθαιρείται ή αφορίζεται. Οι πάπες Ρώμης δεν αποτελούν εξαίρεση.

Ο Μέγας Φώτιος και οι άγιοι Πατέρες της Συνόδου αυτής υποστήριξαν τα πρεσβεία τιμής ως αναγκαία εκκλησιολογική αρχή για την διατήρηση της ενότητας της ανά την οικουμένη Εκκλησίας. Κατά τα πρεσβεία τιμής, όμως, η διατήρηση αυτή της ενότητας σαφώς δεν νοείται ως επιβολή από ένα πρώτο, ο οποίος βρίσκεται υπεράνω της Εκκλησίας ως αυθεντία. Η θέση αυτή σαφώς εκφράζεται σε επιστολή του Αγίου Φωτίου, στην οποία τονίζει την Ορθόδοξη ερμηνεία του Ευαγγελικού χωρίου «καγώ δε σοί λέγω ότι συ ει Πέτρος και επί ταύτην την πέτραν οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν...» (Ματθ. ις΄ 18-19). Η ερμηνεία αυτή οδηγεί στην καίρια εκκλησιολογική αρχή ότι ο κάθε επίσκοπος είναι ισότιμος ως προς την αρχιερωσύνη του. Ο Ορθόδοξος πάπας Ρώμης και όχι ο σημερινός αιρεσιάρχης έχει το προνόμιο της τιμής και πρέπει να τηρεί τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, και αυτό το προνόμιο πρέπει να γίνεται μέσα στο πνεύμα των Ιερών Κανόνων. Αυτό σημαίνει ότι ο Ορθόδοξος πάπας Ρώμης δεν έχει αρμοδιότητες σε άλλες εκκλησιαστικές περιφέρειες. Όταν ο πάπας Ρώμης δεν τηρεί τους Ιερούς Κανόνες και θέτει τον εαυτό του υπεράνω της Εκκλησίας, τότε μπορεί να καθαιρεθεί, όπως συνέβη με τον πάπα Νικόλαο Α', που καθαιρέθηκε, γιατί αναμείχθηκε στην Κωνσταντινούπολη και την Βουλγαρία.

Είναι πολύ χαρακτηριστικός ο α΄ Ιερός Κανόνας, που συνέταξε η Σύνοδος αυτή κατά την πέμπτη πράξη της, ο οποίος θεσπίζει την αυτονομία κάθε εκκλησιαστικής διοικήσεως σε θέματα τάξεως και πειθαρχίας. Με τον Ιερό αυτόν Κανόνα γίνεται αποδεκτό το Συνοδικό Σύστημα διοικήσεως και αποσαφηνίζεται ότι το πρωτείο του Ορθοδόξου πάπα Ρώμης δεν είναι πρωτείο εξουσίας, αλλά πρωτείο τιμής, δηλ. ο Ορθόδοξος πάπας Ρώμης και όχι ο σημερινός, που αυτός και οι προκάτοχοί του έχουν εκπέσει από το έτος 1014 εις δεινές αιρέσεις, δεν είναι κεφαλή όλης της Εκκλησίας, δεν είναι η πηγή της ιερωσύνης κ.ά., και, κατά συνέπεια, δεν έχει αρμοδιότητα στις άλλες εκκλησιαστικές διοικήσεις. Ο Ιερός αυτός Κανόνας έχει καίρια εκκλησιολογική σημασία και αποτελεί επανορθωτικό διάβημα κατά της πυραμιδικής δυτικής «παγκόσμιας» εκκλησιολογίας, η οποία εκφράσθηκε στη ληστρική Σύνοδο του 869-870, κατά την οποία η μόνη αληθινή Τοπική Εκκλησία, με την έννοια της καθολικότητας, είναι η Εκκλησία της Ρώμης, η οποία ταυτίζεται με μία παγκόσμια Εκκλησία, και ο μόνος ουσιαστικός επίσκοπος είναι ο πάπας Ρώμης.

Β) Το δεύτερο σημείο, που απασχόλησε την Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, είναι το θέμα του Filioque, που εισήγαγαν οι Φράγκοι στο Σύμβολο της Πίστεως, ότι δηλ. το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται ως υπόσταση από τον Πατέρα και τον Υιό.

Το πρώτο και κύριο αίτιο του σχίσματος του 1054, δηλ. της απόσχισης και αποκοπής του πρεσβυγενούς Πατριαρχείου της Δύσεως, της αιρέσεως του Παπισμού, από την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία, ήταν η αίρεση του Filioque. Το Filioque είναι φοβερή αίρεση, επειδή: α) Είναι αντίθετο προς τα αψευδέστατα λόγια του Ιδίου του Χριστού, που είπε ότι «το Πνεύμα της αληθείας, ό εκ του Πατρός εκπορεύεται» (8). Έχουμε δηλ. κατάφωρη αθέτηση του Ιδίου του Θεού, του Χριστού. β) Είναι αντίθετο προς το Σύμβολο της Πίστεως Νικαίας-Κων/λεως, σύμφωνα με το οποίο «(πιστεύω) και εις το Πνεύμα το Άγιον, το Κύριον, το Ζωοποιόν, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον». Έχουμε δηλ. αθέτηση και των δύο Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων, της Α΄ και της Β΄. γ) Είναι αντίθετο προς τον 7ο Ιερό Κανόνα της Γ΄ Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου, ο οποίος απαγορεύει οποιαδήποτε πρόσθεση ή αφαίρεση στο Σύμβολο της Πίστεως (9). Έχουμε δηλ. αθέτηση και της Γ΄ Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου. δ) Καταστρέφει τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων της Αγίας Τριάδος και συγχέει τα ακοινώνητα υποστατικά ιδιώματα των τριών προσώπων. ε) Υποβιβάζει το Άγιον Πνεύμα στο επίπεδο του κτίσματος, και στ) εισάγει δυαρχία στην Αγία Τριάδα. Εφόσον και ο Υιος είναι πηγή του Αγίου Πνεύματος, άρα έχουμε δύο πηγές, δύο αρχές στην Αγία Τριάδα, τον Θεό Πατέρα και τον Υιό. Βέβαια, πίσω από την αίρεση του Filioque δεν κρύβεται τίποτε άλλο παρά η άλλη φρικτή αίρεση του πάπα Ρώμης, η οφρύς, η αλαζονεία, το αλάθητο και το πρωτείο εξουσίας του, να νομοθετεί μόνο αυτός πάνω από τα παραδεδομένα από την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως θεολογεί με οξύνοια ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (10).

Η συζήτηση για το σοβαρό αυτό ζήτημα έγινε κατά την έκτη συνεδρία και αποφασίσθηκε να απαγορευθεί αυτή η κακοδοξία. Με πρόταση του παρισταμένου Αυτοκράτορα Βασιλείου, η Σύνοδος αποφάσισε να καταδικάσει το Filioque, δηλ. την εισαγωγή στο Σύμβολο της Πίστεως από τους Φράγκους της αιρετικής διδασκαλίας περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος εκ του Πατρός και εκ του Υιού, που εισήγαγαν οι Φράγκοι και στην Βουλγαρία.

Το συμπέρασμα είναι ότι η επί Μ. Φωτίου Σύνοδος του 879-880 μ.Χ. είναι όντως η Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδος της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και έτσι έχει περάσει στην αλάνθαστη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας. Σήμερα, οι αιρεσιάρχες πάπες Ρώμης δεν αριθμούν την Σύνοδο του 879-880 μ.Χ. ως την Η΄ (8η) Αγία και Οικουμενική Σύνοδο, αλλά στη θέση της αριθμούν την ληστρική σύνοδο του 869-870, η οποία κατεδίκασε τον Μ. Φώτιο, καθυβρίζοντες τον Ισαπόστολο Άγιο ως δήθεν «αιρεσιάρχη».

Κατακλείουμε, τονίζοντας ότι θεωρούμε αδήριτη ανάγκη την σύγκληση Πανορθοδόξου, Αγίας και Μεγάλης Συνόδου με την συμμετοχή απάντων των Ορθοδόξων Πατριαρχών, Αρχιεπισκόπων, Μητροπολιτών, Επισκόπων, Καθηγουμένων, Αρχιμανδριτών, Ιερέων, Μοναχών και λαϊκών θεολόγων, η οποία θα ασχοληθεί συνοδικώς με το θέμα της πανορθοδόξου ανακηρύξεως της Συνόδου επί Μ. Φωτίου ως της Η΄ Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου.

Τυγχάνει δε εξόχως απαράδεκτο το γεγονός αφ’ ενός να θεωρούμε ως προστάτη και έφορο της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Ιεράς μας Συνόδου τον Άγιο Ισαπόστολο Μέγα Φώτιο, να μην προχωρήσουμε στην διαδικασία υποβολής προτάσεως ανακηρύξεως ως Η΄ (8η) Οικουμενικής της Συνόδου του έτους 880, που δικαίωσε πανορθοδόξως και οικουμενικώς τον Μ. Φώτιο, και αφ’ ετέρου να συνομιλούμε, να συναγελαζόμαστε και να συμπροσευχόμαστε όλως αντικανονικώς με την αιρετική παπική θρησκευτική παρασυναγωγή και κοινωνία, η οποία για προφανείς ιδιοτελείς λόγους αποδέχεται ως Η΄ (8η) Οικουμενική Σύνοδο την ληστρική Σύνοδο του 870, η οποία ως είπομεν ήδη καθυβρίζει τον Μεγάλο Φώτιο ως δήθεν «αιρεσιάρχη».

Παρέλκει, τέλος, να αναφέρουμε ότι από το παραπάνω θέμα ασφαλώς ενοχλείται και «καίγεται» ο δαίμονας του παναιρετικού συγκρητιστικού διαχριστιανικού οικουμενισμού και όσοι συνοδοιπορούν με αυτόν (11).

Μετ’ ευχών
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ ο Πειραιώς Σεραφείμ


1ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 361-366. 

2ΔΟΣΙΘΕΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Τόμος Χαράς, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 1985, σσ. 257-386. 

3ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σ. 118. 

4ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ κ. ΙΕΡΟΘΕΟΣ, Περί της αναγνωρίσεως της εν Κων/λει εν έτει 879-880 μ.Χ. συγκληθείσης Συνόδου ως Ογδόης Οικουμενικής, μη αναγνωσθείσα Εισήγηση στην Ι.Σ.Ι., Οκτωβρίου 2011. 

5ΣΕΒ. ΜΗΤΡ. ΓΟΡΤΥΝΟΣ κ. ΙΕΡΕΜΙΑΣ, Περίτης αναγνωρίσεως της εν Κων/λει εν έτει 1351 μ.Χ. συγκληθείσης Συνόδου ως Ενάτης Οικουμενικής, μη αναγνωσθείσα Εισήγηση στην Ι.Σ.Ι., Οκτωβρίου 2011. 

6ΘΕΟΦ. ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΒΥΔΟΥ κ. ΚΥΡΙΛΛΟΣ, Η Ρώμη και το Παπικό Πρωτείο επί Πατριαρχείας Ιγνατίου και ι. Φωτίου (847-886), η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (869-870). 

7ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΖΥΜΑΡΗΣ, Ιστορική, δογματική και κανονική σπουδαιότητα της Συνόδου της Κων/λεως (879-880), διδακτορική διατριβή. 

8Éù. 15, 26. 

9ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, εκδ. Β. Ρηγόπουλος, Θεσ/κη 2003, σσ. 173-176. 

10ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ, Λόγος Α΄ αποδεικτικός περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος 4, 32, εκδ. Γρηγόριος Παλαμάς, ΕΠΕ 1, Θεσ/κη 1981, σ. 86. 


"Ν": Αναδημοσιεύουμε την επιστολή:

Επιστολή Μητροπολίτη Πειραιώς στον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο
 


Μακαριώτατε Δέσποτα,
Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Συνοδικοί,

Προαγόμεθα διά τοῦ παρόντος, λαβόντες γνῶσιν διά τοῦ Ὑμετέρου ἀνακοινωθέντος τῆς καταρτισθείσης ἡμερησίας διατάξεως τῆς προσεχοῦς τακτικῆς συνελεύσεως τῆς Ἱ. Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας (2 - 5 Ὀκτωβρίου ἐ.ἔ.) ὅπως πάνυ εὐλαβῶς ὑπομνήσωμεν Ὑμῖν ὅτι διά τῆς εἰρημένης ἡμερησίας διατάξεως παραβιάζεται σαφῶς ἡ διάταξις τοῦ ἄρθρου 6 παραγρ. 2 ἐδαφ. 3 τοῦ Νόμου 590/1977 «Περί Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος» δι’ ἧς προβλέπεται ὅτι: «Ἡ ΙΣΙ συνεδριάζει βάσει ἡμερησίας διατάξεως. Ἐπί τακτικῆς συνελεύσεως ἡ ΔΙΣ καταρτίζει τήν ἡμερησίαν διάταξιν καί ὁ Πρόεδρος κοινοποιεῖ ταύτην... Ἐάν αἱ ἐργασίαι τῆς τακτικῆς συνόδου τῆς ΙΣΙ περατωθοῦν χωρίς νά ἐξαντληθῆ ἡ ἡμερησία διάταξις τά ὑπολειπόμενα θέματα συζητοῦνται ὑ π ο χ ρ ε ω τ ι κ ῶ ς καί κατά π ρ ο τ ε ρ α ι ό τ η τ α κατά τήν ἀμέσως προσεχῆ τακτικήν σύνοδον τῆς Ἱεραρχίας».

Λαμβανομένου ὑπ’ ὄψιν ὅτι κατά τήν προλαβοῦσαν τακτικήν σύνοδον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τόν Ὀκτώβριον τοῦ ἔτους 2011, τά εἰς τήν ἡμερησίαν διάταξιν θέματα τῆς ὑποβολῆς προτάσεως εἰς τήν Γραμματείαν τῆς μελλούσης Πανορθοδόξου Συνόδου διά τήν ἐπίσημον ἀναγνώρισιν ὑπό τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας ὡς Η΄ καί Θ΄ Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς ὄντως Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 880 ἐν Κωνσταντινουπόλει συνελθούσης ἐπί τοῦ ἁγίου ἐνδόξου Ἰσαποστόλου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλου Φωτίου, προστάτου καί ἐφόρου τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Συνόδου καί τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ὡσαύτως συνελθούσης Συνόδου τοῦ ἔτους 1351 ἐπί τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ, δι’ ἧς ὡλοκληρώθη ἡ Θεόσδοτος θεολογία τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας διά τῆς θεοπρεποῦς διακρίσεως ἀμεθέκτου θείας οὐσίας καί μεθεκτῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ, ἀνεβλήθησαν καί δέν συνεζητήθησαν εὐλόγως ἀνιδρύεται θέμα νομιμότητος τῆς καταρτισθείσης ὑφ’ Ὑμῶν ἡμερησίας διατάξεως τῆς προσεχοῦς τακτικῆς συνελεύσεως τῆς ΙΣΙ, ἐφ’ ὅσον δέν περιλαμβάνοται εἰς τά ὑπό συζήτησιν θέματα «ὑποχρεωτικῶς καί κατά προτεραιότητα» τά ὡς ἄνω ὑπολειφθέντα καί μή συζητηθέντα θέματα.

Ἐνταῦθα δέον ὅπως ἐπισημειωθῇ ὅτι οἱ ἀξιολογώτατοι καί ἁρμόδιοι καθ’ ὕλην ὁρισθέντες εἰσηγηταί Σεβ. Μητροπολίται Ναυπάκτου καί Ἁγ. Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεος καί Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ.κ. Ἱερεμίας ὀτρηρῶς ἠργάσθησαν ἐπί τῶν ἐν λόγῳ θεμάτων καί σαφῶς ἀπέδειξαν τήν ἀξίαν καί περιωπήν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῶν ὡς εἴρηται Συνόδων διότι τόσον ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 880 Σύνοδος ἐπί μεγάλου Φωτίου, συνεκλήθη ὑπό τοῦ Βασιλέως ὡς καί αἱ λοιπαί 7 Οἰκουμενικαί Σύνοδοι, μετεῖχεν αὐτῆς ὁ Ὀρθόδοξος Πάπας Ρώμης Ἰωάννης Η΄ διά τῶν ἀντιπροσώπων του, διεκήρυξεν τήν Οἰκουμενικότητα Αὐτῆς, ἀνεγνώρισεν τήν Ζ΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον ὡς τοιαύτην, ἀπεκήρυξεν τήν μεταβολήν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως (Νικαίας-Κων/πόλεως), ἐδικαίωσεν τόν Μ. Φώτιον ἐκ τῆς ληστρικῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 870 καί ἐπανεβεβαίωσεν τά κανονικά ὅρια δικαιοδοσίας τῶν Θρόνων πρεσβυτέρας καί Ν. Ρώμης, καθώς καί ἡ ἐν Κων/πόλει συνελθοῦσα τό ἔτος 1351 κατεδίκασεν τάς κακοδοξίας τῶν Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου, ἐδικαίωσεν τόν ἱερόν Γρηγόριον τόν Παλαμᾶν καί διετύπωσεν τήν ὀρθόδοξον θεολογίαν περί τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν ἐπιλύουσα οὕτως τάς ἡσυχαστικάς ἔριδας.

Τυγχάνει δέ ἐξόχως ἀπαράδεκτον τό γεγονός ἡ καθ’ ἡμᾶς Ἱ. Σύνοδος ἀφ’ ἑνός νά θεωρῇ ὡς προστάτην καί ἔφορον Αὐτῆς τόν Ἰσαπόστολον Μ. Φώτιον, νά μήν χωρῇ εἰς τήν διαδικασίαν ὑποβολῆς προτάσεως ἀνακηρύξεως ὡς Η΄ Οἰκουμενικῆς τῆς δικαιωσάσης αὐτόν Συνόδου τοῦ ἔτους 880 καί ἀφ’ ἑτέρου νά συνομιλῇ καί νά συναγελάζεται μετά τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς θρησκευτικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία διά προφανεῖς ἰδιοτελεῖς λόγους ἀποδέχεται ὡς Η΄ Οἰκουμενικήν Σύνοδον τήν ληστρικήν Σύνοδον τοῦ ἔτους 870, ἡ ὁποία καθυβρίζει τόν Μ. Φώτιον ὡς δῆθεν «αἱρεσιάρχην».

Ὅθεν, ἡ πρόδηλος καταστρατήγησις τῆς προβλέψεως τοῦ Νόμου διά τήν νομιμότητα τῆς καταρτισθείσης ἡμερησίας διατάξεως ἐγκυμονεῖ ὑψίστους νομικούς κινδύνους διά τήν ἀκύρωσιν τῆς διαδικασίας πληρώσεως τῆς χηρευούσης Ἱ. Μητροπόλεως Νικοπόλεως καί Πρεβέζης, ἐφ’ ὅσον προσβληθεῖ ὑφ’ οἱουδήποτε κακοπίστου καί ἀκυρωθεῖ ἡ ἡμερησία διάταξις ὑπό τοῦ Ἀνωτάτου Ἀκυρωτικοῦ Δικαστηρίου.

Ὀφείλομεν ὅπως δηλώσωμεν τῇ Ἱερᾷ Συνόδῳ, ὅτι ἰδιαιτάτως σεβόμεθα τάς ἀποφάσεις Αὐτῆς καί μετ’ ἀφοσιώσεως πειθόμεθα Αὐτῇ, ἀλλά ἐπειδή ἐν τῇ παρούσῃ περιπτώσει ἀναλαμβάνει ἕκαστος ἐνώπιον τοῦ αἰωνίου καί Τρισαγίου Θεοῦ τάς προσωπικάς αὐτοῦ εὐθύνας ὡς Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας, χρεωστῶμεν ὅπως καταθέσωμεν τήν προσωπικήν ἡμῶν ἔντονον διαμαρτυρίαν διά τήν μεθόδευσιν τῆς περιθωριοποιήσεως, ἀπομειώσεως καί οὐσιαστικῆς ἐγκαταλείψεως συζητήσεως τῶν ὑψίστων αὐτῶν διά τήν Ἁγιωτάτην ἡμῶν Ἐκκλησίαν ὁμολογιακῶν θεμάτων, γεγονός ὅπερ ἀποδεικνύεται διά τῆς ἀπαραδέκτου τύποις καί ἀνεπερείστου οὐσίᾳ ἐνστάσεως κατά τῆς ἡμερησίας διατάξεως τῆς προλαβούσης τακτικῆς συνελεύσεως τῆς ΙΣΙ ὑπό τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ.κ. Χρυσοστόμου, τῆς ἐπακολουθησάσης ψηφοφορίας περί τῆς ἀναβολῆς συζητήσεως καί τῆς πρότριτα καταρτισθείσης κατά παράβασιν τῶν ὡς ἄνω διατάξεων ἡμερησίας διατάξεως τῆς τακτικῆς συνελεύσεως τῆς προσεχοῦς ΙΣΙ.

Παρέλκει ὅπως ἀναφέρωμεν Ὑμῖν ὅτι ἐκ τῶν θεμάτων τούτων ἀσφαλῶς ὀχλεῖται ὁ δαίμων τοῦ συγκρητιστικοῦ οἰκουμενισμοῦ καί οἱ συνοδοιποροῦντες αὐτῷ, ἀλλά ταπεινῶς φρονοῦμεν ὅτι δι’ ἡμᾶς πρωτιστεύουσα καί οὐσιώδης κρίσις δέον νά ἀποτελῇ μόνον τό θέλημα καί ἡ βούλησις τοῦ Παναγίου Θεοῦ καί ὁδοδείκτης τῆς ἡμετέρας πορείας δέον ὅπως εἶναι ἡ ἔνθεος βιοτή τῶν Ἁγίων καί Θεοφόρων Πατέρων καί ὁ κραταιός αὐτῶν καί ἄφθιτος λόγος.
Κατασπαζόμενοι τάς Ὑμετέρας σεπτάς Δεξιάς διατελοῦμεν,

Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης για την 8η Οικουμενική Σύνοδο

$
0
0

"Ν": Με το παρόν τελειώνουμε τα σχετικά με την 8η Οικουμενική Σύνοδο, εκτός αν προκύψει κάτι άλλο, και θα περάσουμε, Θεού θέλοντος, στα σχετικά με την 9η. Όλες οι αναρτήσεις μας για το θέμα βρίσκονται στην ομώνυμη ενότητατου ιστολογίου μας.
Απόσπασμα από το έργο του π. Ιωάννη Ρωμανίδη Ρωμηοσύνη, Ρωμανία, Ρούμελη. Περί π. Ι. Ρωμανίδη εδώ. Ενότητα στο blog μας εδώ. Το έργο του Πατερική Θεολογίαεδώ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β'– Η ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΙΣ ΤΩΝ ΦΡΑΓΚΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΡΩΜΑΙΟΣΥΝΗΝ  [85]

Αρχείο:Cyril Methodius25K.jpgΚατά τα μέσα του θ'αιώνος ο πατριάρχης και ο εν Κωνσταντινουπόλει Νέα Ρώμη βασιλεύς των Ρωμαίων, εν συνεργασία μετά των τότε Ορθοδόξων Ρωμαίων πάπων της Πρεσβυτέρας Ρώμης (*), ητοίμαζον μετά μεγάλης επιμελείας ιεραποστολικόν επιτελείον δια την εκχριστιάνισιν των Σλαύων κατά το ορθόδοξον δόγμα. Ήδη δε ειργάζοντο Φράγκοι ιεραπόστολοι δια τον ίδιον σκοπόν. Χρήζει προσοχής το γεγονός ότι οι εκ Θεσσαλονίκης αυτάδελφοι άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος(εικ.)απεστάλησαν εις τους εντός της φραγκικής κυριαρχίας και επιρροής Σλαύους.

Το 794 οι Φράγκοι κατεδίκασαν την Ζ'Οικουμενικήν Σύνοδον. Παρά τας διαμαρτυρίας του πάπα Ρώμης και του πατριάρχου Ιεροσολύμων το 808, οι Φράγκοι ανεκήρυξαν το 809 εις δόγμα την κακόδοξον προσθήκην του Filioque εις το συμβολον της πίστεως. Ο τότε Ρωμαίος πάπας της Ρώμης Λέων Γ'απήντησε δια της χαράξεως του συμβόλου άνευ της προσθήκης επί δυο αργυρών πλακών εν τω ναώ του Αγίου Πέτρου μετά της επιγραφής· «ταύτα Λέων έθηκα δι'αγάπην και φύλαξιν της ορθοδόξου πίστεως».

Δια της καταδίκης της Ζ'Οικουμενικής Συνόδου και δια της δογματοποιήσεως του Filioque, παρά τας διαμαρτυρίας του πάπα Ρώμης και του πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ο Φράγκος ηγεμών Κάρολος, ο γνωστός εις την Δύσιν ως Μέγας, εκήρυξε την δογματικήν υπεροχήν των Φράγκων έναντι των Ρωμαίων και τον δογματικόν πόλεμον, διά να χρησιμεύση η φραγκική ορθοδοξία εις την εκτόπισιν της δήθεν πλάνης ή οπισθοδρομικής θεολογίας των Ρωμαίων και διά την εδραίωσιν και μονιμοποίησιν της φραγκικής επεκτεινόμενης κυριαρχίας, η όποια ήδη συμπεριελάμβανε μεγάλα τμήματα της δυτικής Ρωμανίας, δηλ. της σημερινής Γαλλίας, Ελβετίας, Γερμανίας, Αυστρίας και της προ ολίγου κατακτηθείσης βορείου και μέσης Ιταλίας.

Η εκκλησία της Πρεσβυτέρας Ρώμης διά της ιεράς συνόδου αυτής είχε την άμεσον δικαιοδοσίαν επί της λατινοφώνου μέσης Ιταλίας και μέρους της ελληνοφώνου κάτω Ιταλίας. Όμως η λατινόφωνος μέση Ιταλία, συμπεριλαμβανομένης της Ρώμης, κατεκτήθη υπό των Φράγκων, ενώ η ελληνόφωνος κάτω Ιταλία παρέμεινε πολιτικώς και εκκλησιαστικώς εις την Κωνσταντινούπολιν. Κατά τους χρόνους της αποστολής των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου η κυριαρχία των Φράγκων επί της μέσης Ιταλίας είχε χαλαρωθή.

Ενώ οι τότε Ορθόδοξοι Ρωμαίοι πάπαι επέτρεπον την εν τη λάτρεια χρήσιν άλλων γλωσσών, οι Φράγκοι επέμενον εις την λατινικήν γλώσσαν ως μέσον κυριαρχίας και αφομοιώσεως των υπ’ αυτών κατακτηθέντων Ρωμαίων και Σλαύων και ενώσεως των χριστιανών υπό την δικαιοδοσίαν αυτών.

Ενώπιον του φραγκογερμανικού τούτου κινδύνου οι εν Κωνσταντινουπόλει Νέα Ρώμη Ρωμαίοι εκινήθησαν δραστηρίως διά την διάσωσιν της εν τη Δύσει Ορθοδοξίας και της εθνικής ελευθερίας των δυτικών Ρωμαίων και Σλαύων, ως και διά την εξασφάλισιν των επαρχιών της κάτω ιταλικής Ρωμανίας, αι οποίαι συνώρευον τώρα μετά του εν Ιταλία φραγκικού κράτους.

Διά τους λόγους αυτούς ως και διά την ορθήν κατήχησιν και στερέωσιν των Σλαύων εν τη αληθεί ευσεβεία του Χρίστου, απεφασίσθη η χρήσις της σλαυικής γλώσσης και του ορθοδόξου συμβόλου της πίστεως, η αντικατάστασις του φραγκικού συμβόλου με το ορθόδοξον εις τους ήδη υπό των Φράγκων βαπτισθέντας, και επί πλέον απεφασίσθη αι νέαι υπό των άγιων Κυρίλλου και Μεθοδίου ιδρυθείσαι Εκκλησίαι να υπάγωνται εις την Πρεσβυτέραν Ρώμην.

Μετά τας πρώτας επιτυχίας των οι απόστολοι ούτοι των Σλαύων επεσκέφθησαν τον πάπαν Αδριανόν τον Β', ο οποίος ενέκρινε το έργον αυτών υπέρ της σλαυικής γλώσσης και εναντίον του φράγκικου Filioque. Κατά την επίσκεψιν ταύτην εξεδήμησε προς Κύριον ο άγιος Κύριλλος, καρείς μοναχός. Ο άγιος Μεθόδιος εχειροτονήθη επίσκοπος και εγκατεστάθη υπό του πάπα ως αρχιεπίσκοπος Σιρμίου διά τους εναπομείναντος Ρωμαίους εν τη παλαιά ρωμαϊκή Παννονία, η οποία ευρίσκετο πολιτικώς και εκκλησιαστικώς τώρα εντός της κυριαρχίας των Φράγκων.

Οι Φράγκοι συνέλαβον τον αγιον Μεθόδιον, τον εδίκασαν, τον καθήρεσαν και τον εφυλάκισαν. Έπειτα από δύο και ήμισυ έτη τη επεμβάσει του πάπα Ιωάννου του Η'απελύθη και εγκατεστάθη εις Μοραβίαν, όπου ειργάσθη μέχρι της προς Κύριον εκδημίας αυτού περί το 885.

Κατά την διάρκειαν της εν Μοραβία ποιμαντορίας του αγίου Μεθοδίου οι Φραγκογερμανοί ενήργουν διά τον αφανισμόν του έργου των εκ Θεσσαλονίκης Ρωμαίων ιεραποστόλων. Έτυχον δε ούτοι της υποστηρίξεως του υποτελούς εις τους Φράγκους πάπα Στεφάνου του Ε' (885 891), ο οποίος ανεγνώρισε τα αιτήματα της εν Μοραβία φιλογερμανικής μερίδος και ανέδειξε τον αρχηγόν αυτής εις διάδοχον του αγίου Μεθοδίου. Ο νέος αρχιεπίσκοπος απηγόρευσε την σλαυικήν γλώσσαν εν τη λάτρεια και επέβαλε το φραγκικόν σύμβολον. Ούτως ο άμεσος σκοπός της αποστολής των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου απέτυχεν.

Οι κυριώτεροι συνεργάται και μαθηταί του αγίου Μεθοδίου εξωρίσθησαν και κατέφυγον εις Βουλγαρίαν. Άλλοι πωληθέντες και εν Βενετία αγορασθέντες εστάλησαν εις Κωνσταντινούπολιν και εκείθεν εις Βουλγαρίαν. Ούτω μετεφέρθη το έργον των άγιων Κυρίλλου και Μεθοδίου εις τους ελευθέρους Σλαύους, με αποτέλεσμα την συν τω χρόνω κατά το ορθόδοξον δόγμα εκχριστιάνισιν του μεγαλυτέρου μέρους του σλαυικού κόσμου.

Παρ'όλας τας οξείας περί του θέματος της Βουλγαρίας προκύψασας διενέξεις μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως και του φραγκοφίλου πάπα Νικολάου του Α' (858 867), οι εν Κωνσταντινουπόλει υπεύθυνοι απεφάσισαν τελικώς να παραχωρήσουν την εκκλησιαστικήν διοίκησιν της Βουλγαρίας εις την Πρεσβυτέραν Ρώμην, αλλά δεν εδέχθη τούτο ο ηγεμών των Βουλγάρων.

Τότε πάπας της Πρεσβυτέρας Ρώμης και φίλος του πατριάρχου της Νέας Ρώμης Μεγάλου Φωτίου ήτο ο Ιωάννης ο Η' (872 882 [εικ. από εδώ]), ο οποίος επενέβη διά την αποφυλάκισιν του αγίου Μεθοδίου, ως είδομεν, και συμμετείχεν εις τον αναθεματισμόν των μη αποδεχομένων την Ζ'Οικουμενικήν Σύνοδον Φράγκων και εις την καταδίκην του φραγκικού Filioque κατά την Η'Οικουμενικήν Σύνοδον του 879.

Η σύνοδος αύτη ανεθεμάτισε 1) τους μη αποδεχόμενους την Ζ'Οικουμενικήν Σύνοδον [86]και 2) τους προσθέσαντάς τι εις το σύμβολον [87], χωρίς όμως να κατονομάζωνται οι εν λόγω αιρετικοί, πράγμα πρωτοφανές εν τοις πρακτικοίς και όροις οικουμενικών και τοπικών συνόδων. Η τακτική αυτή εξηγείται βάσει της προς Φώτιον συναφθείσης εις τα πρακτικά προσωπικής επιστολής του πάπα Ιωάννου Η', εν ή παρακαλεί να επιτραπή η διά της πειθούς προσπάθεια να απαλειφθή το Filioque, το οποίον «ουκ εστί παγιωθέν εκ πολλών ενιαυτών και δια ταύτα καλώς έχειν έδοξεν ημίν, ίνα μη μετά βίας αναγκασθή τις παρ’ ημίν εάσαι την προσθήκην, ην έφθασεν εν τω συμβόλω προσθείναι» [88].

Εφ'όσον προηγουμένως διεβεβαίωσε τον Φώτιον ότι εν Ρώμη δεν εισήχθη η προσθήκη εν τω συμβόλω [89], τα υπό του πάπα γραφέντα ταύτα σημαίνουν σαφώς ότι εφοβείτο την διά της βίας επιβολήν της προσθήκης και εν Ρώμη, εάν ερεθισθούν οι Φράγκοι. Ο φόβος αυτός εξηγεί επίσης και τα υπό Μεγάλου Φωτίου διπλωματικώς εν τη συνόδω λεχθέντα διά τους μη αποδεχόμενους την Ζ'Οικουμενικήν Σύνοδον Φράγκους· «ίσως παρά τισιν εστίν αμφιβολία. Φήμη μεν γαρ τοιαύτη περιαγγέλλεται, το δε αληθές ούπω και μέχρι νυν επιστάμεθα» [90]

Ο φόβος ούτος του πάπα και του πατριάρχου έναντι των Φράγκων και φραγκοφίλων εξηγεί επίσης διατί τα θέματα περί Ζ'Οικουμενικής Συνόδου και Filioque παραλείπονται εν ταις οδηγίαις του πάπα προς τους αντιπροσώπους του εις την σύνοδον, ως επίσης διατί αι οδηγίαι αυταί κατεγράφησαν εις τα πρακτικά. Δηλαδή εγένετο διπλωματική προσπάθεια να μη φανή ο πάπας εχθρικώς διακείμενος έναντι των Φράγκων κατακτητών, οίτινες ήσαν γνωστοί διά την αγριότητα και βαρβαρότητα αυτών και κυρίως την ικανότητα αυτών να σφάζουν τους υπ'αυτών θεωρούμενους αιρετικούς.

Είναι γενικώς αποδεκτόν σήμερον από τους ιστορικούς ότι η Εκκλησία της Πρεσβυτέρας Ρώμης εδέχθη την επί Μεγάλου Φωτίου καταδικάσασαν το Filioque Η'Οικουμενικήν Σύνοδον.Παραλλήλως οι Φράγκοι εθεώρουν τους αποδεχόμενους την προσκύνησιν των εικόνων και τους μη αποδεχόμενους το Filioque και κυρίως τον Μέγαν Φώτιον ως αιρετικούς βάσει των αποφάσεων των επί Μεγάλου Καρόλου φραγκικών συνόδων του 794 και του 809.

Εξ αιτίας επιστολών του πρώτου εις την ιστορίαν φραγκοφίλου πάπα Νικολάου Α'έγραψαν Φράγκοι θεολόγοι και επίσκοποι κατά των «αιρετικών» Γραικών. Εκ των έργων τούτων διασώζονται τρία· 1) Liber adversus Graecos, του Aeneas των Παρισίων [91]. 2) Contra Graecorum opposita, του Ratramnus του Corbie [92]και 3) Responsio de fide S. Trinitate contra Graecorum haeresim, της συνόδου των Γερμανών επισκόπων [93].

Τέσσαρες παράγοντες όμως συνετέλεσαν εις μίαν κάμψιν της φανατικής αντικωνσταντινουπολιτικής μερίδος των Φράγκων και εις την μεταξύ των μετριοπαθών Φράγκων επιτυχίαν της πολιτικής του πάπα Ιωάννου Η'υπέρ των συμφερόντων της Ρωμαιοσύνης. 1) Η μετά τον Καρλομάγνον διάλυσις και εξασθένησις της Μεγάλης Φραγκιάς επεκράτησαν πλέον εις οξύν βαθμόν κατά την εν λόγω εποχήν. 2) Ο εξ ανατολικής Ρωμανίας στόλος και στρατός εξεδίωξε το 867 τους Άραβας από την κάτω ιταλικήν Ρωμανίαν και ούτω ενίσχυσε σπουδαίως την θέσιν της παπικής Ρωμανίας (Παπικόν Κράτος). 3) Οι λατίνοι Φράγκοι ρήγες διηρημένοι μεταξύ των επεδίωκαν εκ θέσεως αδυναμίας πλέον να στεφθούν υπό του πάπα imperatores (=αυτοκράτορες). 4) Ούτω ο πάπας έγινεν ο ρυθμιστής των πραγμάτων μεταξύ των λατίνων Φράγκων προς γενικόν όφελος της Ρωμαιοσύνης.

Όλα όμως ήλλαξαν αποτόμως με την κατάληψιν της Ρώμης υπό του Τευτονοφράγκου Όθωνος Α'το 962 και την υπ’ αυτού επιβολήν Φράγκου πάπα κατά την δευτέραν κατάληψιν της Ρώμης το 963. Όταν οι τεύτονες (Deutsch) Φράγκοι κατέλαβον οριστικώς πλέον τον θρόνον του πάπα Ρώμης το 1009 και επέβαλον διά της βίας Φράγκους επισκόπους επέβαλον και το Filioque και το νέον φραγκικόν περί πάπα δόγμα διά την καθυπόταξιν των Εκκλησιών, και μόνον τότε έπαυσεν η κατακτηθείσα και τώρα φραγκική εν Ρώμη Εκκλησία να αναγνωρίζη την επί Φωτίου Οικουμενικήν Σύνοδον του 879 και αντ'αυτής παρεδέχθη και παραδέχεται επισήμως μέχρι σήμερον ως Η'Οικουμενικήν την σύνοδον του 869 την καθαιρέσασαν τον Μέγαν Φώτιον.Μάλιστα ενεφανίσθη εις την Δύσιν και η εσφαλμένη αντίληψις ότι εν αυτή ο Μέγας Φώτιος κατεδικάσθη και ως αιρετικός. Αυτή φαίνεται ήτο η εντύπωσις των Φράγκων εχθρών του Φωτίου.

Κατά τον τρόπον αυτόν μία φραγκική αντίληψις περί αιρέσεως και σχίσματος επί Μεγάλου Φωτίου μετεφέρθη εις την Εκκλησίαν της Ρώμης και έκτοτε επεκράτησεν εις την Δύσιν η φραγκική παράδοσις, ότι το σχίσμα μεταξύ «Γραικών» και Λατίνων ήρχισεν ουσιαστικώς κατά τον θ'αιώνα επί Μεγάλου Φωτίου, ο οποίος κατεπολέμησε το περί Filioque δόγμα.

Εικ. από εδώ& εδώ

Τα περί δευτέρου σχίσματος και καταδίκης του Φωτίου της μεταγενέστερας φραγκολατινικής παραδόσεως απορρίπτονται σήμερον υφ'όλων των ιστορικών [94], αλλ'αι γενόμεναι προσπάθειαι εξηγήσεως της υπάρξεως του λεγομένου μύθου των Δυτικών περί δευτέρου σχίσματος και περί δευτέρας υπό του πάπα Ιωάννου του Η'καταδίκης του Φωτίου κάμουν εν σοβαρόν σφάλμα, διότι οι δυτικοί Χριστιανοί, Λατίνοι και Διαμαρτυρόμενοι, αδυνατούν να συλλάβουν ή να λάβουν σοβαρώς υπ'όψιν το γεγονός ότι ευρίσκοντο εν διαστάσει δογματική και εκκλησιαστική οι εν Ιταλία κυρίαρχοι Φράγκοι και οι κατακτηθέντες Ορθόδοξοι Ρωμαίοι. Κατά τον θ', ι'και αρχάς του ια'αιώνος οι ολίγοι εναπομείναντες αμιγείς Ρωμαίοι της περιοχής της Ρώμης είχον αποστροφήν προς τους Λογγοβάρδους και Φράγκους κατακτητάς και συνεχώς επανεστάτουν κατά της κυριαρχίας αυτών και κατά των υπό των Φράγκων επιβληθέντων πάπων και τη βοηθεία των ομοεθνών των Ρωμαίων της Κωνσταντινουπόλεως / Νέας Ρώμης επεκράτησαν ως επί το πλείστον Ρωμαίοι Ορθόδοξοι πάπαι μέχρι το 1009.

Συντελεί εις την σύγχυσιν ταύτην των δυτικών ιστορικών η από του 963 βιαία κατάληψις του θρόνου του πάπα Ρώμης υπό φραγκοφίλων η Φράγκων επισκόπων, τους οποίους οι δυτικοί ιστορικοί εμφανίζουν ως σωτήρας της Εκκλησίας από την κυριαρχίαν των γραικοφίλων (δηλαδή φιλοανατολικών Ρωμαίων) Ρωμαίων της μέσης Ιταλίας. Επί Μεγάλου Φωτίου υπήρχε σχίσμα και συγχρόνως δεν έγινε δογματικόν σχίσμα.

Δηλαδή πρέπει να διακρίνωμεν σαφώς τους Φράγκους από τους εν Ιταλία Ρωμαίους. Μεταξύ Φράγκων και Ρωμαίων υπήρχε σχίσμα εξ αιτίας της Ζ'Οικουμενικής Συνόδου και του Filioque. Αλλά μεταξύ δυτικών και ανατολικών Ρωμαίων ούτε υπήρχεν ούτε έγινεν επί Φωτίου και ούτε μετά ταύτα έγινε δογματικόν σχίσμα, αφού εις τα θέματα ταύτα υπήρχε απόλυτος συμφωνία [95]. Οι δυτικοί και ανατολικοί Ρωμαίοι του θ'αιώνος εθεώρουν αλλήλους ως Ορθοδόξους και τους Φράγκους ως ετεροδόξους, ως φαίνεται σαφώς από τας κατά των Φράγκων αποφάσεις της επί Φωτίου Η'Οικουμενικής Συνόδου περί εικόνων και Filioqueκαι ως φαίνεται επίσης σαφώς από το έργον των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, οι οποίοι εκήρυξαν το ορθόδοξον συμβολον, εν αντιθέσει προς το φραγκικόν, ως υπηρέται και αντιπρόσωποι των Ρωμαίων Ορθοδόξων παπών της Πρεσβυτέρας Ρώμης.

Επί δύο αιώνας, ήτοι από του 794 και 809, ότε οι Φράγκοι κατεδίκασαν την Ζ'Οικουμενικήν Σύνοδον και εδογμάτισαν το Filioque, μέχρι του 1009 ή 1014, ότε εισήχθη οριστικώς το Filioque εις το σύμβολον εν Ρώμη, ηγωνίσθησαν σκληρώς οι εν Ιταλία Ορθόδοξοι Ρωμαίοι να διατηρήσουν την πίστιν της Ζ'και Η'Οικουμενικής Συνόδου.Εις τα δυτικά εγχειρίδια εκκλησιαστικής ιστορίας των Λατίνων και Προτεσταντών η εξασκηθείσα ψήφω κλήρου και λάου κανονική κυριαρχία των Ρωμαίων επί του θρόνου του πάπα Ρώμης περιγράφεται ως κάτι το κακόν, από το οποίον απηλλάγη η Εκκλησία της Ρώμης τη επεμβάσει αγίων Φράγκων αυτοκρατόρων. Εις τας φραγκικάς πηγάς οι ως ανήθικοι πάπαι εμφανισθέντες είναι πάντοτε οι προσκεκολλημένοι εις τον εν Κωνσταντινουπόλει Νέα Ρώμη βασιλέα των Ρωμαίων και οι φραγκόφιλοι πάπαι είναι πάντοτε οι άγιοι.

Παρά τας πιέσεις των Φράγκων οι Ρωμαίοι της μέσης ιταλικής Ρωμανίας ηρνήθησαν επί δύο αιώνας να προσθέσουν το Filioque εις το σύμβολον της πίστεως. Τελικώς όμως κατέλαβον τον θρόνον της Ρώμης οι Φράγκοι και το 1014 ο Ιταλοφράγκος πάπας Βενέδικτος Η' (φωτο)προσέθεσεν οριστικώς το Filioque εις το σύμβολον. Μετά την παραίτησιν του τελευταίου Ρωμαίου ορθοδόξου πάπα της Ρώμης Ιωάννου ΙΗ'το 1009 διεγράφη ο πάπας από τα δίπτυχα των ανατολικών πατριαρχείων και έκτοτε επικρατεί μέχρι σήμερον εν Ρώμη το παλαιότερον σχίσμα των Φράγκων.

Τα αναθέματα του 1054 δεν ήσαν λοιπόν ούτε η έναρξις ούτε η αίτια του σχίσματος, ως ισχυρίζονται πολλοί. Μετά τα γεγονότα των αναθεματισμών του 1054 ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλάριος περιέγραψε τα συμβάντα εις δύο επιστολάς του προς τον πατριάρχην Αντιοχείας Πέτρον τον Γ'[96]. Επειδή προ της πατριαρχείας του ο Κηρουλάριος ήτο εν δημοσία υπηρεσία και ουχί εντριβής περί τα της Εκκλησίας ιστορικά, ενόμιζεν ότι το όνομα του πάπα διεγράφη των δίπτυχων από τον ζ'αιώνα [97]και εις το σημείον αυτό ο Πέτρος τον διορθώνει [98]. Πάντως είναι σαφές ότι ο Κηρουλάριος δεν διέγραψε το όνομα του πάπα από τα δίπτυχα, αλλ'εκληρονόμησε το σχίσμα, διά το οποίον είχε την εντύπωσιν ότι ήτο πολύ παλαιόν. Ότι πρόκειται περί πραγματικού σχίσματος φαίνεται σαφώς από την εξής προς Πέτρον έντονον φράσιν «και έκτοτε και μέχρι του νυν αποτμηθήναι της καθ'ημάς αγιωτάτης και καθολικής Εκκλησίας τον πάπαν» [99]

Αφού πρώτον διορθώνει τον Κηρουλάριον εις την αναφέρθησαν ιστορικήν ανακρίβειαν, ο Πέτρος διαβεβαιοί ότι και εν Αντιοχεία δεν μνημονεύεται ο πάπας από πολλών ετών «Επί δε τούτοις καγώ μάρτυς απαράγραπτος, και άλλοι συν εμοί των της Εκκλησίας ελλογίμων πολλοί, ότι επί τω μακαρίτη πατριάρχη Αντιοχείας κυρώ Ιωάννη, ο πάπας της Ρώμης, Ιωάννης και αυτός ακούων, εν τοις ιεροίς διπτύχοις ανεφέρετο».

Πρόκειται δηλαδή περί του πάπα Ιωάννου του ΙΗ', του παραιτηθέντος και εις μοναστήριον αποσυρθέντος το 1009 [100].

Ο Πέτρος συνεχίζει· «Και εν Κωνσταντινουπόλει δε προ χρόνων τεσσαράκοντα και πέντε εισελθών εύρον επί του μακαρίτου πατριάρχου κυρού Σεργίου τον δηλωθέντα πάπαν εν τη θεία μυσταγωγία μετά των άλλων πατριαρχών αναφερόμενον. Όπως δε ύστερον η αυτού εξεκόπη αναφορά, και δι'ην αιτίαν αγνοώ» [101].

Δηλαδή ο Πέτρος δεν γνωρίζει διατί διεκόπη το μνημόσυνον του τελευταίου κατά το έθνος και την θρησκείαν Ρωμαίου πάπα Ιωάννου, ενώ εμνημονεύετο. Εξ άλλων πηγών γνωρίζομεν ότι παρητήθη [102]και ότι ο διάδοχος αυτού ο Ιταλοφράγκος Πάπας Σέργιος Δ'δεν συμπεριελήφθη εις τα δίπτυχα, επειδή εις την επί τη ενθρονίσει αυτού συστατικήν επιστολήν συμπεριέλαβε το Filioque [103].

Εις την πρώτην προς Πέτρον επιστολήν του ο Κηρουλάριος ηρώτησεν, εάν αληθεύη η φθάσασα εις την ακοήν του φήμη ότι μνημονεύει τον πάπαν εις τα δίπτυχα [104]. Παραπονούμενος ο Πέτρος απήντησε: «Προ εξετάσεως και τελείας καταλήψεως το μη γεγονός ως γεγονός εξ ακοής ματαίας παρέστησας. Πώς γαρ και έμελλον τέως αυτόν εγώ αναφέρειν τον πάπαν, μη της κατά σε αγίας εκκλησίας αναφερούσης αυτόν, τρόφιμος ων ταύτης, και ζηλωτής ει και τις άλλος, έργω και λόγω τα ταύτης πρεσβεία σεμνύνων και μεγαλύνων αεί;» [105]. Δια τούτο κατόπιν παραγγέλλει εις τον Κηρουλάριον· «Αλλά περί μεν τούτων ούτως έχων, πλείον ουδέν σε βούλομαι περί της του πάπα αναφοράς προσεξεργάσασθαι» [106].

Τα γραφόμενα ταύτα του Πέτρου απαντούν εις τους εμφανίσαντας τον πατριάρχην Αντιοχείας ως διαφωνούντα προς τον πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Κηρουλάριον περί του μνημοσύνου και υπάρξεως σχίσματος και ισχυριζόμενους ότι τα αναθέματα του 1054 είναι μεν η αρχή του σχίσματος, αφορούν όμως μόνον εις τας εκκλησίας Πρεσβυτέρας Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και ότι τα άλλα πατριαρχεία παρέμειναν ηνωμένα μετά του πάπα μη δίδοντα ούτε εις το Filioque σημασίαν [107].

Αλλά και διά το Filioque ο Πέτρος, παραμένων πιστός εις τας αποφάσεις της Η'Οικουμενικής Συνόδου,γράφει· «Κακόν δε, και κακών κάκιστον, η εν τω αγίω συμβόλω προσθήκη... Τους δε προστεθέντας τι η αφαιρούντάς τι, αναθεματίζομεν» [108].

Πάντως είναι παράλογον να ισχυρίζεται τις ότι αφ'ενός μεν εγένετο σχίσμα μεταξύ των Φράγκων κατακτητών της Πρεσβυτέρας Ρώμης και των Ρωμαίων της Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης και αφ'ετέρου τα υπόλοιπα πατριαρχεία των Ρωμαίων (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων) παρέμειναν τάχα ηνωμένα με την νέαν φραγκικήν Παπωσύνην. Επομένως η απλή άρσις των αναθεμάτων του 1054 δεν δύναται να επιτύχη την ένωσιν.

Επανερχόμενοι εις την προ του 1054 κατάστασιν ευρίσκομεν πάλιν σχίσμα μεταξύ Λατίνων και Ρωμαίων εξ αίτιας του Filioque. Επανερχόμενοι εις την προ του 1009 κατάστασιν άνευ του Filioque εν Ρώμη ευρίσκομεν ένωσιν μεταξύ ανατολικών και δυτικών Ρωμαίων, αλλά σχίσμα μεταξύ Φράγκων και Ρωμαίων εξ αιτίας της Ζ'Οικουμενικής Συνόδου και του Filioque. 

Το ότι παραδέχονται σήμερον και Λατίνοι ιστορικοί ότι ο Πάπας Ιωάννης Η'εδέχθη ως Η'Οίκουμενικήν Σύνοδον την επί Μεγάλου Φωτίου σύνοδον του 879 και το ότι οι Ορθόδοξοι διάδοχοι αυτού δεν απεκήρυξαν την πράξιν ταύτην,αλλ'αντιθέτως εφήρμοσαν τας περί Ζ'Οικουμενικής Συνόδου και περί Filioque αποφάσεις αυτής μη επιτρέποντες την προσθήκην εν τω Συμβόλω, σημαίνει ότι τα πιστά τέκνα των αγίων αποστόλων των Σλαύων Κυρίλλου και Μεθοδίου έχομεν το ιερόν καθήκον, το επιβεβλημένον και από τους Ορθοδόξους Ρωμαίους πάπας της Ρώμης προ του 1009, να επιδιώξωμεν την εξάλειψιν του σχίσματος ουχί διά της άρσεως των αναθεμάτων του 1054, αλλά διά της άρσεως του Filioque και των προϋποθέσεων και αποτελεσμάτων αυτού.

Σημειώσεις

(*) Σημ.: Πρεσβυτέρα (παλαιότερη) Ρώμη εννοείται η Ρώμη της Ιταλίας, σε αντιδιαστολή με τη Νέα Ρώμη, την Κωνσταντινούπολη.

[85]Από ομιλίαν γενομένην τη 11η Μαΐου 1971 εις τον ι. ναόν Αγ. Δημητρίου εν Θεσσαλονίκη κατά την διορθόδοξον θ. Λειτουργίαν επί τη μνήμη των
αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου. Το πρωτότυπον κείμενον ετυπώθη εν τω περιοδικώ «Γρηγόριος ο Παλαμάς», ΝΔ', 1971. Αι εν προκειμένω θέσεις
αναπτύσσονται λεπτομερώς εν τη μελέτη μου «Η Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», Θεσσαλονίκη 1973.

[86] Mansi XVII, 493-496[Sacrorum conciliorum, nova et amplissima(Florentiae 1759, επανεκτύπωση 1960-1961) – εκεί δημοσιεύονται τα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων].

[87]Αυτόθι, 516-517.

[88]Αυτόθι, 525.

[89]Αυτόθι.

[90]Αυτόθι, 493.

[91] PL [Patrologia Latina]121, 685 - 562.

[92]Αυτόθι, 225 - 346.

[93]Αυτόθι 119, 1201-1212.

[94]Πάντες ακολουθούν τα σπουδαία ευρήματα του Francis Dvornik, The Photian Schism, Cambridge, 1948.

dogmatika-mnimeia.jpg[95]Δηλαδή η υπό της Πρεσβυτέρας Ρώμης αναγνώρισις ως πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως του Ιγνατίου και μη αναγνώρισις του Φωτίου είχε χαρακτήρα κανονικόν και ουχί δογματικόν. Ο περί Filioque αγών του Φωτίου εγένετο κατά των εν Βουλγαρία Φράγκων ιεραποστόλων και των φραγκοφίλων προστατών Ρωμαίων αλλ’ ουχί κατά της εκκλησίας της Ρώμης, εν ή την μεγίστην πλειοψηφίαν και κυριαρχίαν είχον οι Ορθόδοξοι Ρωμαίοι, οίτινες εθεώρουν εαυτούς ως Ρωμαίους, δηλαδή Ρωμηούς, με αυτοκράτορα εν Κωνσταντινουπόλει ή Νέα Ρώμη. Εν τη εγκυκλίω επιστολή του προς τους της Ανατολής αρχιερατικούς θρόνους καταγγέλλει ο Φώτιος τους εν Βουλγαρία ιεραποστόλους (Φράγκους) επί αιρέσει, αλλά διαχωρίζει απ'αυτούς τον πάπαν της Ρώμης, διά τον οποίον αρκείται «εις την κατ'αυτού περί τυραννίδος και ανατροπής εκκλησιαστικών θεσμών κατηγορίαν, ήτις έφθασεν εις Κωνσταντινούπολιν εξ Ιταλίας». Ίδε επιστολήν εν Ι. Καρμίρη, ΔΣΜ [Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας (εδώ)], II, 328 - 329.

[96] PG [Patrologia Graeca] 120, 781-796, 816-820.

[97]Αυτόθι, 788-789.

[98]Αυτόθι, 797-800.

[99]Αυτόθι, 789.

[100]Ίδε F. Μοurret, History of the Catholic Church, London 1941, τόμ. 4, σ. 90 - 91.

[101]PG 120, 800.

[102]Ίδε ανωτέρω υποσημ. 16. [«Ν»: Η υποσημ. αφορά στην αντιβυζαντινή προκατάληψη ή προπαγάνδα που επικράτησε και στον δικό μας γεωγραφικό και πολιτισμικό χώρο μέχρι και σήμερα. Γράφει: Το ηγετικόν στέλεχος του κινήματος τούτου είναι ο Αδαμάντιος Κοραής. Ίδε Π. Χρήστου, Αι περιπέτειαι των εθνικών ονομάτων των Ελλήνων, Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 51].

[103] A. Michel, Humbert und Kerullarius, Paderborn 1924 - 1930, τόμ. Ι, σ. 20 - 40. Πρβλ. G. Every, The Byzantine Patriarchate, London 1947, σ. 149.

[104] PG 120, 788.

[105]Αυτόθι, 797.

[106]Αυτόθι, 800. Οι Άγγλοι G. Every, ίδε ανωτέρω υποσημ. 19 σ. 156, και SteνenRunciman, TheEasternSchism, London1956, σ. 65 εξής, παραλείπουν εις την αγγλικήν μετάφρασιν το «σε» από τα γραφέντα ταύτα και ούτως εμφανίζουν τον Μιχαήλ διαφωνούντα προς τον Κηρουλάριον περί υπάρξεως σχίσματος και ως εμμένοντα εις το μνημόσυνον του πάπα εν τοις διπτύχοις. Φαίνεται ότι και ημέτεροι εν Κωνσταντινουπόλει ακολουθούν την ερμηνείαν ταύτην και βάσει αυτής νομίζουν ότι 1) το σχίσμα ήρχισε το 1054, άλλα 2) ότι αφεώρα μόνον εις την Κωνσταντινούπολιν και Ρώμην και όχι εις τα πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων.

[107]Ίδε ανωτέρω υποσημ. 22. [«Ν»: Εκτενής υποσημ. που αφορά στην επικράτηση αντιλήψεων, στις παραδουνάβιες ηγεμονίες επί Τουρκοκρατίας και μάλιστα με υποκίνηση και της Δύσης και της Ρωσίας, σύμφωνα με τις οποίες οι Έλληνες δεν είναι κληρονόμοι της κοινής ρωμαίικης πνευματικής παρακαταθήκης – έτσι, κατά τον π. Ι. Ρωμανίδη, οι Ρουμάνοι λόγιοι της εποχής διαχωρίστηκαν από εμάς, θεωρώντας την κοινή βυζαντινή (ρωμαίικη) κληρονομιά μας, ως αποκλειστικά δική τους].

[108] PG 120, 804-805.

St. Herman’s Guardian – Archimandrite Gerasim Schmaltz

$
0
0
 
Οι φίλοι του π. Σεραφείμ Ρόουζγνωρίσαμε τον π. Γεράσιμο στον α΄ τόμο της βιογραφίαςτου π. Σεραφείμ, όπου εξιστορείται πώς ο Γκλεμπ Ποντμοσένσκυ (ο μετέπειτα π. Γερμανός), στην πνευματική του αναζήτηση, επισκέφτηκε το Νησί Σπρους, όπου έζησε ο άγιος Γερμανός της Αλάσκας, και γνώρισε τον ερημίτη του νησιού, το σεβαστό ασκητή π. Γεράσιμο. Τώρα βλέπουμε μερικά επιπλέον στοιχεία για το πρόσωπό του.

St. Herman's years of solitude on Spruce Island caused no little wonder among those unfamiliar with the mysteries of spiritual life. A man once asked, "Fr, Herman, do you live alone in the forest? Do you never become lonely? .... No, I am not alone ," he replied, "God is there as He is everywhere. His angels are there. Is it possible to be lonely in their company? Is it not better to be in their company than in that of people?" 
 
Archimandrite Gerasim (Shmaltz) on Spruce Island. As the forces of evil close ranks upon a spiritually lethargic humanity, the sensitive Christian soul feels increasingly estranged from the world. Not a few grew faint-hearted i in the struggle to resist the pressures of a fallen society--often intensified by isolation for many Orthodox of these latter times But those who suffer from this spiritual affliction must take heart--for what is lacking today in Orthodox community, is more than compensated for by the company of angels and saints who, tho unseen and unnoticed, have in no way abandoned us in our earthly sojourn. We must but learn to turn to them more often, in our prayers and in our thoughts; this will dispel our loneliness and give us strength and courage at a time when the prince of darkness seeks to extend his domain. 

Our lesson needs only an illustration, and what better than the life of Archimandrite Gerasim Schmaltz, who was for many years the solitary guardian of St. Herman's Spruce Island Hermitage. He knew well the loneliness that comes not so much from the absence of human companionship, as that more acute loneliness and wariness of soul which proceed from a lack of Spiritual kinship. Although his life lacks external charisma, it gives an example of that inner Strength and independence of spirit which we too must cultivate with the help of God's saints. Most of the material for his life comes from his personal letters to the St. Herman of Alaska Brotherhood, whose formation he inspired twenty years ago. 

Born on October 28, 1888; in the province of Tula, Fr. Gerasim was given the name Michael at baptism. His pious parents brought him up on the lives of saints, in strict Orthodox tradition. The goodly seeds thus planted blossomed early in a desire for the monastic life. At the are of 18 he entered theMonastery of St. Tikhon of Kaluga, not far from the famed Optina Hermitage. There he received a sound monastic foundation, although it was not until 1915, when he came to America as a missionary, that he was tonsured. The same year he was ordained hieromonk and in 1916 he was assigned to Alaska. After serving in Sitka and then in Kodiak, he finally settled in the small village of Afognak.

When the Revolution of 1917 broke out in Russia, Fr. Gerasim saw a dream: "The whole sky was dark, fearful. But in the midst of it there was light, and there was Christ crucified. He was dying; His head was bent down and the muscles on His arms trembled from suffering. And I heard a voice: 'Pray, Russia is crucified,'" Like St. Herman, Fr. Gerasim reached out in his heart across the ocean's expanse to his beloved native land; his. tearful entreaties on behalf of his persecuted brethren in Christ served no less to bathe his own soul which was sorely wounded by the political strife within the Church following the schism of Metropolitan Platon in 1926. All the Orthodox clergy in Alaska joined themselves to the latter, with the sole exception of Fr. Gerasim, who chose rather; to bear the heavy cross of his ecclesiastical isolation in continuing to commemorate the Sobor of Bishops Outside Of Russia.

Father Gerasim had served for 18 years as village priest in Afognak, when God answered the desires of his heart to move to Spruce Island. Although slander continued to be heaped upon him by the 'Platonites,' he was greatly consoled in being able to serve the memory of America's Apostle of Orthodoxy. His love for the as yet uncanonized Fr. Herman was amply rewarded by the Saint's firm support anti heavenly intercession. For 25 years he endured poverty and cold, standing before God in prayer as a solitary candle which shone brighter in the heavens than the stars in the sky looking down upon his labors through the tall firs of the dense Spruce Island forests. His converse with the saints secured for eternity a place in their midst, to which he was called on Oct; 12, 1969.

Among the recollections ofhis life which have come down to us. is the following heartwarming essay. May we find in it the inspiration to seek more often, as Fr. Gerasim did, the company of the saints.

"Our Heavenly Friends"
 
Archimandrtie Gerasim (Shmaltz).
Archimandrtie Gerasim
"I was still young when I began to think of monastic life, even though as a child I had not seen any monasteries, In 1905 I timidly drew near my sick father's bedside and said, 'Papa bless me to enter a monastery.' My ailing father asked for an icon and blessed me for the monastic life with an icon of St. Tikhon of Zadonsk
 
"The next year a whole group of us made a pilgrimage on foot to the St. Tikhon of Kaluga Monastery. Seeing the magnificent churches, the splendid bell-tower, the beauty of the surrounding countryside, I was overjoyed; it seemed to me that this was God's paradise on earth! I decided to stay and live there and approached Archimandrite Lavrenty with the request that he accept me into the: company of the brothers. He listened, then briefly explained the rigors of monastic life: one must be obedient, humble, rise early for services, and so on. Then he rose 'from his chair and led me to a painting which depicted the mother of St. Tikhon of Zadonsk, leading him as a young boy to town to give him away to a coachman; his older brother is shown standing on his knees in the dusty road, imploring his mother not to do this but to place him instead in a seminary. Pointing to the picture, the Archimandrite told me: 'Here the mother of St. Tikhon wanted to give him over to the care of a coachman, but the older brother overtook her on the road, threw himself down at her feet and said, "Mother, don't take him to be brought up by a coachman; he'll only become a coachman himself. Better take him to a seminary: then he'll turn out to be a priest." 

"You should likewise try to lead a God pleasing life,' said the Abbot, and you'll also become a monk.' He was silent for a moment, then said with a smile, 'and perhaps even an archimandrite.' It so happened that for a time I was Archimandrite Lavrenty's cell attendant; in cleaining his room, I often stood admiring that picture which became very dear to me."

After a brief visit to Mt. Athos, Fr. Gerasim was for several years church warden' of the large Holy Protection metochion in the city of Tula. There Vladika Evdokim often spoke of tonsuring him, but his intention was somehow always thwarted. Contrary to everyone's plans and expectations, Fr. Gerasim was tonsured soon after he arrived to America in 1915, by Bishop Alexander in the monastery of St, Tikhon of Zadonsk (established some ten years earlier with the blessing of Archbishop Tikhon--the future Patriarch of All Russia.)

"At that time everything was very poor and humble--from the bishop' s vestments right down to the singing. Bishop Alexander turned to me with a word: '...You have lived in prosperous monasteries and worked in rich cathedrals, but the Lord vouchsafed that you be tonsured in such poverty and humbleness. Never forget that St. Tikhon loved this very poverty--and he is the protector of this monastery, '

"What does this mean if not that St. Tikhon, that great wonder worker, had taken me under his protection from the very day I had decided to devote myself to the monastic life! My father blessed me with an icon of St. Tikhon to become a monk; Archimandrite Lavrenty told me to take St. Tikhon as an example: I was tonsured in St. Tikhon's Monastery. And this is not all.

"In 1935 I moved to Spruce Island where the monk-missionary and ascetic, Father Herman, lived and saved his soul; there he reposed in 1836. In July of 1936 I undertook to clean and paint the church. When I had finished, I took home to my cell two icons to clean and repair: one of St. Tikhon of Zadonsk and one of St. Seraphim of Sarov, After cleaning them, I put them in new frames and, sitting down, I gazed upon the holy images of these God-pleasers who were so dear to me. I began to reflect upon my life, and sudlenly it struck me: thirty years ago on this very day, July 17, I had begun my monastic life. Tears involuntarily rolled down my cheeks as I knelt down to kiss the icons. God's beloved!' I cried, 'you are my dear Guests; you came to me, a sinner, on the very day of my setting forth on the monastic path.’

"I had a special veneration and love for these very saints, St. Tikhon of Zadonsk and the holy wonderworker, St. Seraphim of Sarov. Truly has it been said that God's angels and His saints are man's 'heavenly friends...
"Indeed, we are not alone in this earthly life; we have heavenly protectors, intercessors. I myself have experienced this. In these terrible and godless times, even Russian Orthodox people have somehow become ashamed of having icons in their homes, of burning vigil lamps before them. I have seen this for myself when I was in the States-among my own Russian people!
"I recall my childhood days, that golden time of life, when the principle adornment of every home was the holy icons before which burned a vigil lamp. I loved these homes, I loved to look at the array of icons, like whole iconostases, with the flickering lights of the burning lamps in front of them. 

"When people rejoiced in decorating their homes with icons, when they kept vigil lamps burning, when they observed the fasts and kept the holy feasts--then they lived quietly, peacefully and piously. Each home, each family, was precisely what St. Paul referred to as a 'house church. But when the Russian Orthodox Christian became infected with modernism, he became ashamed of having icons in the home, of keeping vigil lamps burning--and then a gloomy darkness spread over his soul, causing him of his own accord to join the enemies of God and His beloved Son Jesus Christ and of all that is good and holy. And he began to do that which is unheard of even among wild animals. 

"People today do not see the miracles per-formed by the Lord and His saints only because they are spiritually blind; they have risen up against God and His Church here on earth. Mankind's heavenly friends stand far removed from such people. While living very near these saintly guardians, man cannot see them nor sense their presence because of the sinful state of his soul, in which there is no peace, no love."
"Orthodox Christians! Preserve faith in God, strive to acquire love for God and neighbor, and you will clearly see that you have friends in the spiritual world, who pray for you to the Lord. Amen." 

(Translated from "Khleb Nebesni," 1940, No. 6; Harbin. Material concerning the life of Father Gerasim taken from the booklet, "Father Herman: Guardian of St. Herman of Alaska ," recently printed by the St. Herman of Alaska Press, Platina, Ca.)
See also:

A smile from eternity & a barefoot saint in USA... 

Έφυγε ένας «άγιος του Ρεθύμνου»

$
0
0
 
Εδώ η λέξη «άγιος» νομίζω πως ταιριάζει με κάθε έννοιά της. Και με την κοινή έννοια, του πολύ καλού ανθρώπου, και με τη χριστιανική έννοια, του ανθρώπου που, από την έντονη πνευματική (εκκλησιαστική) ζωή και την αγάπη στο Θεό και τον πλησίον, γέμισε από τη θεία χάρη (την αγαθή ενέργεια του Θεού), καθαρίστηκε η καρδιά του και μεταμορφώθηκε σε ένα ον «άλλου είδους», ενωμένο με το Θεό.
Κυρία των αγγέλων - Μικρή Παναγία
Η Κυρία των Αγγέλων
Ο π. Ιωάννης Κυριακάκης, ο γηραιός παπάς της Κυρίας των Αγγέλων ("Μικρής Παναγίας") του Ρεθύμνου, απογειώθηκε για τη βασιλεία του Θεού το πρωί που γιόρταζε η Παναγία, που τόσο αγάπησε και τόσο πιστά υπηρέτησε στο ναό της. Ξημερώματα της Κοιμήσεως, 15 Αυγούστου 2014, η ψυχή του πέταξε ήρεμα προς τον ουρανό. «Έφυγε τη μέρα που έπρεπε και με τον τρόπο που έπρεπε σ’ έναν τέτοιο άνθρωπο» μου είπε χαρακτηριστικά ένας καλός κοινός μας φίλος.
Τον παπά Γιάννη τον γνώριζα από παιδί, όπως και αμέτρητοι άλλοι Ρεθεμνιώτες. Είχα εξομολογηθεί σ’ αυτόν, όπως και τόσοι άλλοι και είχα διαπιστώσει κι εγώ την καλοσύνη και τη σοφία του, που είχε γιατρέψει την κουρασμένη ψυχή μου.
Ήταν ένας αληθινός πνευματικός ηγέτης του κάπως παλιού Ρεθύμνου. Υπηρετούσε το λαό του Θεού με σύνεση και πραότητα και στήριξε για δεκαετίες τα γνωστά παιδικά συσσίτια της ενορίας (την Παιδική Εστία), που είχε ιδρύσει κάποτε ο δικός του προκάτοχος. Αυτά τα συσσίτια στήριξαν τη φτωχολογιά αθόρυβα (πολλοί Ρεθεμνιώτες ασφαλώς δεν θα ξέρουν την ύπαρξή τους) και τις παλιές εποχές της φτώχιας αλλά και τις «χρυσές εποχές» που καμιά οικονομική κρίση δε φαινόταν στον ορίζοντα κι όμως υπήρχαν οικογένειες που στερούνταν τον άρτο τον επιούσιο.
Τώρα θα αποκαλύψω κάτι που έμαθα πριν χρόνια από έγκυρη πηγή. Ο παπά Γιάννης κάποτε πήγαινε τη νύχτα στο Νοσοκομείο και, αν έβρισκε μόνους και ανήμπορους ασθενείς, έμενε και τους περιποιούνταν. Εκπλήρωσε δηλαδή και με αυτό τον τρόπο την εντολή του Χριστού για αγάπη στον πλησίον και μάλιστα το λόγο που ο ίδιος ο Ιησούς λέει ότι θα πει κάποτε (μεταξύ άλλων) σ’ εκείνους που θα σωθούν: «ήμουν άρρωστος και ήρθατε κοντά μου… γιατί, εφόσον το κάνατε σ’ έναν από τους αδελφούς μου τους ελαχίστους, σε μένα το κάνατε» (βλ. Ματθ. Κεφ. 25, 31-46).
Εύχομαι ο Κύριος να τον κατατάξει ανάμεσα στους αγίους Του και μακάρι το δικό μας τέλος να μοιάζει κάπως με το δικό του.
Το Ρέθυμνο έχει αρκετούς καλούς και αγωνιστές κληρικούς. Τώρα, μας έφυγε ένας από τους «παλιούς». Υπήρξαν κι άλλοι αντάξιοί του εξαίρετοι Ρεθεμνιώτες παλιοί κληρικοί, άλλοι περισσότεροι κι άλλοι λιγότερο γνωστοί – ορισμένοι είναι ακόμα σ’ αυτή τη ζωή και η παρουσία τους παρηγορεί την καρδιά μας.
Υπάρχουν όμως ευτυχώς και νεότεροι που υπηρετούν το Θεό και το λαό με αυταπάρνηση, ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια. Οι παλιοί αποτελούν στήριγμα, παρηγοριά και παράδειγμα για τους νεότερους. Και μέσα σ’ έναν κόσμο γερασμένο και δυστυχισμένο, όπου η κακία και η αδικία φαίνεται να βασιλεύουν, σε κάποιες καρδιές βασιλεύει μυστικά ο Χριστός – και οι καρδιές αυτές κάνουν τον κόσμο να ζει.

Θεόδ. Ι. Ρηγινιώτης

ΥΓ. Στα 40 του παπά Γιάννη (21 Σεπτ.) νιώσαμε αβίαστα και φυσικά πως ήρθαμε στο μνημόσυνο ενός αγίου. Ακόμη και (θεωρούμενοι ως) "άθεοι"ήρθαν και άναψαν κερί στη μνήμη του. Γηραιός ιερέας που μίλησε, ομολόγησε ότι κάποτε, σε δύσκολη στιγμή της ζωής του, εξομολογήθηκε στον ταπεινό παπά Γιάννη και διαπίστωσε "ότι είχε φτάσει στην πνευματικότητα αγιορειτών πατέρων".


Στον παπα-Γιάννη

28/08/2014 γράφει ο Κώστας Πετρίδης (Ρεθεμνιώτικα Νέα)

 Από τις στήλες των «Ρ.Ν.» του Σαββατοκύριακου που μας πέρασε, έμαθα την αποδήμηση από τη ζωή και τα ιερά του καθήκοντα του παπα-Γιάννη Κυριακάκη. Τα παιδικά συσσίτια και γενικά η διαδρομή του σεπτού ιερέα στην περιοχή της παλιάς πόλης και της «Μικρής Παναγίας», της ιστορικής εκκλησίας που συνδέεται με το Ρέθυμνο και τους αγώνες για την ελευθερία και την πίστη του λαού μας.
Από την πρώτη στιγμή που γνώρισα τον παπα-Γιάννη, στην πρόθεσή μου να συμβάλλω στην ενίσχυση των συσσιτίων για παιδιά κατάλαβα ότι είχα απέναντί μου έναν ιερέα που τιμούσε την ιδιότητά του και ως ιερέα και ως ανθρώπου.
Άλλωστε οι πολίτες και οι πολίτισσες που εκκλησιάζονται στη «Μικρή Παναγία» δεν έπαυαν να εκφράζουν την εκτίμηση και το σεβασμό τους για τον παπα-Γιάννη που πάντα ήτανε φίλος και δάσκαλος και αρωγός σε κάθε ενορίτη και ενορίτισσα που είχε την ανάγκη της ιερής του σκέπης.
Ποτέ δεν άφηνε άρρωστο και ανήμπορο ή γέρο να πάει στην εκκλησία για να δεχθεί την ευλογία του ή την εξομολόγησή του, πήγαινε ο ίδιος στο σπίτι του.
Και τέλος πάντων πολλοί φίλοι κάτοικοι της παλιάς πόλης και ενορίτες της Μικρής Παναγίας μιλούσαν με σεβασμό και εκτίμηση για τον ιερέα τους.
Η όλη λειτουργία των παιδικών συσσιτίων που οφείλεται κύρια σ'αυτόν γινόταν με οργάνωση και εργασία, που ο ίδιος επέβλεπε και ασκούσε το λογιστικό μέρος της με αποδείξεις και της τελευταίας δεκάρας που σ’ έψαχνε ακόμα και στο δρόμο ή όπου αλλού σύχναζες για να σου τις δώσει.
Ο Ιησούς ήταν πάντα πρότυπο για τον παπα-Γιάννη χωρίς καμιά από εκείνες τις εκδηλώσεις που πολλοί κάνουν επιδεικτικά από τους κοσμικούς και ιερείς.
Του έλεγα ότι το πρόσωπό του ήταν η πιο πειστική απόδειξη για τις συναλλαγές των παιδικών συσσιτίων, αυτός με ευχαριστούσε αλλά επέμενε στην τυπικότητα φορτικά.
Ας είναι το ταξίδι του όπως η καλή ζωή του με τιμή, ταπεινότητα και ουσιαστική χριστιανικότητα συμπεριφοράς.
Παπά μου πάντα μένεις στην καρδιά μου και θα μείνεις και μετά την φυγή σου από τη ζωή.
Δε φτάνουν τα λόγια για σένα. 

Η κατάργηση του θανάτου - Αποχαιρετώντας τα παιδιά μας για τον Ουρανό…

$
0
0

Φωτό από εδώ
Με έντονη την επίγνωση της ανεπάρκειάς μου, θα προσπαθήσω να αρθρώσω λίγες σκέψεις για τους πολλούς θανάτους που βλέπουμε γύρω μας, μεμονωμένους και μαζικούς. Συγχωρέστε την τόλμη μου και εύχομαι ο Θεός να μας καθοδηγήσει όλους, ώστε να πούμε αλήθειες, προς όφελος όλων μας.

Στα πικρά χείλη και στις ματωμένες καρδιές των ανθρώπων πλανάται το ερώτημα: Τι Θεός είναι Αυτός, που αφήνει τους ανθρώπους ν’ αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν νέοι; Που επιτρέπει γονείς να θάβουν τα παιδιά τους, σύζυγοι τους συζύγους τους, παιδιά τους γονείς τους;

Τι έκανε ο Θεός για το θάνατο; Μήπως κάθεται στον ουρανό και παρατηρεί ασυγκίνητος τα δημιουργήματά Του να βασανίζονται σα μυρμήγκια που πέσανε σ’ ένα αυλάκι με νερό;

Ας πούμε, λοιπόν, τι έκανε ο Θεός για το θάνατο:

Ο Υιός του Θεού και Θεός, ο Ένας από την Αγία Τριάδα, με τη σύμφωνη γνώμη και τη συνεργασία των Άλλων Δύο (του Πατέρα, που Τον έστειλε, και του Αγίου Πνεύματος, που πραγματοποίησε την ενανθρώπισή Του), έγινε άνθρωπος και άφησε τους ανθρώπους να τον βασανίσουν και να τον σκοτώσουν φρικτά, για να δώσει σε όλους τους ανθρώπους – ακόμα και στους βασανιστές Του – τη δυνατότητα να Τον γνωρίσουν, να Τον πλησιάσουν, να ενωθούν μαζί Του και να σωθούν στην αιωνιότητα.

Έγινε άνθρωπος και πέθανε ως άνθρωπος, για να καλέσει κοντά Του την ανθρωπότητα, που βασανιζόταν από το κακό, το θάνατο και το διάβολο, να την ενώσει σε ένα σώμα (την Εκκλησία) και να της δώσει τη δυνατότητα απελευθέρωσης και αθανασίας. Το έκανε μάλιστα έτσι, με το να πεθάνει – αντί να επέμβει δυναμικά, ως παντοδύναμος, και να συντρίψει τους αμαρτωλούς – για να Τον πλησιάσει όποιος θέλει, ελεύθερα, χωρίς να επιβάλει σε κανέναν να Τον πιστεύει και να Τον λατρεύει. Και το έκανε από καθαρή και ανιδιοτελή αγάπη, χωρίς ο ίδιος να έχει να κερδίσει απολύτως τίποτα.

Γι’ αυτό, στην Ορθόδοξη Εκκλησία λέμε ότι ο θάνατος νικήθηκε και, ουσιαστικά, καταργήθηκε. Για να είμαστε ακριβείς, προς το παρόν ο θάνατος καταπατήθηκε· θα καταργηθεί οριστικά με την ανάσταση των νεκρών, στη Δευτέρα Παρουσία.

Δεν υπάρχει θάνατος, μόνο ένα ταξίδι από εδώ στον ουρανό», δηλαδή στον κόσμο των ψυχών. Εκεί οι άνθρωποι περιμένουν το τέλος της Ιστορίας και τη γενική ανάσταση όλων των νεκρών, μετά την οποία θα υπάρχει αιώνια ζωή στη Γη ή τουλάχιστον σε μια ανακαινισμένη μορφή του δικού μας σύμπαντος.

«Περιμένουμε καινούργιους ουρανούς και καινούργια γη, κατά την υπόσχεση του Χριστού, όπου θα κατοικεί η δικαιοσύνη» γράφει ο απόστολος Πέτρος (Β΄ επιστολή του αποστόλου Πέτρου, κεφ. 3, στίχος 13).

Αποδείξεις;

Υπάρχουν τρία πολύ σοβαρά τεκμήρια για το ότι η ζωή συνεχίζεται και μετά το θάνατο:

Το πρώτο τεκμήριο είναι η διδασκαλία του Ιησού Χριστού.Ο Χριστός κήρυξε πάρα πολλές φορές ότι η ζωή είναι αιώνια και μάλιστα ότι η αληθινή ζωή είναι κοντά Του – μια ζωή που αρχίζει από εδώ και συνεχίζεται στην αιωνιότητα.

Είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι όποιος ακούει τα λόγια μου και πιστεύει σ’ Εκείνον που με έστειλε, έχει ζωή αιώνια, και δεν πηγαίνει σε κρίση» [δηλ. δεν τον κρίνει ο Θεός], «αλλά έχει ήδη πάει από το θάνατο στο ζωή. Αλήθεια σας λέω, ότι έρχεται ώρα – και ήδη ήρθε – που οι νεκροί θ’ ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού και αυτοί που θα την ακούσουν θα ζήσουν… Έρχεται ώρα, που όλοι όσοι βρίσκονται στους τάφους θ’ ακούσουν τη φωνή του και θα πάνε, εκείνοι που έκαναν το καλό, σε ανάσταση ζωής, κι εκείνοι που έκαναν το κακό, σε ανάσταση κρίσης» (δες κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 5, στίχοι 24-29).

Στην αγία Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου, που έκλαιγε για τον αδερφό της, ο Χριστός είπε: «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, κι αν πεθάνει, ια ζήσει· και κάθε ζωντανός που πιστεύει σ’ εμένα δε θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;» (κατά Ιωάννην, κεφ. 11, στίχοι 25-26).

Ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε για να λυτρώσει από το θάνατο εμάς, όχι τον εαυτό του. «Τελευταίος εχθρός καταργείται ο θάνατος» γράφει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ Επιστολή του προς Κορινθίους, κεφ. 15, στίχ. 26, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, μετά τα Ευαγγέλια.

(Καινή Διαθήκη λέμε το βιβλίο που έχει μέσα τα τέσσερα Ευαγγέλια και τα άλλα βιβλία που έγραψαν οι απόστολοι, δηλαδή οι μαθητές του Χριστού: επιστολές, τις «Πράξεις των Αποστόλων» και την «Αποκάλυψη»)

Τα σημεία στην Καινή Διαθήκη που μιλούν για την ανάσταση των νεκρών είναι πάρα πολλά. Η ανάσταση αυτή περιγράφεται κιόλας στο κεφάλαιο 25 του κατά Ματθαίον ευαγγελίου, στα τελευταία κεφάλαια της Αποκάλυψης και αλλού.

Αν λοιπόν κάποιος είναι χριστιανός, αυτό σημαίνει πως παραδέχεται ότι ο Χριστός δεν είπε ψέματα στους ανθρώπους. Και ο Χριστός διακήρυξε ότι αυτό ακριβώς ήρθε να κάνει, να φέρει στους ανθρώπους αιώνια ζωή, ελευθερώνοντάς τους από το θάνατο και το διάβολο.

Ο Χριστός ανάμεσα στους νεομάρτυρες (από εδώ)
 
Το δεύτερο τεκμήριο ότι η ζωή είναι αιώνια είναι οι άγιοι. Οι άγιοι είναι άνθρωποι σαν εμάς, που έζησαν μια χριστιανική ζωή, γεμάτη πίστη και αγάπη προς όλο τον κόσμο, συγχωρώντας ακόμη και τους εχθρούς τους, και έφτασαν στο σημείο να ενωθούν με το Θεό, να γίνουν ένα μαζί Του, και να αποχτήσουν αυτή την αιώνια ζωή που δίδαξε ο Χριστός, την κατάσταση της αιώνιας χαράς που ονομάζουμε «παράδεισο».

Άγιος γίνεται ο άνθρωπος ακόμη και πριν πεθάνει. Στις βιογραφίες των αγίων – και των σύγχρονων, όπως των γνωστών μεγάλων γερόντων Παϊσίου, Πορφυρίου, Ιακώβου της Εύβοιας, Ευμένιου των Ρουστίκωνκαι πολλών άλλων – βλέπουμε την ενότητά τους με το Θεό και με όλα τα πλάσματα του κόσμου (ανθρώπους, ζώα, αγγέλους…) ενώ ακόμα ζούσαν. Όμως «μικροί άγιοι» (ίσως και μεγάλοι) υπάρχουν και δίπλα μας. Απλοί άνθρωποι, ορθόδοξοι χριστιανοί, γεμάτοι ταπείνωση, πίστη και αγάπη. Άνθρωποι που συχνά τους κοροϊδεύουμε, αλλά που μπορεί να ζουν μέσα στο Φως του Χριστού.

Δεν είναι τρελοί, αλλά τους θεωρούμε τρελούς, επειδή ζουν μια ζωή τόσο διαφορετική απ’ αυτήν που έχουμε μάθει εμείς να ζούμε. Αν τους γνωρίσουμε καλύτερα, χωρίς να τους αντιμετωπίζουμε εγωιστικά, θα ανοίξει μπροστά στα μάτια μας ένας άγνωστος φωτεινός κόσμος. Αληθινός φωτεινός κόσμος, κι όχι φανταστικός, σαν αυτούς που διαβάζουμε στα μυθιστορήματα και βλέπουμε στις ταινίες φαντασίας.

Αλλά αυτός ο κόσμος χρειάζεται μια δέσμευση: το να γίνουμε μέλη του Σώματος του Χριστού, της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μέσα στην οποία μπορεί να γιατρευτούν οι πληγές της ψυχής μας, η κακία μας και τα ελαττώματά μας, και να έρθει στην καρδιά μας η αληθινή ταπεινή αγάπη και το Φως του Θεού.

Για να μην πολυλογούμε, οι άγιοι, πεθαίνοντας, δεν πέθαναν, αλλά συνεχίζουν να εμφανίζονται αμέτρητες φορές και να κάνουν θαύματα. Ο άγιος Γεώργιος, η αγία Παρασκευή κ.τ.λ. έζησαν πριν από περίπου 17 ή 18 αιώνες κι όμως εμφανίζονται ακόμη και σήμερα. Ο άγιος Ραφαήλ πριν από 5 αιώνες. Ο άγιος Νεκτάριος πριν ένα αιώνα. Ο άγιος Λουκάς ο Ιατρός, ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, ο γέροντας Παΐσιος κ.ά., «κοιμήθηκαν» πριν λίγες δεκαετίες – και οι εμφανίσεις τους είναι πάρα πολλές.

Αυτό είναι και η χριστιανική απάντηση στην ιδέα ότι, δήθεν, οι ψυχές «μετενσαρκώνονται», δηλαδή γεννιούνται ξανά και ξανά σε άλλα σώματα. Αν ίσχυε αυτό, όλοι αυτοί οι άγιοι δε θα μπορούσαν να εμφανίζονται ακόμη με την προσωπικότητα (αλλά και τη μορφή) που είχαν όταν ήταν ζωντανοί.

Ότι οι άγιοι εμφανίζονται μετά θάνατον, είναι μαρτυρημένο από τόσες χιλιάδες ανθρώπους, κάθε ηλικίας, φύλου, μορφωτικού επιπέδου και κοινωνικής τάξης, ώστε δε μπορεί να αμφισβητηθεί. Όμως δεν εμφανίζονται μόνο στους χριστιανούς, αλλά και σε ανθρώπους άλλων θρησκειών. Δηλαδή χριστιανοί άγιοι εμφανίζονται σε μουσουλμάνους ή άθεους κτλ και τους βοηθάνε σε δύσκολες καταστάσεις, αποδεικνύοντας πέρα από κάθε αμφιβολία ότι και μετά το θάνατό τους είναι ζωντανοί (αναζητήστε στο Διαδίκτυο το άρθρο μας «Χριστιανικά θαύματα σε μουσουλμάνους»).

Εφόσον λοιπόν οι άγιοι – που είναι άνθρωποι όπως εμείς και που κι εμείς μπορούμε να φτάσουμε, με τη βοήθεια του Θεού, στην ίδια κατάσταση μ’ αυτούς – είναι πάντα ζωντανοί, άρα όλοι οι άνθρωποι είναι πάντα ζωντανοί.

Το τρίτο τεκμήριοότι ο άνθρωπος ζει αιώνια είναι οι αναρίθμητες περιπτώσεις, όπου η ψυχή ενός κοινού ανθρώπου (όχι αγίου) εμφανίζεται σε ζωντανούς και τους δίνει ένα μήνυμα.

Οι εμφανίσεις αυτές συχνά γίνονται σε όνειρα, και τότε πρέπει να τους βάλουμε ένα ερωτηματικό, γιατί τα όνειρα μπορεί να είναι προϊόντα της φαντασίας μας (ή – λένε οι άγιοι διδάσκαλοι της Ορθοδοξίας – ακόμη και παγίδες του διαβόλου για να μας ξεγελάσει). Όμως υπάρχουν περιπτώσεις που μια ψυχή σε όνειρο μας λέει κάτι που δεν το ξέραμε, οπότε δε μπορεί να είναι προϊόν της φαντασίας μας.

Αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις που ένας νεκρός εμφανίζεται σε κάποιον ζωντανό ενώ είναι ξύπνιος.

Δε μιλάω για «φαντάσματα». Τα φαντάσματα, υπόψιν, δεν τα πιστεύει ο χριστιανισμός. Μια ψυχή βρίσκεται πάντα στον κόσμο των ψυχών, δεν περιπλανιέται στον κόσμο των ζωντανών, ούτε μπορεί να γίνει επικίνδυνη για τους ζωντανούς. Μόνο με την άδεια του Θεού μπορεί να επικοινωνήσει σε έκτακτη περίπτωση με έναν ζωντανό, για να του δώσει ένα μήνυμα.

Οι περιπτώσεις αυτές είναι τόσο πολλές, που σίγουρα και στην οικογένειά σας και στο χωριό σας θα υπάρχουν κάποιες. Αν δεν ξέρετε, αναζητήστε τις, ρωτώντας τους ανθρώπους του περιβάλλοντός σας.

Η ανάσταση των νεκρών

Η Ανάσταση
Εικ. από εδώ
Ο Χριστός αναστήθηκε, αλλά εμείς συνεχίζουμε να πεθαίνουμε. Το σώμα μας συνεχίζει να είναι φθαρτό, να μπορεί να τραυματιστεί, ν’ αρρωστήσει και να πεθάνει. Αυτό είναι απαραίτητο, αλλιώς η κακία των κακών ανθρώπων δε θα σταματούσε ποτέ. Ούτε και είναι δυνατόν «οι κακοί να πεθαίνουν και οι καλοί να ζουν για πάντα», γιατί όλοι έχουμε μέσα μας και κακία και καλοσύνη, ενώ για τους καλούς ξέρουμε πολύ καλά ότι ο θάνατος στη γη σημαίνει ένωση με το Χριστό και τις ψυχές των κεκοιμημένων αγίων στον ουρανό.

«Τι να προτιμήσω; Να ζήσω ή να πεθάνω;» αναρωτιόταν ο απόστολος Παύλος όταν ήταν φυλακισμένος από τους Ρωμαίους. «Για σας είναι καλύτερα να ζήσω, αλλά για μένα είναι καλύτερα να πεθάνω και να είμαι μαζί με το Χριστό» (επιστολή προς Φιλιππησίους, κεφ. 1, στίχ. 21-24).

Όλοι θ’ αναστηθούμε μαζί, στο τέλος των ημερών, στο τέλος της παρούσας Ιστορίας του κόσμου, γιατί όλη η ανθρωπότητα είναι ένα σώμα, το Σώμα του Χριστού (=η Εκκλησία), δεμένο με τα δεσμά της αγάπης. Αν ο καθένας που πέθαινε ανασταινόταν την άλλη μέρα, ο σύνδεσμος της ενιαίας ανθρωπότητας θα ράγιζε.

Την ανάσταση των νεκρών, έτσι την περιγράφει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ προς Θεσσαλονικείς επιστολή (κεφ. 4, στίχ. 16-17), στο κομμάτι που διαβάζεται κάθε φορά στην τελετή της κηδείας: «Ο ίδιος ο Κύριος, με προσταγή, με φωνή αρχαγγέλου και με σάλπιγγα Θεού θα κατεβεί από τον ουρανό και πρώτα θ’ αναστηθούν οι νεκροί εν Χριστώ. Έπειτα εμείς, όσοι θα έχουμε απομείνει ζωντανοί, αμέσως μαζί μ’ αυτούς θα αρπαχτούμε σε σύννεφα για να προϋπαντήσουμε τον Κύριο στον αέρα και έτσι θα είμαστε πάντα μαζί Του».

Η Αποκάλυψη, κεφ. 20, στίχοι 11-15, περιγράφει την ανάσταση έτσι: «Και είδα θρόνο μέγα λευκό και τον καθισμένο σ’ αυτόν, που από μπροστά του έφυγε η γη και ο ουρανός… Και είδα τους νεκρούς, τους μεγάλους και τους μικρούς, να στέκονται μπροστά στο θρόνο, και βιβλία ανοίχτηκαν· και άλλο βιβλίο ανοίχτηκε, που είναι το βιβλίο της ζωής· και κρίθηκαν οι νεκροί από τα γραμμένα στα βιβλία, κατά τα έργα τους. Και έδωσε η θάλασσα τους νεκρούς της και ο θάνατος και ο άδης έδωσαν τους νεκρούς τους, και κρίθηκαν ο καθένας κατά τα έργα του… Και ο θάνατος και ο άδης ρίχτηκαν στη λίμνη του πυρός· αυτός είναι ο θάνατος ο δεύτερος. Και αν κάποιος δε βρέθηκε γραμμένος στο βιβλίο της ζωής, ρίχτηκε στη λίμνη του πυρός».

Να διευκρινίσω αμέσως ότι η «λίμνη του πυρός» (η κόλαση), κατά τους αγίους Πατέρες της Ορθοδοξίαςείναι το ίδιο το Φως του Θεού, που το δίνει σε όλους τους ανθρώπους, αλλά οι ταπεινοί και καλοί άνθρωποι το παίρνουν μέσα τους ως Φως, ενώ εκείνοι που το βλέπουν μέσα από την παραμόρφωση του εγωισμού δε μπορούν να το αντέξουν και το ζουν ως Φωτιά. Άρα παράδεισος και κόλαση είναι το ίδιο πράγμα, αλλά αλλάζει η κατάσταση του ανθρώπου απέναντί τους. «Σκοπός της χριστιανικής ζωής» έγραφε ο μεγάλος θεολόγος καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης«είναι να δούμε όλοι το Θεό ως Φως και όχι ως Φωτιά».
 
 
 
Αποχαιρετώντας τα παιδιά μας για τον Ουρανό… (από εδώ)

Δεν υπάρχει μεγαλύτερος πόνος από τον πόνο μιας μάνας που το παιδί της πεθαίνει. 
Η μάνα αισθάνεται το παιδί της σαν ένα κομμάτι του σώματός της και μάλιστα σαν να είναι τα ίδια τα σπλάχνα της. Αν το παιδί της πεθάνει (είτε είναι μικρό σε ηλικία είτε έχει γίνει ενήλικος) νιώθει σα να της ξεριζώνουν τα σπλάχνα της.

Ο γονιός γενικά – πατέρας και μητέρα – χωρίς να το καταλαβαίνει, το παιδί του το βλέπει σαν μια προέκταση του εαυτού του. Το να κάνω παιδιά σημαίνει μέσα μου ότι, όταν πεθάνω, ζωντανά κομμάτια μου θα συνεχίζουν να υπάρχουν (η γενιά μου). Άρα, είναι, κατά κάποιο τρόπο, σα να γίνομαι αθάνατος. Αν ένα παιδί μου πεθάνει, το συναίσθημα της αθανασίας μου (στο οποίο έχω στηρίξει όλες τις ελπίδες μου στη ζωή) καταρρέει.

Έχει καμιά διαφορά ο πόνος μιας χριστιανής μάνας που χάνει το παιδί της από τον πόνο μιας μάνας από άλλη θρησκεία ή άθεης;

Κανονικά, ναι, έχει μεγάλη διαφορά. Η χριστιανή μάνα – αν είναι πράγματι χριστιανή – ξέρει ότι το παιδί της δεν πέθανε, απλά έφυγε από εδώ και πήγε στον ουρανό. Και μάλιστα, αν ήταν καλό και πιστό στο Χριστό, πήγε με σιγουριά σ’ έναν τόπο Φωτός, ασύγκριτα καλύτερο από τον κόσμο όπου ζούμε εμείς.
 
Η αγία Σοφία & οι κόρες της
Ο τόπος εκείνος είναι η αληθινή μας Πατρίδα, εκεί που θα πάμε όλοι μας. Το παιδί που πεθαίνει μικρό πηγαίνει εκεί με ένα μεγάλο πλεονέκτημα: διατηρούσε ακόμη την αθωότητά του και δεν είχε κάνει τις πολλές αμαρτίες που κάνουμε όλοι μας – άλλος τη μία, άλλος την άλλη – στο διάβα της ζωής μας. Ο Χριστός είπε ότι μόνο όποιος γίνει σα μικρό παιδί μπορεί να μπει στη βασιλεία Του, τη βασιλεία των ουρανών, στον παράδεισο. Άρα τα μικρά παιδιά έχουν το πλεονέκτημα για να μπουν εκεί.

Όχι ότι δεν έχουν αμαρτίες. Μικρές ίσως, αλλά έχουν. Παιδιά που λένε ψέματα ή που βλαστημάνε από νηπιακή ηλικία μιμούμενα το γονιό τους άραγε δε διώχνουν από μέσα τους τη θεία χάρη που είχαν πάρει με το βάφτισμά τους; Δεν κάνουν την ψυχή τους ανυπεράσπιστη απέναντι στο διάβολο, ιδίως αν δεν τους έχει μάθει κανείς τη συνήθεια να προσεύχονται, να πηγαίνουν στην εκκλησία και να μεταλαβαίνουν συχνά;

Ο Χριστός δεν είναι δικαστής, αλλά αν δεν Τον έχουμε φέρει μέσα μας, πώς θα μπορέσουμε να μπούμε στον παράδεισο; Γι’ αυτό, οι γονείς έχουμε τεράστια ευθύνη αν θα σωθούν τα παιδιά μας, είτε μικρά είναι είτε μεγάλα. Επίσης έχουμε τεράστια ευθύνη να φέρουμε στα παιδιά μας τη θεία χάρη από μικρά, με το βάφτισμα, την προσευχή και τη θεία μετάληψη. Το αν πιστεύουμε στο Θεό ή όχι, ειλικρινά δεν έχει και τόση σημασία. Η Ορθοδοξία και η θεία χάρη δεν είναι θέμα πίστης, αλλά πραγματικής και προσεχτικά ελεγμένης εμπειρίας των χριστιανών αιώνες τώρα.

Για να επιστρέψω στο θέμα, συγχωρέστε με, που πρέπει να πω ότι το να πεθάνει το παιδί μου είναι ακριβώς το ίδιο με το να φύγει για ένα μακρινό ταξίδι, όπου θα ζήσει σε ξένο τόπο και εγώ, αν όλα πάνε καλά, θα το ξαναδώ μετά από χρόνια, όταν με το καλό θα πάω κι εγώ.Και ταξίδι σε άλλη χώρα αν πάει το παιδί μου, ώστε να μην το ξαναδώ για δεκαετίες, πάλι θα πονέσω πολύ και θα κλάψω. Είναι ανθρώπινο και απόλυτα φυσικό. Αλλά θα ξέρω ότι το παιδί μου δεν πέθανε, ζει και μάλιστα σε μια καλύτερη προοπτική από τη ζωή που θα ζούσε εδώ.Κλαίω για μένα, που δε θα το βλέπω, όχι για το παιδί μου, που θα ζει καλύτερα.Το ίδιο ισχύει και για το μεγάλο ταξίδι, που ο πολύς ο κόσμος – που δεν ξέρει – το λέει «θάνατο», αλλά η αγία Ορθόδοξη Εκκλησία, με τους δασκάλους της που ενώθηκαν με το Θεό και είδα όλες τις πνευματικές καταστάσεις ενώ ακόμα ζούσαν στη Γη, το λέει «κοίμηση».

Κοίμηση δεν λέμε μόνο το θάνατο των αγίων, αλλά όλων των χριστιανών. Γι’ αυτό και τα νεκροταφεία η Εκκλησία τα λέει «κοιμητήρια».

Εικ. από εδώ
 
Το παιδί που το υιοθετεί ο Βασιλιάς 

Ο πόνος που μας προκαλεί ο θάνατος ενός αγαπημένου μας ανθρώπου είναι φυσικός και καλό είναι να τον αποδεχόμαστε. Το πένθος βοηθάει να ξεπεράσουμε το θάνατο κάποιου αγαπημένου μας. Αφού όμως είμαστε χριστιανοί, το πένθος μας δεν μπορεί να είναι απελπισμένο, γιατί η ανάσταση είναι το σημαντικό γεγονός.

Ένας μεγάλος άγιος, που έδωσε τη ζωή του για το Χριστό και τους συνανθρώπους του, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός,έλεγε στους γονείς που είχαν θάψει τα παιδιά τους:
«Έτσι, αδελφοί μου, να μη λυπήσθε διά τους αποθαμένους, κάμνετε ότι ημπορείτε διά την ψυχήν των: συλλείτουργα, μνημόσυνα, νηστείες, προσευχές, ελεημοσύνες. Και όσες γυναίκες φορείτε λερωμένα διά τους αποθαμένους σας, να τα βγάλετε, διότι βλάπτετε και τον εαυτόν σας και τους αποθαμένους.
»…Και μάλιστα να μη κλαίετε διά τα μικρά παιδιά, οπού είναι ωσάν Άγγελοι μέσα εις τον παράδεισον. Το παιδί σου του Θεού ήτο. Και όταν σου το εχάρισε ο Θεός, σε ετίμησε. Και τώρα πάλιν οπού σου το επήρε, σου ετίμησε το παιδί σου να χαίρεται πάντοτε εις τον παράδεισον, και συ να κάθεσαι να κλαις είναι άπρεπον. Ένας βασιλεύς σου γυρεύει το παιδί σου να το κάμη βεζίρη και χαίρεσαι να του το δώσης. Πολύ μάλλον δεν πρέπει, οπού σε αξίωσεν ο πανάγαθος Θεός και επήρε καρπόν από την κοιλίαν σου, και σου έβαλε το παιδί σου μέσα εις τον παράδεισον, και σου το φυλάγει να σου το παραδώση εις την Δευτέραν Παρουσίαν να λάμπη περισσότερον από τον ήλιον, διά να λάβης τον μισθόν σου να χαίρεσαι πάντοτε μαζί του;».
Στα συναξάρια των αγίωνδιαβάζουμε για μάνες που έλεγαν στα παιδιά τους να μην αρνηθούν το Χριστό, ακόμη κι αν είναι να τα βασανίσουν και να τα σκοτώσουν. Ήξεραν ότι αληθινός θάνατος για το παιδί τους θα ήταν το να αρνηθεί το Χριστό. Αν δεν τον αρνηθεί, όχι μόνο δε θα πεθάνει, αλλά θα γίνει άγιος και θα λάμπει στον ουρανό σαν μικρός Χριστός. Έτσι έχουμε πολλά άγια παιδιά, με πιο γνωστά τις τρεις κόρες της αγίας Σοφίας (τις αγίες Πίστη, Ελπίδα και Αγάπη), που γιορτάζουν 17 Σεπτεμβρίου, καθώς και τον άγιο Κήρυκο. Αλλά υπάρχουν κι άλλα, όπως και πάρα πολλοί έφηβοι άγιοι, όπως οι αγίες μεγαλομάρτυρες Παρασκευή, Μαρίνα, Κυριακή, Βαρβάρα κ.π.ά.

Η οικογένεια Κινγκ
Θυμάμαι και μερικές σύγχρονες μάνες που κατάλαβαν τόσο καλά ότι το παιδί τους δεν πέθανε, αλλά έφυγε για τον ουρανό. Και έκλαψαν βέβαια για τον αποχωρισμό, αλλά χωρίς απελπισία. Μια τέτοια μάνα είναι η ορθόδοξη Αμερικανίδα Έντνα Κινγκ,που έγραψε για την 8χρονή κόρη της, τη Μαρία Εβελίνα (φωτο), που πέθανε από καρκίνο:
«Είμαστε ευγνώμονες για το μεγάλο έλεος του Θεού, που μας έδωσε τη Μαρία Εβελίνα, και είχαμε τη δυνατότητα να ευλογηθούμε με τη γλυκύτητά της για οκτώ πολύτιμα χρόνια… Άφησε αυτή τη γη με αγνή και όμορφη ψυχή, θα εκπέμπει χαρά στον ουρανό και εμείς θα περιμένουμε με τη χάρη του Θεού να την ξανασυναντήσουμε. Κάπως θα βρούμε τη χάρη να ζήσουμε τις ζωές μας μέχρι τότε…» (αναζητήστε στο Διαδίκτυο όλο το άρθρο, με τον τίτλο «Μια ορθόδοξη μάνα για την κοίμηση της 8χρονης κόρης της»).
 
Ο ρόλος της κοινωνίας στο πένθος ενός γονιού 

Αυτά που γράφω είναι κάπως επικίνδυνα, γιατί ο θάνατος των παιδιών είναι ταμπού. Είναι δηλαδή ένα θέμα, στο οποίο, αν πεις πράγματα διαφορετικά απ’ ό,τι πιστεύει η κοινωνία, θα σε περάσουν για τρελό ή για υποκριτή. Όμως πρέπει να πω την αλήθεια και τα ίδια θα έλεγα κι αν το δικό μου παιδί είχε πεθάνει, πράγμα που βέβαια δεν το θέλω, αλλά ξέρω ότι κάποτε θα πεθάνει, είτε μετά το δικό μου θάνατο είτε πριν. Το σημαντικό είναι να το έχω ετοιμάσει, δηλ. να το έχω κάνει καλό χριστιανό, ώστε όποτε κι αν το καλέσει ο Χριστός να είναι έτοιμο.

Η κοινωνία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την απελπισία ενός γονιού που χάνει το παιδί του. Η κοινωνία, που (παρόλο που είμαστε χριστιανοί) ποτέ δεν κατάλαβε ουσιαστικά το χριστιανισμό, εκτός από λίγους ανθρώπους κάθε φορά (που κι αυτούς δεν τους καταλαβαίνουν οι άλλοι), σπρώχνει το γονιό στην απελπισία όταν κοιμηθεί το παιδί του.

Αν οι πολλοί δουν ένα γονιό να μην απελπίζεται για την κοίμηση του παιδιού του, αλλά να συνεχίζει να πιστεύει και να δοξάζει το Θεό και να λέει «το παιδί μου πήγε στον ουρανό», θα τον κακοχαρακτηρίσουν. Η κοινωνία «απαιτεί» από έναν τέτοιο γονιό να βουτηχτεί στα μαύρα και στο θρήνο, να κάνει σαν το παιδί του να πέθανε στ’ αλήθεια. Η κοινωνία κουνάει το κεφάλι της και λέει ψεύτικες παρηγοριές στο γονιό, αλλά δεν του λέει την αλήθεια, την αληθινή παρηγοριά, που θα έπρεπε να του πει: «Ψηλά το κεφάλι – το παιδί σου δεν πέθανε, μόνο πήγε στον ουρανό»!

Αν ήμασταν αληθινοί χριστιανοί, έτσι θα στηρίζαμε ο ένας τον άλλο και ο πόνος μας (που ξαναλέω ότι είναι φυσικό να τον νιώθουμε) θα μαλάκωνε και θα μπορούσαμε να κάνουμε αυτό που πρέπει: να σηκώσουμε το σταυρό μας και να γίνουμε άγιοι. Να κάνουμε ό,τι χρειάζεται για το παιδί μας (μνημόσυνα, σαρανταλείτουργο, προσευχές κ.τ.λ.) και να ζήσουμε κι εμείς χριστιανικά (αυτό δεν σημαίνει να γίνουμε καλόγεροι, αλλά πάντως να ξεκόψουμε από τις κακές συνήθειες που κυριαρχούν γύρω μας και να βάλουμε στη ζωή μας άλλες συνήθειες) ώστε όταν με το καλό ταξιδέψουμε κι εμείς να πάμε κοντά στο παιδί μας στον παράδεισο.

Ελπίζω να προσέγγισα το θέμα έτσι, πρώτα ο Θεός, ώστε να μην πλήγωσα κανένα, αλλά να βοήθησα να γιατρευτούν οι πληγές μας. Δεν δικάζω ούτε κρίνω κανένα, ούτε φυσικά είμαι άγιος, απλά μεταφέρω τις αλήθειες που έχουν δει στη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι, περισσότερο ή λιγότερο άγιοι, μέσα στην Ιστορία της Ορθοδοξίας.

Η ταφή ενός παιδιού 

Το παρακάτω κείμενο (απόσπασμα από εδώ) μιλάει για την ασθένεια και την κοίμηση ενός οχτάχρονου κοριτσιού, κόρης μιας οικογένειας ορθόδοξων χριστιανών από τις ΗΠΑ. Η οικογένεια είχε στενή πνευματική σχέση με την Αδελφότητα του Αγίου Γερμανούτης Αλάσκας, το μοναστήρι του οποίου βρίσκεται στην Πλατίνα της Καλιφόρνιας. Εκεί ζούσαν ακόμη τότε (1972) οι ιδρυτές του, οι ιερομόναχοι π. Σεραφείμ Ρόουζ και π. Γερμανός Ποντμοσένσκυ. Εκεί οι γονείς και τ’ αδέρφια της μικρής Μάγκυ ανακάλυψαντην «άλλη πλευρά» του μυστηρίου του θανάτου (μετάβαση στον ουράνιο κόσμο) και εκεί έγινε ο τάφος του κοριτσιού. Η κατάληξη της περιπέτειας είναι μια τρομερή φράση της μητέρας του, που λίγοι μπορούν να την αντέξουν. Ας είναι αιώνια η μνήμη της.

[…] Η κηδεία της Μάγκυ έγινε στη «μικρή μονή» της οδού Φελλ στο Σαν Φρανσίσκο, εκεί όπου ο Βλαδίμηρος και η Σίλβια (οι γονείς) είχαν έρθει για πρώτη φορά σε άμεση επαφή με την Ορθοδοξία.
Όλες οι μοναχές συγκεντρώθηκαν για να προσευχηθούν δίπλα στο ξύλινο φέρετρο της Μάγκυ. Βλέποντας το παιδί ντυμένο στα λευκά, με βλέμμα ειρήνης στο όμορφο και αθώο πρόσωπό της, πολλές από τις ρωσίδες γυναίκες έκλαψαν. Είπαν ότι έμοιαζε με άγγελο. Τα υπόλοιπα έξι παιδιά του Βλαδίμηρου στάθηκαν επίσημα κρατώντας κεριά, όσο διαβάζονταν προσευχές για την αναπαυμένη αδελφή τους. […]
Μετά από την κηδεία, το φέρετρο τοποθετήθηκε στο φορτηγό του μοναστηριού. Οι πατέρες (δηλ. οι ιερείς π. Σεραφείμ και π. Γερμανός) οδήγησαν μέχρι την Πλατίνα μαζί με τους γιους του Βλαδίμηρου, Θωμά και Βασίλειο. Κατά τη διάρκεια του πεντάωρου ταξιδιού, έψαλλαν το «Χριστός ανέστη» και άλλους ορθόδοξους ύμνους, οι οποίοι χρησίμευσαν στο να εξυψώσουν το πνεύμα τους και να τους υπενθυμίσουν τον παράδεισο.
Έφτασαν στο μοναστήρι πρώτοι και μετέφεραν το φέρετρο στη μέση της εκκλησίας. Όταν έφθασαν και οι υπόλοιποι της οικογένειας του Άντερσον, ο π. Γερμανός τους είπε: «Τώρα πρέπει να αγρυπνήσουμε. Ο καθένας πρέπει να συμμετέχει στην ανάγνωση του Ψαλτηρίου». […]
Το βράδυ, η Βαλεντίνα Χάρβεϋ, συνοδευόμενη από την οκτάχρονη κόρη της Αλεξάνδρα, ήρθε στο μοναστήρι για επίσκεψη. Οι Χάρβεϋ δεν ήξεραν τους Άντερσον, πόσο μάλλον ότι το παιδί τους είχε πεθάνει. Περπατώντας στην εκκλησία, η Βαλεντίνα και η Αλεξάνδρα έμειναν έκπληκτες όταν είδαν ένα φέρετρο στη μέση του ναού, το οποίο πρόσεχαν παιδιά με κεριά. Ο ερχομός τους αυτή τη στιγμή ήταν μια ενδιαφέρουσα «σύμπτωση», γιατί πολλά χρόνια αργότερα η Αλεξάνδρα επρόκειτο να παντρέψει το γιο του Βλαδίμηρου Βασίλειο.
Η Μάγκυ δεν έμεινε μόνη της κατά τη διάρκεια της νύχτας· το Ψαλτήρι διαβαζόταν χωρίς διακοπή από τους πατέρες και την οικογένεια.
Το επόμενο πρωί το φέρετρο μεταφέρθηκε στο μέρος που θα γινόταν η ταφή. Ένα από τα αγόρια περπατούσε μπροστά από την πομπή, φέρνοντας ένα σταυρό που η Σιλβια είχε φτιάξει με τριαντάφυλλα. Από πίσω, οι πατέρες πρόσεχαν τη σοβαρή ομάδα παιδιών που ανέβαινε το λόφο. Τα ευγενή πρόσωπα των παιδιών φωτίζονταν από τα τρεμάμενα κεριά τους, τα οποία προσέδιδαν ακόμη περισσότερη ειρήνη στο δάσος, που, στο τέλος του φθινοπώρου, ήταν ζωγραφισμένο με σκιές από χρυσό. Μια ελαφίνα και το μικρό της κάθονταν εκεί κοντά, βλέποντας ήσυχα την πομπή και τον ενταφιασμό.
Όταν ο τάφος της Μάγκυ καλύφθηκε με χώμα, ο π. Γερμανός μίλησε στην οικογένεια. «Είστε τυχεροί» είπε, «που η κόρη σας, η αδελφή σας, μπορεί να πεθάνει και να ταφεί εδώ στην ελευθερία. Δεν διώκεστε, όπως στη Σοβιετική Ένωση [σ.σ.: ακόμη τότε υπήρχε διωγμός στη Ρωσία]. Την κηδεύετε με χριστιανικό τυπικό, θα έρχεστε εδώ για να προσευχηθείτε…Και είσαστε τυχεροί επίσης που κάποιος που πρόσφατα έζησε μεταξύ σας πηγαίνει τώρα στον ουρανό να προσευχηθεί για μας. Την έχουμε ως ουράνια προστάτιδά μας και την παραδίδουμε στο Θεό».
Με αυτή τη σκέψη στις καρδιές όλων, η ατμόσφαιρα του ενταφιασμού δεν ήταν μια ατμόσφαιρα θλίψης, αλλά μάλλον χαράς – χαρά, για τη γνώση ότι, μέσω της θυσίας του Χριστού και του θριάμβου Του στο θάνατο, αυτοί που τον ακολουθούν μετά το θάνατό τους πηγαίνουν στον παράδεισο και τα σώματά τους περιμένουν την ανάσταση.
«Όλη η θλίψη φάνηκε να χάνεται στη χαρά» έλεγε κατόπιν ο π. Σεραφείμ, «και όλη η ώρα φάνηκε σαν Πάσχα. Τα παιδιά ακτινοβολούσαν από χαρά! Πόσο ακατανόητοι είναι οι τρόποι του Θεού με μας και πόσο φιλεύσπλαχνος είναι!».
Κοντά στον τάφο της κόρης της με δάκρυα χαράς, η Σίλβια είπε στους πατέρες: «Αυτή είναι η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής μου». Ο καρπός της κοιλίας της, ήξερε, βρισκόταν ήδη στον ουρανό και προσευχόταν γι’ αυτήν στη γη.
(Από το βιβλίο του Αμερικανού ιερομόναχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, εκδόσεις Μυριόβιβλος 2007, τόμ. Β΄, σελ. 297-302).
 
Δείτε και:
 

Το πάρτι μας της 24ης του Σεπτέμβρη!...

$
0
0

Είναι πλέον μόμιμο στο blog μας το διαδικτυακό μας "παρτάκι"για τους μεγάλους αγαπημένους φίλους μας, που γιορτάζουν - κι εμείς μαζί τους - στις 24 του Σεπτέμβρη.
Παναγία η Μυρτιδιώτισσα, αγία Θέκλα η Πρωτομάρτυρας, άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης, άγιος Κόπρις...
Αλλά στις 23 του Σεπτέμβρη έχουμε τη μνήμη του αγίου γέροντα Τύχωνατων αγιορείτικων δασών, καθώς και του αγίου Νικολάου του Καρπενησιώτη, για τον οποίο δείτε το post:
Κι εκεί που ζύγιζε ρεβύθια, ο Νικόλαος ...αγίασε!

Ένα κλικ αγάπης εδώ, λοιπόν, για το πάρτι μας... Χρόνια ευλογημένα σε όλο τον κόσμο!
Άλλοι άγιοι στις 23, 24& 25του Σεπτέμβρη (όπως ο μεγάλος άγιος της Ρωσίας Σέργιος του Ραντονέζ).
Έξτρα:Η μονή της αγίας Θέκλας στη Συρία μέσα στη φωτιά του πολέμου και των διωγμών


Κι εκεί που ζύγιζε ρεβύθια, ο Νικόλαος... αγίασε

$
0
0

Άγιος νεομάρτυρας Νικόλαος ο Καρπενησιώτης (23 Σεπτεμβρίου)


 

Τι και πώς

Κάποιες φορές έχω κάτι απορίες από αφελείς έως ανόητες αλλά μ'αυτές φτιάχνω οχυρά και εκεί χτίζω τα παλάτια μου και κρύβω (από τις μεγαλίστικες λογικές) τους πολύτιμους ήρωες.
Πού να τον πάω τον Νικόλαο -αν όχι στους θρόνους των παλατιών- που στα 15 του χρόνια έπαιξε το κεφάλι του και το έχασε, για να ανοίξουν τα μάτια του πάνω απ'τους ανθούς του Παραδείσου;
Αυτός ο γυιός του μπακάλη, αξιώθηκε το στεφάνι με την απλότητα που ζούσε και "εύκολα"πετάχτηκε από κει που συμμάζευε τα σακκιά με τα ρεβύθια και τα φασόλια, στον ουρανό των αρχόντων της πίστης. Απλά πράγματα...όσο απλή είναι η πίστη που δεν κλωθογυρίζει σε σκέψεις, λογισμούς, λογικές, αποδείξεις αλλά αρκείται στο αυτονόητο (πλην όμως -για μας- δυσκολοπρόσιτο): "Πάσαν την ζωήν ημών Χριστώ τω Θεώ παραθώμεθα"...
Ένα χωριατόπαιδο ήταν (Καρανίκας -κατά την παράδοση- το επώνυμό του), γεννημένο στα 1657 στο Καρπενήσι και αναθρεμμένο με τις αρχές του Χριστού. Σαν μεγάλωσε λίγο και υποψία χνουδιού φάνηκε πάνω από τα χείλη του, τον πήρε ο πατέρας του στην Κωνσταντινούπολη για να τον βοηθάει στο παντοπωλείο.
Τον φαντάζομαι (ή μήπως δεν είναι σωστό;) -νά τες πάλι οι απορίες που σας έλεγα- ζωσμένο την ποδιά αξημέρωτα να σκουπίζει το κατάστημα και ύστερα να στέκεται στην πόρτα να καλημερίζει τους πελάτες, ή μήπως να χώνεται στις αποθήκες και να μετράει τις ελλείψεις "ζάχαρη να πάρουμε σήμερα, τελειώνει κι'η κανέλα και η λακέρδα πώς μοσχομυρίζει, να βγάλω και λάδι που αδειάσανε τα πιθάρια, κρατς- κρουτς δυο στραγάλια κι'από πάνω λίγες σταφίδες..." ;
Και τον "βλέπω", στο προχώρημα της μέρας, να πηγαίνει στον Τούρκο κουρέα που του μαθαίνει τα τουρκικά, με την πλάκα και το κοντύλι... Για να συνεννοείται με τους εφέντηδες και να γίνει κι'αυτός έμπορος καλός, σαν τον πατέρα.
Εκεί στο κουρείο έγινε το κακό: Αυτός που του μάθαινε την Τούρκικη γλώσσα, του έδωσε να διαβάσει το σαλαβάτι (την ομολογία πίστης των Μουσουλμάνων) μπροστά σε μάρτυρες, χωρίς το παλικαράκι να γνωρίζει τίποτα.
Και όταν, αμέσως μετά, του είπαν "τώρα πια είσαι Τούρκος"τινάχτηκαν μέσα του τα σωθικά, θάλεγε σαν τα όσπρια σε παραγεμισμένο τσουβάλι στου κύρη του το μαγαζί, τινάχτηκε και ο ίδιος ίσαμε πάνω και φώναξε: "Εγώ είμαι Χριστιανός!"
Μετά δεν γύρισε στο παντοπωλείο... Το μάθημα εκείνης της μέρας δεν τελείωσε ποτέ.
Τον έσυραν στην φυλακή και του έταξαν τιμές και δόξες, για να προσκυνήσει τον Μουχαμέτη.
Κι'εκείνος απαντούσε συνέχεια: "Εγώ χριστιανός είμαι και τον Χριστό μου πιστεύω για αληθινό Θεό. Οι τιμές και τα οφίκια που μου τάζεις, δεν μου χρειάζονται. Εγώ τον Χριστό μου δεν αρνούμαι, τον Χριστό πιστεύω, για το όνομα Του θα πεθάνω, Τούρκος δεν γίνομαι".
Το μικρό παιδί του μπακάλη είχε μεγαλώσει τόσο ξαφνικά και τόσο υπέροχα...
Άγγελοι περιδιάβαιναν καρτερώντας και σαν κόπηκαν τα δροσερά λουλούδια της Εδέμ και του ετοιμάστηκε το στεφάνι το αίμα κόκκινο, άλικο, αγνό μύρωσε τη γη... Λίγο πιο πέρα το κεφάλι του, χωρισμένο από το κορμί.
Ήταν Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου του 1672, όταν τον αποκεφάλισαν και ήταν στα δεκαπέντε του χρόνια.
Οι Χριστιανοί τον έθαψαν στη Χάλκη -στο μοναστήρι της Παναγιάς- και για τριάντα μερόνυχτα έβλεπαν να κατεβαίνει φως από τον ουρανό, στα Άγια Λείψανα του.
Έτσι ο μικρός παντοπώλης, έγινε Άγιος!
Η Κάρα του φυλάσσεται στη Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους.
Μέρος των Λειψάνων του Αγίου βρίσκεται στις Μονές Γρηγορίου Αγίου Όρους και Τατάρνας Ευρυτανίας και η σιαγόνα του στη Μονή Προυσού Ευρυτανίας.
Απότμημα του Ιερού Λειψάνου, βρίσκεται στον ομώνυμο Ναό Καρπενησίου, του οποίου είναι πλέον πολιούχος.


Και:

Ο πρώιμος ισλαμικός επεκτατισμός
Η άποψη του Ισλάμ για τους Λαούς της Βίβλου

Μνήμη των αγίων Μαρτύρων του Αυγούστου 2013 στη Συρία

The Orthodox Christian Church in Mauritius

$
0
0
Click here!

Ελληνικά για την νεογέννητη ορθόδοξη ιεραποστολή στο Μαυρίκιο (ή μάλλον την προσπάθεια για την αναγέννηση της υπάρχουσας Εκκλησίας εκεί) δείτε σ'αυτήτην ωραία ανάρτηση.

The Church of "Transfiguration of Christ" falls under the jurisdiction of the Holy Archdiocese of Madagascar and Indian Ocean, which is administered by the Greek Patriarchate of Alexandria and All Africa.
The foudation stone of the church was laid with the blessings of his Beatitude Petros VII Pope and Patriarch of Alexandria and All of Africa by his Grace Bishop Nectarios of Madagascar and Mauritius on Sunday the 12th May 2002.

church main view
Temple Lane, Grand Riviere North West, Port Louis, Mauritius (Behind Garage Bala) 


Early Christian Ireland

$
0
0

www.earlychristianireland.org/

The Character of Irish Christianity (from here)

Whenever Christianity penetrates a country it expresses itself in the language of that country and, as appropriate, in the culture and customs of that country. This has always been so, first with Jewish Christianity and then with Greek, Syrian, Latin and all other consequent cultures. It will always be like this. Christianity in Ireland is no different.
Ireland was never within the Roman Empire and never had the cities, the architecture, law, nor the administration connected with that empire. At the same time Ireland drew from the Empire through trade and settlement.
Given the war-like nature of many societies where the Gospel went it was always something of a miracle that the church made any headway at all. On the other hand, Ireland, in contrast to Britain and the Continent, was relatively peaceful during the years 500-750. This allowed Ireland to develop its own response to the Gospel and create a distinctive Christian culture which could rival any.
The first 100 years saw an explosion of church growth, and in particular, of monastic life. As a result, the administration of the church at this period seems to have included not only bishops but also, in some places, abbots. This can be explained by the largely tribal structure of Irish society in which tribal chiefs donated land for monasteries and the abbots appointed by them were still to a degree controlled by those chiefs. There was no other known alternative social ‘mechanism’ for them to use.
What organisation Ireland had was rural. Its basis lay in the extended family. A family might live in isolated farmsteads, with ditches and banks to defend them. Several extended families formed a clan, or unit, of a tribe; and the units of a tribe, within a hierarchy, formed a miniature kingdom. Lesser kingdoms would be beholden to larger ones.
It was a life spent very close to nature. Each clan had its warriors, druids and slaves. Neighbouring tribes were often blood related. There was no political unity and no central administration. The main occupation was cattle-breeding, the main sport cattle raiding. They were always fighting. Violence and blood were part of their culture.
The Irish however took Christianity to heart. One indication of this is the absence of martyrs. Christianity spread from tribe to tribe through their tribal leaders. The existing religious culture — that of the Celts — was well suited to receive the Gospel. The tribe would let members become monks rather than, as previously, druids. Monks remained part of the tribe. The tribe helped the monks and often the monastery would become the focal point of a village. Children would be educated in the monastery.
However the Irish church was always a Western church which, appropriately, always looked eastwards to its centre in Rome, for whatever its need. The church was never other than Orthodox in its belief and practice. The teaching of Pelagius, a Briton, seems mainly to have been developed by him in Europe. The use of the word ‘Celtic’ is a modern anachronism; there never was an ‘independent’ church under this name. Such wishful thinking stems from the dynamics of later controversies. At the time of which we speak Rome had not developed a highly organised and centralised machinery and churches in places like Ireland had their own customs which they had partly derived from Rome and which they developed in their own way, often lagging behind other countries.
In spite of the physical harshness of their lives (and in spite of the later make-over showing them as fierce men of power), Irish saints manifest a great spirit of gentleness as a result of the grace of God upon them. They had a strong sense of creation as the gift of God, and a strong awareness of the supernatural, and of the communion of saints. Monasteries and hermitages were often founded in astonishingly beautiful places. The Sea Islands and Lough Islands furnished such places in abundance
The Irish were well-known for penances. This was not a means of striving, but of expressing sorrow and making for surrender to produce profound change. Their aim was purity of heart. The penances were not public, nor were they harsh. They were private, personal and moderated, undertaken with the advice of a spiritual father (or ‘soul-friend’) who knew the monk intimately. This relationship shows the human and intimate side to their spirituality.
Most of the early Irish monks and bishops were regarded as saints, as was usually the case elsewhere. After the saints were their relics. With the relics came the need to ‘house’ them. Stone churches may first have been built for this purpose from the 8C onwards, often copying the form of their wooden predecessors.
After the relics came pilgrims. Much of what we see today is probably due to the rise of pilgrimage including the High Crosses and Round Towers.
With the pilgrims came saints’ ‘Lives’. These ‘lives’, often written much later than the time when the saint had lived, reflect the desire to see the saints as those who were like Christ and did the things Christ did; in turn this reflects the need to have the saints as patrons and intercessors. Today we prefer to see the saints as they were in history.

See:
  • Hamlin A and K Hughes, The Modern Traveller to the Early Irish Church, Four Courts Press 1997;
  • P Harbison, Pilgrimage in Ireland, Syracuse University press 1992.
 
Irish Monasticism (here)



The ‘Catalogue of the Saints of Ireland’ divided the Saints of Ireland into three orders. The first contains all those bishops deemed to have received their ministry from St Patrick. The second lists monks who had received their ministry from Britain. The third consists of hermits. But the document is of 9C or even 10C and is clearly designed to boost the prestige of Patrick and his bishops over against the monks and hermits. But these orders were not consecutive but contemporary one with another and should be dated to the 6C. This century was one of great expansion which saw not only bishops, but monks and hermits, spreading everywhere in Ireland. The result was that the monasteries became the de facto centres of the church. Monasticism, with its multiple forms, had great appeal because its adaptability.

Icon from here
The traditional founder of the monastic movement is said to have been St Finnian of Clonard (548) who had received training in Wales. He was undoubtedly a great founder and teacher. But there were many before him. Patrick’s relation to the monastic life is unclear though interesting. Some deny he founded any monasteries on the grounds that bishops came first and monks later. Yet St Patrick was firmly in favour of the dedicated life; he refers to it four times. Most explicit is his statement that, ‘The sons of the Irish and the daughters of their kings are monks and brides of Christ’. But even if this only referred to individuals not communities – and this is not clear- for a bishop in the 5th C to be so positive is unusual. His companion St Tassach (470), founder of the church at Raholp just 2 miles from Saul, is said to have spent 7 years on Rathlin O’Birne off the coast of Donegal with other hermits before 500. If so this is of extraordinary interest. St Enda (530) spent many years first as a hermit, founder of a monastery and teacher of many on Inishmore, the main island of Aran Co Galway. St Donard (507) at Maghera Co Down is said to have had a hermit’s cell on top of Slieve Donard in the Mountains of Mourne. St Forthchern (5C), who is said to have been a bishop and then a hermit in Meath, may have been the teacher of Finnian. St Buite (523) founded Monasterboice in Co Louth. St Senan (546) evangelised West and South Clare and he and his disciples founded many places around the Clare coast and on the islands of the Shannon estuary. There are also several remarkable women saints from the early period, St Gobnait (5C) at Ballyvourney (Co Cork), St Arraght (5C) at Killaracht and Monasteraden (both Co Sligo), St Monnina at Killevy (Co Armagh) (517), St Brigit (524) at Kildare, St Bronagh at Kilbroney, Rostrevor (Co Down) and St Ita (570) at Killeedy (Co Limerick).
St Columba (597) was perhaps the most prolific founder of monasteries of all. Born at Garten in Co Donegal, he was of royal blood, of commanding stature and evidently of great charisma. He eventually left Ireland for Scotland where, from this base on Iona, he evangelised among the Picts. His ‘Life’ written by St Adamnan gives a vivid picture of an Irish saint and monastery.

In Ireland the church was always the local church. There was nothing else. The local tribe was the point of meeting one with the other, and the number of tribes was enormous, though they might be joined up in little kingdoms or bigger ones. When the tribe responded to the Gospel, an enclosure would be set aside, with boundaries and ‘termon’ crosses, sometimes with a ditch, sometimes with a wall, clearly marking out to everyone that the area was sacred. Within it a tiny church of wattle and daub would be built. That would not take long.
In many places there seems to have been no shortage of aspiring monks. As for sites, as one travels to the places they chose one is amazed by the astonishingly beauty of the places they picked. In particular the sea islands (particularly off the West coast) and the many Lough Islands furnished such places in abundance. Even today travelling throughout the island the memory of the founding saints is singularly well preserved, though often there is little detail. Something is known of some 250 from this early period but this does not include many more, without number, whose names are hardly known, were never recorded, or which have become lost.
Icon from here
Whoever they were, bishops, monk or hermits (and some bishops were monks or even hermits) some founded several churches. 4000 is the estimated overall number. Of course nothing survives of the perishable materials used. But where wood was plentiful, churches were also made of planks; or if there was little wood, in stone. Apart from Duleek (7C), the first stone churches however appear to be the tomb-shrines of founder saints in the 8C, but then in increasing numbers from the 8th -10th centuries. As stone churches these can be recognised by the ‘antae’, that is, flat projecting gable-ends, which imitate upright corner timbers on their wooden predecessors. They had doors in the west (gable) end and sometimes a wonderful doorway made of very large well-dressed stones. As the churches were often small, the people stood outside – outdoor altars being in some cases provided where they could say their prayers. There were perhaps a few larger churches, first in wood, and later in stone.
Many monasteries were built at tribal centres or at meeting places on tribal boundaries. As some monastic communities grew they attracted a resident local community in an arrangement that was of benefit to all. The monasteries provided their spiritual ministrations to local families and taught the children; families helped with the agricultural labour, and with livestock. The dynamic went well – monastery and village grew together. This enabled the monks to take on such great tasks as creating and copying of literature and highly specialised metal-ware. But there were drawbacks. The principal one was that the tribal leader asserted his right to appoint the abbot, who might well turn out to be one of his own family. Worse still, when tribes were involved in a fight, the monks were expected to join in. Then there were the ‘manaim’.
In spite of the fact that the origin of this term and that of the word ‘monk’ is the same these were not the married monks, but men with families who lived round the monastery and who, with their families, lived under considerable religious discipline alongside their spiritual if not natural brothers in the monastery. This included no small degree of sexual abstinence. Any suggestion that these were monks indulging in gross laxity or immorality has to be discounted. Such a life sounds like another of those Irish solutions which had its rationale ‘on the ground’. It is all about finding ‘in-between meanings’. The Irish have always helped us think outside of our boxes – that is very much part of being Irish. Tertiaries in Western monasteries is another ‘in-between arrangement’. In the East married men have always been encouraged to spend time in a monastery.

In time, over 200 years or so, as has often been the case elsewhere, monasteries ran the danger of becoming too big in wealth and power. This led to jealousy, strife and pillage – even from fellow Irishmen. Monasteries were known to have valuables – indeed they were sometimes used as storehouses. But monasteries could also become secularised – especially if tribal leaders expected abbots to have sons in order to keep the monastery in the family. However such a state of affairs, sad though it is, often gave rise to a new impetus for a more genuine monastic life, a simpler, more solitary life, a life more given to prayer and contemplation.
The true ‘holy man’ sometimes put his cell at, or close by, a local place already deemed sacred by the Celts, such as graves, springs, and trees. This gives us some insight into their approach to the native religion and culture. This is of great importance. They did not regard what was there as simply to be destroyed. Rather, just as earlier the Church had seen the Law and Prophets of the Old Testament and Greek philosophy with its ascetic and contemplative culture, so they saw the existing religious culture as a preparation for the Gospel.
In other words the outlook and practices of an existing culture could be given a new shape and direction within the context of the Gospel.

In the Empire some pagan temples were destroyed and idols smashed. But the situation was different with the Celts. They were not urban temple builders in stone but looked to natural phenomena such as the sun, the sky, the earth, rocks, mountains, water and trees for their deities. Many of their offerings to these have been found in lakes and pits. The days of the seasons were also important to them with regard to continuing fertility and escape from death. Universalised generalisations have to be avoided. But most would agree that the Celts already had some idea of God as three; that they had a very strong sense of creation, awareness of the supernatural and of the unity of things. They had a robust attitude to religious practice; and they believed in a life hereafter.
The early monks and evangelists were able to redirect such sensibilities. Thus the view that saw creation as a manifestation of God could easily be seen as also made by God, and penetrated by his presence.


The Greek and Romans were inclined to work with a dichotomy between matter and spirit. But the Christian belief in Christ the Son of God being born of a woman and uniting himself with humanity gave to the Eastern Fathers a more unitive perception of the divine and the human in the church and in the sacraments and a more cooperative view of their relationship in terms of ‘synergy’ (‘working together’) than was the case in later Western Christianity. In this respect Thom is correct in seeing the early church in Ireland as a ‘Patristic Church’.
The Irish monks showed a great degree of sensitivity to the beauty of creation and God’s presence in it everywhere. Their repentance and asceticism may have been severe by our standards but it was very much motivated by love of God and of one’s neighbour. It is this ‘difference’ from what prevailed in the West which now, by way of reaction, fuels the attraction to ‘all things Celtic’.
It is an interesting comment that ‘the Celtic mind acknowledged no real dichotomy between reality and fantasy, between the world and the ‘world beyond.’ This is precisely what has raised suspicions in people’s minds about the Irish. They may seem at times to blur the edges, to mix the divine and human, to confuse nature and grace – and this is why people call ‘foul’, meaning it is all superstition. I am sure there was confusion and therefore superstition – this will occur in every culture. But this does not mean to say (and here is another fallacy) that the culture is defined by superstition. The church always and without doubt remained very clear as to where the proper lines of demarcation lay between true and false lay and its teaching uncompromised. The conversion of any society is rarely complete..
Two chapters – on holy wells and ancient stones – will consider areas where people have tried to make the accusation of paganism and superstition stick. These are areas where historians are most reluctant to tread because there is more or less nothing in the historical record by which to assess the phenomena. This has created a vacuum in which many have given free reign to strong criticism and wild interpretation.


Father John’s other Websites.


The Parish website

Father John is the Rector of the Orthodox Parish of St Bega, St Mungo and St Herbert, Keswick.
The parish website contains photographic essays on the early church in Ireland and Britain. Follow the link British Isles on the left side of the Home page.

There is also a web-essay on the Living Tradition of the Saints. This is a concise version of Fr John’s great book: The Living Tradition of the Saints and the Significance of their Teaching for us, which represents 40 years of study and prayer with the Saints.
The Synaxarion of British and Irish Saints

During 2012 through to 2014 we have been developing a comprehensive guide to the Orthodox Saints of the British Isles, including, of course, Ireland. This work has the backing of the Orthodox Hierarchs of the major jurisdictions in the UK and The Republic of Ireland.


Click:

General Articles
The Character of Irish Christianity
The First Arrivals
Ancient Stones
Irish Hermits and Tomb Shrines
Irish Monasticism
Saint Patrick
Holy Wells and Trees
High Crosses and Cross Slabs
Round Towers
Sacred Mountains

Other Matters
Contributors and Helpers
Other Websites
Legal matters
About the Website
Contacts

 
St. Patrick's HymnA Convert’s Heritage – Western Saints
St. Melangell, the Righteous Abbess of Wales

Orthodox Outlet for Dogmatic EnquiriesΟι άγιοι και οι μάρτυρες της αρχαίας Βρετανορθόδοξης Εκκλησίας
Ιστολόγιο για την Ορθοδοξία στις Βρετανικές Νήσους

Στα ίχνη του αρχαίου (ορθόδοξου) κέλτικου μοναχισμού

Η Ορθοδοξία στη Δύση (αφιέρωμα)

Συνέντευξη του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου στην Αννίτα Πάνια

$
0
0

Χαίρομαι γι'αυτή τη συνέντευξη, γιατί η Εκκλησία πρέπει να δίνει τη μαρτυρία της "παντί το αιτούντι" (σε όποιον το ζητά - Α΄ Πέτρου 3, 15). Φυσικά, σημασία έχει τι λέεικάποιος. Θεωρώ ότι ήταν γενικά μια καλή μαρτυρία.
Μεταδόθηκε από το κανάλι Alpha στις 20 Σεπτεμβρίου 2014. 
Μπορείτε να την παρακολουθήσετε εδώ, μετά το 33΄ του βίντεο.

«Η Έρημος στην πίσω αυλή»

$
0
0

Η ανάγκη των ορθοδόξων στο δυτικό κόσμο για ναούς

Ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα που πρέπει να επιλύει παντού η Ορθόδοξη Ιεραποστολή είναι η απόκτηση ναών. Το πρόβλημα δεν υπάρχει μόνο στις χώρες του Τρίτου Κόσμου, αλλά και στις δυτικές χώρες, στις περιοχές όπου δεν δραστηριοποιείται ισχυρή παροικία μεταναστών από ορθόδοξες χώρες, όπως Ελλήνων ομογενών, Ρώσων, Σέρβων, Ρουμάνων κ.λ.π. κ.λ.π. 

Φωτο: ναός που οικοδόμησε ηλικιωμένος νεοφώτιστος στην Ισπανία. Βλ. εδώ, όπου και σχόλιο για την ανάγκη ορθόδοξων χώρων λατρείας.
Οι ισχυρές παροικίες ορθόδοξων μεταναστών συχνά χτίζουν και ναούς. Όταν όμως κάπου ζουν λίγοι ορθόδοξοι χριστιανοί, προφανώς δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα.

Η έλλειψη ναών δεν αποτελεί πρόβλημα μόνο για την πνευματική ζωή των ορθόδοξων χριστιανών ενός τόπου, αλλά και πρόβλημα για την Ιεραποστολή.Και τούτο, για δύο κυρίως λόγους: Αφενός, επειδή ένας ναός θα αποτελούσε πόλο έλξης περαστικών, είτε περίεργων είτε πνευματικών αναζητητών, και, εφόσον θα έβρισκαν εκεί κάποιον να συζητήσουν, πιθανόν κάποιοι από αυτούς, με τη βοήθεια του Θεού, να πλησίαζαν την Ορθοδοξία. Αφετέρου, επειδή συχνά οι τοπικές ορθόδοξες εκκλησίες χωρών όπου πλειοψηφούν οι αιρετικοί χριστιανοί (όπως οι χώρες της Δύσης) έχουν αποκτήσει την κακή συνήθεια να δέχονται την παραχώρηση δανεικών ρωμαιοκαθολικών ή προτεσταντικών ναών για την τέλεση των ορθόδοξων ακολουθιών. Αυτό όμως δημιουργεί μια υποχρέωση κακώς εννοούμενου «σεβασμού» από πλευράς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που έχει αναστολές να ασκήσει ιεραποστολή στους ντόπιους μη ορθόδοξους χριστιανούς.
Βεβαίως, δεν είμαι και πολύ σίγουρος ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία, ιδίως των Ελληνορθόδοξων Πατριαρχείων (ΚΠόλεως και Αλεξανδρείας), έχει όρεξη να αναλάβει ιεραποστολικό έργο στους αιρετικούς χριστιανούς (το Αντιοχείας φαίνεται ιεραποστολικά πιο δραστήριο στη Δύση, παρά τα προβλήματα στην έδρα του και την πιθανή ολιγωρία του να κάνει ιεραποστολή στους αιρετικούς χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής του). Μπορεί και να κάνω λάθος – το εύχομαι. Πάντως έχουμε μπροστά μας ένα υπαρκτό πρόβλημα, που η υπέρβασή του μπορεί ν’ ανοίξει άλλες προοπτικές για τον ευαγγελισμό των λαών.

Παρακάτω θα δούμε πώς κάποιοι ορθόδοξοι Αμερικανοί αντιμετώπισαν το ζήτημα, μετατρέποντας σε παρεκκλήσια εξωτερικούς χώρους του σπιτιού τους – παρεκκλήσια, μάλιστα, που προσέλκυσαν πράγματι κι άλλους στην αρχαία Εκκλησία του Χριστού, την Ορθοδοξία. Αυτό μας δείχνει έναν τρόπο να ξεπεραστεί ως ένα βαθμό και ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει πλέον η ελληνική επαρχία, όπου αρκετά χωριά δεν έχουν δικό τους ιερέα και αναγκάζονται να μοιράζονται τον ίδιο ιερέα με άλλα χωριά, μένοντας πολλές Κυριακές αλειτούργητα. Εδώ βλέπουμε πως μερικές ακολουθίες μπορούν να τελούνται και από λαϊκούς, χωρίς την παρουσία ιερέα.Όχι βέβαια τα μυστήρια, αλλά η παράκληση προς την Παναγία ή κάποιον άγιο, οι Χαιρετισμοί, ο εσπερινός, ο όρθρος και άλλες ακολουθίες μπορούν να τελεστούν όπως τελούνται σε μικρές μοναστικές κοινότητες χωρίς ιερομόναχο και όπως διαβάζουν την παράκληση ή τους χαιρετισμούς ή απόδειπνο κ.ά. κάποιοι ορθόδοξοι χριστιανοί στα σπίτια τους (τα λόγια του ιερέα παραλείπονται σ’ αυτή την περίπτωση).
Τα αποσπάσματα προέρχονται από το κλασικό πλέον έργο του Ιερομονάχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμοι Β΄ και Γ΄.
Ο π. Δαμασκηνός (Κρίστενσεν) είναι Αμερικανός πρώην βουδιστής που, μετά από δική του πνευματική αναζήτηση, έγινε ορθόδοξος χριστιανός ιερέας και μοναχός στη μονή του Αγίου Γερμανού της Αλάσκας, στην Πλατίνα.

Α. Το παρεκκλήσι στο αντλιοστάσιο

Ιερομονάχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Β΄, Μυριόβιβλος 2007, σελ. 197-202 και 206-210.

Οι πατέρες της Πλατίνα κλήθηκαν επίσης να βοηθήσουν έναν άλλο σοβαρό αναζητητή του Θεού: τον Γκρεγκ Γιανγκ.
Όπως ο Βλαδίμηρος, έτσι και ο Γκρεγκ δίδασκε σε σχολείο ρωμαιοκαθολικό. Ήταν πολύ απογοητευμένος με τις ξαφνικές και αυθαίρετες αλλαγές που είχαν εμφανιστεί στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μετά από την Δεύτερη Βατικανή Σύνοδο. Το 1966, μαθαίνοντας για το βιβλιοπωλείο της Αδελφότητας στο Σαν Φρανσίσκο από έναν φίλο, είχε πάει εκεί και είχε μιλήσει με τους μελλοντικούς πατέρες Σεραφείμ (Ρόουζ)και Γερμανό. Όπως θυμόταν πολλά χρόνια αργότερα: «Όταν άφησα αυτό το κατάστημα, σκέφτηκα: αυτό είναι πραγματικά κάτι! Αυτό το μικρό κατάστημα και αυτά τα δυο πρόσωπα έρχονται κατ’ ευθείαν από έναν άλλο κόσμο – διαμορφωμένο από παλιά, έντονο, πραγματικό – και δεν τους αγγίζει ιδιαιτέρως ο κόσμος που τους περιτριγυρίζει. Ήθελα να μάθω περισσότερα για τον κόσμο τους». […]
Ο Γκρεγκ συνάντησε αργότερα τους πατέρες της Πλατίνα στον καθεδρικό ναό του Σαν Φρανσίσκο το Μεγάλο Σάββατο το 1970, έξι μήνες πριν την κουρά τους. Στο μεταξύ, ο Γκρεγκ και η σύζυγός του Σουζάνα, μετά από πολλούς αγώνες, είχαν αποφασίσει τελικά να μεταστραφούν στην Ορθοδοξία. […]
Τον Αύγουστο του ίδιου έτους ο Γκρεγκ, η Σουζάνα και ο τετραετής γιος τους Ιωάννης προσχώρησαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο Γκρεγκ πήρε το όνομα Αλέξιος, προς τιμήν του αγίου Αλεξίου, του Ανθρώπου του Θεού.
Δυο έτη νωρίτερα, το 1968, ο Αλέξιος μετακόμισε με την οικογένειά του κοντά στη μικρή πόλη Έτνα (με πληθυσμό 750 άτομα), κοντά στα σύνορα Καλιφόρνιας – Όρεγκον. Όχι μόνο δεν υπήρχε ορθόδοξη κοινότητα στην περιοχή, αλλά δεν υπήρχε και ορθόδοξος χριστιανός για εκατοντάδες μίλια. Αφότου έγιναν ορθόδοξοι, το ζεύγος Γιανγκ αναρωτήθηκε εάν έπρεπε να μετακομίσουν πίσω, στην περιοχή του Σαν Φρανσίσκο, ώστε να έχουν κανονική ενοριακή ζωή. Όταν όμως ο Αλέξιος έγραψε στους πατέρες της Πλατίνα εκφράζοντας αυτή την ανησυχία, ο π. Σεραφείμ του απάντησε: «Εμπιστεύσου το Θεό. Εμπιστευθείτε τους λόγους για τους οποίους σας οδήγησε από την πόλη στην επαρχία». […]
Κατά τη δεύτερη επίσκεψή του [στη μονή του αγίου Γερμανού]ο Αλέξιος έφερε μαζί του τη σύζυγο και το γιο του. […] Καθώς κοίταζε τους επισκέπτες του και αναρωτώμενος από πού ν’ αρχίσει, ο π. Γερμανός σκέφθηκε την εικόνα του π. Αδριανού από το Νέο Ντιβέγιεβο. Άρχισε να μιλά στην οικογένεια γι’ αυτόν τον καταπληκτικό έγγαμο ιερέα, λέγοντας πως, σε κάθε τόπο όπου οι ιστορικές περιστάσεις τον είχαν οδηγήσει (Κίεβο, Βερολίνο, Ουέντινγκεν, Νέα Υόρκη), συστηνόταν μια κοινότητα ορθοδόξων από λαϊκούς. Ακόμη και κατά τη διάρκεια των μεγάλων δοκιμασιών που υπέφερε στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, ο π. Αδριανός ήταν σε θέση να συλλάβει εκ νέου τη χαμένη ησυχία της ορθόδοξης παιδικής ηλικίας του, να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και να αποκτήσει την κατάσταση της ψυχής με την οποία αυτός και οι άνθρωποι γύρω του θα μπορούσαν να ζήσουν μια χριστιανική ζωή στην πληρότητα της θείας χάριτος. Η παρούσα κοινότητά του στην άνω Νέα Υόρκη, είπε ο π. Γερμανός, αναπτυσσόταν πνευματικά επειδή ο ίδιος ενστάλαζε στους ανθρώπους μια συνειδητή ορθόδοξη φιλοσοφία ζωής. Παρά το γεγονός ότι βρίσκονταν στη μέση του κόσμου, αυτός και το ποίμνιό του δεν ανήκαν στον κόσμο, διαμορφώνοντας ένα νησί ορθοδοξίας.
Ο π. Γερμανός επεσήμανε ότι ο παλμός της κοινότητας του π. Αδριανού προερχόταν από την τέλεση των καθημερινών ακολουθιών*και ενθάρρυνε τον Αλέξιο και τη Σούζαν να κάνουν το ίδιο. Τους προσέφερε ένα συγκεκριμένο πρότυπο που έπρεπε να ακολουθούν: από τις οκτώ ακολουθίες του καθημερινού κύκλου, είπε, πρέπει τουλάχιστον να κάνουν την ακολουθία της ενάτης ώρας (πριν τον εσπερινό) κάθε μέρα χωρίς παράλειψη.
Παίρνοντας το μήνυμα του π. Γερμανού για τις χριστιανικές κοινότητες των λαϊκών, ο Αλέξιος συγκινήθηκε βαθιά. «Αυτό είναι ό,τι χρειαζόμουν» είπε. «Τώρα έχω μια εικόνα για να ζήσω σύμφωνα με αυτήν».
Επιστρέφοντας στο σπίτι του στην Έτνα, ο Αλέξιος καλλιέργησε την «έρημο» στο πίσω μέρος της αυλής του. Κάθε βράδυ αυτός και η οικογένειά του έμπαιναν σε ένα μικρό παρεκκλήσι, που αφιερώθηκε στους αγίους Αδριανό και Ναταλία (ένα παντρεμένο ζευγάρι που μαρτύρησε για το Χριστό στη Νικομήδεια τον τέταρτο αιώνα μ.Χ.), το οποίο έφτιαξαν στο αντλιοστάσιο πίσω από το σπίτι τους. Εκεί διάβαζαν και έψαλλαν την ενάτη ώρα, στην οποία προσέθεσαν αργότερα την ακολουθία του εσπερινού.

Φωτογραφίες από τον βίο του πατρός Σεραφείμ Ρόουζ http://leipsanothiki.blogspot.be/
Στο βήμα του ομιλητή η γνωστή φιγούρα του π. Σεραφείμ Ρόουζ. Ο ιερέας με τα γυαλιά, δεξιά, είναι ο π. Αλέξιος Γιανγκ, που αργότερα χειροτονήθηκε (φωτο από εδώ). Ο π. Αλέξιος σήκωσε το σταυρό της χηρείας, καθώς η σύζυγός του χρόνια αργότερα κοιμήθηκε και ο ίδιος σήμερα είναι ιερομόναχος με το όνομα Αμβρόσιος (δες εδώπαρακαλώ).

Έχοντας πτυχία στη δημοσιογραφία και συγγραφικό ταλέντο, ο Αλέξιος άρχισε επίσης να γράφει για τη νέα του ζωή ως ορθόδοξου χριστιανού. Το 1971 έστειλε στους πατέρες ένα σύντομο άρθρο που είχε συντάξει, αισθανόμενος κάπως αβέβαιος γι’ αυτή την πρόωρη προσπάθεια και ρωτώντας την άποψή τους.
Απαντώντας ο π. Σεραφείμ έγραψε: «Δεν είναι καθόλου “αταίριαστο” για σένα να γράψεις ένα τέτοιο άρθρο, διότι τουλάχιστον σε βοηθά να διευκρινίσεις και να αναπτύξεις τις ιδέες και τα συναισθήματά σου… Μπορώ ακόμη και να σκεφθώ μια καλή θέση όπου θα μπορούσε να δημοσιευθεί: σε μια εφημερίδα με τον τίτλο Ορθόδοξη Αμερική, όπου, εκτός από δημοσιεύματα ορθόδοξων ειδήσεων, διαφωτισμό και την κατάλληλη ορθόδοξη άποψη στα σύγχρονα ζητήματα, διαθέτουν ένα τμήμα στο οποίο οι ορθόδοξοι νεοφώτιστοι και όλα τα παιδιά της διασποράς της Ορθόδοξης Αμερικής μοιράζονται μερικές από τις ιδέες τους, απόψεις, ελπίδες κ.λ.π. Δυστυχώς, μια τέτοια εφημερίδα δεν υπάρχει! Ίσως να υπάρξει κάποια μέρα». («Ν»: Η εφημερίδα Ορθόδοξη Αμερικήιδρύθηκε με τη βοήθεια του πατέρων της Πλατίνα λίγα χρόνια αργότερα). […]
Στο μεταξύ, οι ακολουθίες που η οικογένεια του Αλέξιου έκανε καθημερινά στο μικρό παρεκκλήσι του αντλιοστάσιου δεν είχαν περάσει απαρατήρητες. Μια ημέρα, μια κυρία από τη γειτονιά ήρθε και τους είπε: «Συγχωρέστε με – παραβλέψτε την αγένειά μου. Κάθε μέρα, όταν πλένω τα πιάτα, σας βλέπω να πηγαίνετε γρήγορα στο αντλιοστάσιο. Και όταν βγαίνετε, μισή ώρα αργότερα ή τόσο περίπου, είστε διαφορετικοί, φαίνεστε τόσο ήρεμοι και γαλήνιοι. Τι είναι αυτό που κάνετε εκεί μέσα;».
Η απάντηση ήταν: «Ελάτε και δείτε»!
Φωτογραφίες από τον βίο του πατρός Σεραφείμ Ρόουζ http://leipsanothiki.blogspot.be/ Σύντομα, αυτή η γυναίκα και η κόρη της – προηγουμένως ήσαν πεντηκοστιανοί– ενώθηκαν με την οικογένεια Γιανγκ στις ακολουθίες τους. Όταν η σύζυγος ενός από τους συναδέλφους του Αλέξιου στο σχολείο (ο Αλέξιος ήταν δάσκαλος)έμαθε σχετικά με την ορθόδοξη κοινότητα, θέλησε επίσης να συμμετέχει στη ζωή της καθημερινής προσευχής. Σύντομα αυτοί οι άνθρωποι μεταστράφηκαν στην ορθόδοξη πίστη και αργότερα ακολούθησαν κι άλλοι. «Η λέξη ορθοδοξία» σημείωσε ο π. Σεραφείμ αφότου μερικοί από αυτούς είχαν επισκεφτεί το ησυχαστήριο «αγγίζει τις αμερικάνικες καρδιές. Πόσο προσεκτικά πρέπει να καλλιεργούνται!».
Τον Ιανουάριο του 1974, οι πατέρες Σεραφείμ και Γερμανός έκαναν την πρώτη επίσκεψή τους στο σπίτι και το παρεκκλήσι του Αλέξιου στην Έτνα. Έκαναν μια ακολουθία στο παρεκκλήσι, που στο μεταξύ ήταν βαμμένο και διαρρυθμισμένο εκ νέου – μαζί με την οικογένεια των Γιανγκ και τις δύο άλλες ορθόδοξες οικογένειες των νεοφωτίστων, που τότε αποτελούσαν μια μικρή κοινότητα. «Οι πατέρες έψαλαν μαζί μας τον Ακάθιστο στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό», θυμάται ο Αλέξιος. «Έψαλαν με τέτοια ζέση και συστολή, που, αν και βρισκόμασταν σε ταπεινά περίχωρα, “δεν γνωρίζαμε εάν ήμασταν στον ουρανό ή στη γη”. Έτσι είχαν παρουσιάσει την εμπειρία τους πριν από χίλια χρόνια οι απεσταλμένοι του μεγάλου δούκα Βλαδίμηρου μετά τη συμμετοχή τους σε ορθόδοξη λειτουργία για πρώτη φορά».
Επιστρέφοντας στο σπίτι μετά την επίσκεψη στην Έτνα, ο π. Σεραφείμ έγραψε ότι «εκεί, ο νεαρός βλαστός της ορθοδοξίας μεγαλώνει καλά». Αλλού σημείωσε ότι η κοινότητα «μέχρι στιγμής φαίνεται πως αναπτύσσεται σωστά για τη συντήρηση ενός καταφυγίου ορθοδοξίας».
Αυτή η νέα παραφυάδα της Αδελφότητας κέντρισε το ενδιαφέρον των πατέρων, ώστε να παρακολουθούν τις αρχές των λαϊκών ορθόδοξων κοινοτήτων, ειδικά όσων ζούσαν μέσα σε σύγχρονες συνθήκες. […]
Τα μέλη της κοινότητας της Έτνα πήγαιναν στο Σαν Φρανσίσκο για να κοινωνήσουν μια φορά το μήνα. Αλλά «η καθημερινή πνευματική ενίσχυσή τους» προερχόταν από την ανάγνωση πνευματικών κειμένων και τις ακολουθίες στο παρεκκλήσι. Το προφανέστερο εξωτερικό σημάδι μιας ορθόδοξης κοινότητας, έγραφε ο π. Σεραφείμ, «φαίνεται να είναι οι θείες ακολουθίες (ακόμη κι αν είναι μόνο ένα ελάχιστο μέρος τους), είτε με ιερέα είτε χωρίς – αλλά καθημερινά, αυτό είναι το σημείο γύρω από το οποίο όλα τα άλλα περιστρέφονται».
Σε μια σειρά άρθρων που έγραψε […] ο π. Σεραφείμ προσπάθησε να διαλύσει αυτό που αποκαλούσε «δημοφιλή παρερμηνεία, ότι οι ορθόδοξοι χριστιανοί δεν έχουν την άδεια να πραγματοποιούν οποιαδήποτε εκκλησιαστική ακολουθία χωρίς ιερέα και ότι, επομένως, γι’ αυτό το λόγο οι πιστοί άνθρωποι γίνονται αρκετά ανίσχυροι και είναι ουσιαστικά “ανίκανοι να προσευχηθούν” όταν βρίσκονται χωρίς ιερέα – κάτι που συμβαίνει όλο και συχνότερα σήμερα».
Μετά από έκκληση που έκανε ο Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος (στις ΗΠΑ)για τους ορθόδοξους χριστιανούς να ενωθούν σε κοινή προσευχή ακόμη και εκεί όπου δεν υπάρχει ιερέας, ο π. Σεραφείμ ολοκλήρωσε: «Αυτή η πρακτική μπορεί και πρέπει να αναπτυχθεί πολύ μεταξύ των πιστών, είτε πρόκειται για μια κοινότητα που έχει χάσει τον ιερέα της ή είναι πάρα πολύ μικρή για να έχει έναν είτε για μια ομάδα πιστών μακριά από την κοντινότερη εκκλησία, που δεν έχουν διαμορφώσει ακόμη κοινότητα, ή για μια απλή οικογένεια που αδυνατεί να παρευρεθεί στην εκκλησία κάθε Κυριακή και γιορτή».

Β. Μια ιεραποστολική εκκλησία στο γκαράζ – ή: όταν ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς ευλογούσε ένα υπόστεγο με κοτόπουλα…

Ιερομονάχου Δαμασκηνού, π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Γ΄, Μυριόβιβλος 2009, σελ. 93-98.

Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο, λίγο μετά την αφήγηση της χειροτονίας των πατέρων Σεραφείμ και Γαβριήλ σε ιερείς (ιερομόναχους).

Μιας και οι πατέρες κλήθηκαν τώρα να διανέμουν τη χάρη μέσω της ιεροσύνης, η ποιμαντικής τους εργασία ήταν φυσικό να επεκταθεί και πιο μακριά από τη μονή. Η αδελφότητα επρόκειτο να μπει σε μια νέα φάση, ιδρύοντας ιεραποστολικά κέντρα και διαδίδοντας την Ορθοδοξία στα βορειοδυτικά.
Η πρώτη ιεραποστολή επρόκειτο ν’ αρχίσει το 1978 στη γειτονική πόλη του Ρέντινγκ. Καθώς όλο και περισσότεροι προσκυνητές είχαν αρχίσει να συρρέουν στη μονή, το σπίτι της Βαλεντίνας Χάρβεϊ στο Ρέντινγκ είχε γίνει ένας ενδιάμεσος σταθμός, όπου άνθρωποι – συμπεριλαμβανομένων ιερέων και επισκόπων – θα περνούσαν το βράδυ κατά τη διαδρομή τους προς και από το μοναστήρι. Εκείνη την εποχή η μητέρα της Βαλεντίνας και ο σύζυγός της είχαν κοιμηθεί και αυτή ζούσε με την κόρη της Αλεξάνδρα. Συχνά προσκυνητές που διανυκτέρευαν έκαναν ακολουθίες στο μικρό της «κελί προσευχής». Βλέποντας πως το «κελί προσευχής» δεν ήταν αρκετά μεγάλο για να χωρέσει τον αυξανόμενο αριθμό των προσκυνητών, η Βαλεντίνα πρότεινε κάποτε στον π. Γερμανό πως το παρεκκλήσι ίσως θα έπρεπε να χτιστεί στο ευρύχωρο γκαράζ της. Το γκαράζ ήταν ένα ξεχωριστό κτήριο (69x40 πόδια) στο πίσω μέρος της αυλής της, που το χρησιμοποιούσε σαν αποθηκευτικό χώρο. Είχε μόλις χτιστεί, όταν η φωτιά είχε κάψει ένα στεγασμένο κοτέτσι που υπήρχε στο ίδιο σημείο.
Η ώθηση για το ιεραποστολικό παρεκκλήσι ήρθε απροσδόκητα, σαν την ώθηση για την ίδρυση της αδελφότητας. Στην εορτή της Βαλεντίνας, το Φεβρουάριο του 1978, ο π. Σεραφείμ πήγε μέχρι στο Ρέντινγκ μαζί με κάποιους προσκυνητές της μονής για να της ευχηθούν. Αργότερα το ίδιο βράδυ, ο π. Γερμανός ξεκίνησε χωριστά, μαζί με δύο αδελφούς, για την ίδια κατεύθυνση, σχεδιάζοντας να κάνουν την ενάτη ώρα και τον εσπερινό στο σπίτι της Βαλεντίνας. Όταν το φορτηγό τους χάλασε, λίγα μίλια πριν από το Ρέντινγκ, ο π. Γερμανός σκέφτηκε: «Α, χτύπημα του πειρασμού: κάτι καλό πρόκειται να γίνει!».
Άρχισαν να περπατούν μέσα στη νύχτα. Αφού είχαν προχωρήσει λίγα μίλια, τους πήραν ο π. Σεραφείμ και οι άλλοι προσκυνητές, οι οποίοι επέστρεφαν στο μοναστήρι.
Παρά τις δυσκολίες, ήταν όλοι χαρούμενοι και εμψυχωμένοι. Ο π. Γερμανός αντιλήφθηκε αυτή την πνοή και αισθάνθηκε πως είχε φτάσει η ώρα να υλοποιήσει την από πολύ καιρό κρυφή ελπίδα ν’ αρχίσουν μία ιεραποστολή στο Ρέντινγκ. Ανέβηκαν όλοι στο φορτηγό και πήγαν στο σπίτι της Βαλεντίνας.
Εικ. από εδώ
Μόλις την είδαν, ο π. Γερμανός είπε: «Πήγαινέ μας στο κελί των προσευχών σου». Άναψαν εκεί κεριά και έψαλαν έναν παρακλητικό κανόνα στη Θεοτόκο. Έπειτα ο π. Γερμανός μίλησε, λέγοντας σε όλους πως εκείνη η νύχτα του θύμιζε τις ακολουθίες στις αρχαίες κατακόμβες· πως, όπως εκείνοι οι πιστοί, οι χριστιανοί της σύγχρονης εποχής έπρεπε να ξεχωρίσουν τους εαυτούς τους από το πνεύμα του κόσμου τούτου. Υπενθύμισε στους ανθρώπους πως ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης[Μαξίμοβιτς]ήταν σε αυτό το σπίτι, σε αυτό το ίδιο δωμάτιο.
«Θέλατε ένα παρεκκλήσι στο Ρέντινγκ, δεν θέλατε;» ρώτησε τη Βαλεντίνα. Αυτή ένευσε καταφατικά. «Τότε ας αρχίσουμε ένα ιεραποστολικό παρεκκλήσι εδώ» είπε ο π. Γερμανός, «έτσι ένας “χριστιανισμός του άλλου κόσμου”, που ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης εκπροσωπούσε, μπορεί να καλλιεργηθεί για τους λαϊκούς».
Ο π. Σεραφείμ παρακολουθούσε τον π. Γερμανό με εσωτερική αγαλλίαση. «Μπορώ να έχω το κλειδί του γκαράζ σου;» ρώτησε τη Βαλεντίνα ο π. Γερμανός. Όταν του το έδωσε, αυτός είπε: «Φέρε μου την εικόνα με την οποία ο Βλαντίκα Ιωάννης σε ευλόγησε – και μια σκούπα». Η Βαλεντίνα έκλαιγε. Χαμογελώντας, έφερε μια μικροσκοπική χάρτινη εικόνα που της είχε δώσει ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης όταν ήταν μαθήτρια του κατηχητικού στη Σαγκάη.
Εκείνο το βράδυ ο π. Γερμανός σκούπισε μια γωνία του γκαράζ και τοποθέτησε εικόνες. «Είθε αυτό να γίνει ο νέος καθεδρικός ναός της Εγγυήτριας των Αμαρτωλών, προς τιμήν του αρχιεπισκόπου Ιωάννη!» δήλωσε. Το είπε αυτό, επειδή ο καθεδρικός ναός του αρχιεπισκόπου Ιωάννη στη Σαγκάη ήταν αφιερωμένος στην εικόνα της Θεοτόκου «Εγγυήτρια των Αμαρτωλών». Όταν εξέφρασε την επιθυμία να γινόταν το γκαράζ ένας «καθεδρικός ναός», σκεφτόταν τον αρχιεπισκοπικό «καθεδρικό ναό» στη Γαλλία (προφανώς των Ρώσων της Διασποράς), ο οποίος επίσης ήταν μια εκκλησία χτισμένη έξω από ένα γκαράζ.
Ο αρχιεπίσκοπος Αντώνιος έδωσε την ευλογία του για τη λειτουργία του ιεραποστολικού παρεκκλησίου «Εγγυήτρια των Αμαρτωλών» στο Ρέντινγκ. Λίγο μετά, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, ο π. Γερμανός πήρε όλους τους νέους από τη μονή και, μετά από μια λιτανεία με εικόνες και λάβαρα, ευλόγησε το νέο παρεκκλήσι με αγιασμό. Την Παρασκευή της Διακαινησίμου έγινε εκεί λειτουργία για πρώτη φορά. Στους μήνες που ακολούθησαν, η Βαλεντίνα, η κόρη της Αλεξάνδρα και άλλοι πιστοί της περιοχής δούλεψαν σκληρά για να μετατρέψουν το πρώην γκαράζ σε μια αληθινή ορθόδοξη εκκλησία.
Η Βαλεντίνα τώρα κατάλαβε γιατί, όταν σκεφτόταν να φύγει από το Ρέντινγκ πολλά χρόνια πριν, ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης της είχε πει πως ήταν στο Ρέντινγκ για κάποιο λόγο. Ακόμη περισσότερο αξιοσημείωτο ήταν ένα περιστατικό, το οποίο θυμήθηκε από την τελευταία επίσκεψη του αρχιεπισκόπου Ιωάννη στο σπίτι της, που πραγματοποιήθηκε μόλις τρεις μέρες πριν από την κοίμησή του στο Σιατλ. Όταν επρόκειτο να μπει στο αυτοκίνητο να φύγει για το Σιατλ, ξαφνικά σταμάτησε να ευλογήσει με την εικόνα της Θεοτόκου του Κουρσκ το υπόστεγο με τα κοτόπουλα της Βαλεντίνας. Έχοντας ευλογήσει την ιδιοκτησία της σε όλες τις κατευθύνσεις, πήγε άλλη μια φορά να ευλογήσει το υπόστεγο με τα κοτόπουλα.
Hilltop Drive, Redding, California
Ρέντινγκ (από εδώ)
«Γιατί συνεχίζει να ευλογεί ένα υπόστεγο με κοτόπουλα;» ρώτησε η μητέρα της, στην οποία η Βαλεντίνα είχε απαντήσει αστειευόμενη: «Μάλλον θέλει να έχουμε την πιο ευλογημένη μονάδα κοτόπουλων!». […] Και μόνο τώρα, περισσότερα από είκοσι χρόνια αργότερα, όταν είχε ιδρυθεί ένα παρεκκλήσι στο γκαράζ της, στο ίδιο ακριβώς σημείο που πριν υπήρχε το κοτέτσι, η Βαλεντίνα συνειδητοποίησε τη σημασία των παράξενων πράξεων του αρχιεπισκόπου.
…Οι πατέρες θα λειτουργούσαν στο σταθμό του Ρέντινγκ όποτε μπορούσαν και πάντως όχι λιγότερο από μια φορά το μήνα.

Γ. Να βγάζεις τα σκουπίδια και ξαφνικά «να συναντάς το Βυζάντιο»…

Στο ίδιο, σελ. 100- 101.

… Από το 1978 ώς το 1984 η αδελφότητα ήταν σε θέση να ξεκινήσει περισσότερες ιεραποστολικές ενορίες σε: Γουΐλιτς, Καλιφόρνια· Μέντφορντ και Γούντμερντ, Όρεγκον· Μόσχα, Ίνταχο· και Σκοπέιν, Ουάσιγκντον. […] Η πλειοψηφία των μελών αυτών των ιεραποστολών ήταν κατά μέσο όρο Αμερικανοί που είχαν μεγαλώσει χωρίς να έχουν ακούσει τίποτα για την Ορθοδξία. […]
(Ο π. Γερμανός) ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιασμένος με την ιεραποστολή στη Μόσχα, στο Ίνταχο, η οποία είχε αρχίσει από ανθρώπους που είχαν μετακομίσει εκεί από μια μικρή πόλη, όχι μακριά από την Πλατίνα, το Φόρεστ Γκλεν.
Εκείνη την εποχή, μέλη της ιεραποστολής της Μόσχας είχαν νοικιάσει ένα κατάστημα με πρόσοψη στο δρόμο, μέσα στο οποίο είχαν ένα παρεκκλήσι και εικονοστάσι. «Ενώ κάναμε αγρυπνία στο παρεκκλήσι» θυμάται ο π. Γερμανός, «μια γειτόνισσα κατέβηκε από το διαμέρισμά της για να βγάλει έξω τα σκουπίδια και μέσα από τη μπροστινή βιτρίνα είδε ξαφνικά έναν μικρόκοσμο του Βυζαντίου: κεριά, θυμιατήρια, εικόνες και ψαλμωδίες. Μη γνωρίζοντας τι έβλεπε, στεκόταν με δέος και, όπως είπε αργότερα, δε μπορούσε να συγκρατήσει τον εαυτό της από το να μπει μέσα και να καθίσει μέχρι το τέλος της μεγάλης ακολουθίας. Μέσω αυτού του περιστατικού η ζωή της άλλαξε».
 
*«Ν»: Ακολουθίες ονομάζονται οι εκκλησιαστικές τελετές της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Στον καθημερινό λειτουργικό κύκλο, που τηρείται στα μοναστήρια, είναι: ο εσπερινός (με τη δύση του ήλιου), το απόδειπνο, το μεσονυκτικό (τη νύχτα), ο όρθρος και η θεία λειτουργία (το πρωί) και, μέσα στην ημέρα, οι τέσσερις «ώρες» (πρώτη, τρίτη, έκτη και ενάτη), μικρές τελετές που περιλαμβάνουν λίγα τροπάρια και κάποια αναγνώσματα (ανάγνωση αποσπασμάτων από την Αγία Γραφή). Κάθε «ώρα» αντιστοιχεί σε συγκεκριμένους συμβολισμούς γεγονότων από την Αγία Γραφή.
Η ενάτη ώρα τελείται λίγο πριν τον εσπερινό, με τον οποίο αρχίζει ο κύκλος της επόμενης μέρας. (Εδώ οι ακολουθίες είναι εννέα – δεν ξέρω γιατί στο βιβλίο αναφέρει οκτώ. Μάλλον δεν προσμετράται η θεία λειτουργία, όπως επισημαίνει φίλος μπλογκοναύτης στα σχόλια).

Viewing all 5835 articles
Browse latest View live